Με δύο πανομοιότητες παρεμβάσεις – αναλύσεις παρεμβαίνουν στο πολιτικό σκηνικό οι διευθυντές των ναυαρχίδων των αστικών ΜΜΕ, Αντώνης Καρακούσης και Αλέξης Παπαχελάς με τα κύρια άρθρα τους στις αντίστοιχες Κυριακάτικες εκδόσεις τους «Το ΒΗΜΑ» και «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ». Ούτε συνεννοημένοι να ήτανε.
Το ίδιο θέμα και σχεδόν οι ίδιοι τίτλοι. «Μεταξύ φόβου και οργής» ο Αντώνης Καρακούσης, «Ντέρμπι οργής και φόβου» ο Αλέξης Παπαχελάς. Το ίδιο περιεχόμενο, οι ίδιες στοχεύσεις. Γνωρίζουν πολύ καλά αυτήν τη στιγμή τα αισθήματα του Ελληνικού λαού. Και προπαντός γνωρίζουν τα αισθήματα που κυριαρχούν στις νεώτερες ηλικίες, κάτω των 40, όπου και επικεντρώνουν τις παρεμβάσεις τους, γιατί θεωρούν ότι το αποτέλεσμα των εκλογών θα κριθεί κατά κύριο λόγο από αυτές τις ηλικίες.
Διαπιστώνουν ότι η προεδρική εκλογή δεν θα έχει μάλλον θετικό αποτέλεσμα και δε θα συγκεντρωθούν οι 180, οπότε καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις κάλπες. Άλλωστε είναι γνωστό ότι όλα τα κόμματα προετοιμάζονται πυρετωδώς για τις εκλογές καταρτίζοντας τις εκλογικές λίστες.
Ποιο είναι το κύριο ζήτημα που αναδεικνύουν από τις παρεμβάσεις τους αυτές; Και σε τι ελπίζουν; Αναδεικνύουν τη δικαιολογημένη ανασφάλεια, την οργή και το φόβο που νιώθουν οι κατώτερες ηλικίες, που χειμάζονται από την ανεργία και την εξαθλίωση και την έλλειψη κάθε ελπίδας για το μέλλον, αλλά, ταυτόχρονα, ποντάρουν ακριβώς σε μια συντηρητική στροφή των μικρότερων ηλικιών, που καταλήγουν στη διαπίστωση ότι η Νέα Δημοκρατία μπορεί να διεκδικήσει και την πρώτη θέση στις εκλογές.
Γνωστή η τακτική. Η πολιτική που εφαρμόζεται φέρνει τις λαϊκές μάζες σε αδιέξοδο. Ανεργία, εξαθλίωση, έλλειψη προοπτικής δημιουργούν το υπόστρωμα της ανασφάλειας. Έρχονται μετά οι ιδεολογικοί απολογητές της αστικής τάξης να «πατήσουν» πάνω στα αποτελέσματα της πολιτικής τους και να «παίξουν» με τα αισθήματα των λαϊκών μαζών σπρώχνοντας τα πράγματα στον άμεσο και επιδιωκόμενο στόχο. Σε μια αναδιάρθρωση του πολιτικού συστήματος που θα αναδείξει ένα νέο δικομματισμό.
Οι διαπιστώσεις τους είναι προφανείς και πραγματικές, δεν κινούνται «στον αέρα». Βλέπουν ότι θα υπάρξει μια μεγάλη πόλωση. Βλέπουν ότι τα μικροαστικά στρώματα ταλαντεύονται. Βλέπουν ότι μικρά κόμματα θα δεχτούν πολύ μεγάλες πιέσεις, ότι ορισμένα απ’ αυτά θα εξαφανιστούν και ότι μπροστά στους κινδύνους μιας κυβερνητικής αλλαγής, που στην πραγματικότητα δεν πρόκειται να διαταράξει τη συνέχεια της γενικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να «σπάσουν» προσωρινά τα συμφωνημένα της υπάρχουσας κυβέρνησης με την τρόικα μέχρι να «κατασταλάξει» σε μια νέα συμφωνία. Θέλουν να μη σπάσει ακόμη και αυτή η καταστροφική συνέχεια και με την καταφυγή σε μια έξαλλη κινδυνολογία εκ μέρους της σημερινής συγκυβέρνησης, βοηθούντων και των εταίρων, επιδιώκουν η ανασφάλεια, η οργή, ο φόβος να γίνουν μοχλοί μιας νέας αναδιάρθρωσης του πολιτικού συστήματος που θα είναι «στα μέτρα τους».
Η «Νέα Σπορά», πάρα πολύ έγκαιρα τα έχει επισημάνει όλα αυτά. Τόνισε κατ’ επανάληψη ότι υπάρχει πολιτική κρίση μέσα από την οποία η αστική τάξη επιδιώκει να ξαναεγκλωβίσει τις λαϊκές μάζες και να αναδιαρθρώσει το πολιτικό της σύστημα. Άλλωστε εάν δεν υπήρχε πολιτική κρίση δε θα υπήρχε και η ανάγκη για μια νέα αναδιάρθρωση του πολιτικού συστήματος. Μόνο που πολιτική κρίση σημαίνει ότι οι λαϊκές μάζες δεν είναι του χεριού τους, γι’ αυτό και παρεμβαίνουν.
Το πρόβλημα είναι το πώς τοποθετούνται οι κοινωνικές τάξεις απέναντι σ’ αυτήν την κρίση και κυρίως πως τοποθετούνται τα κόμματα που εκπροσωπούν τις κοινωνικές τάξεις. Γι’ αυτό το λόγο υποστηρίζαμε την άποψη ότι υπάρχει η ανάγκη το Κόμμα μας να τοποθετηθεί απέναντι στην πολιτική κρίση – κατ’ αρχάς να αποδεχτεί ότι υπάρχει, που δεν το κάνει ακόμη και τώρα, γιατί μια τοποθέτηση απέναντι στην πολιτική κρίση προσδιορίζει και τη στάση της εργατικής τάξης απέναντι στα μικροαστικά στρώματα και από κοινού, εργατική τάξη και μικροαστικά στρώματα, προσδιορίζει τη στάση τους απέναντι στο ζήτημα της εξουσίας.
Όταν θα διαβάζονται αυτές οι γραμμές από τους αναγνώστες μας, πιθανόν, να έχει ή να μην έχει εκλεγεί ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που είναι και το πιθανότερο. Η σημασία, όμως, αυτής της τοποθέτησης ξαναθέτει και το Κομματικό μας πρόβλημα, αναδεικνύει ακόμη και το ζήτημα το πώς θα αντιμετωπίσει το Κόμμα μας τις προσεχείς εκλογές. Και εδώ δε μπορεί να υπάρξει μια επανάληψη που τα αποτελέσματά της ήδη τα γνωρίζουμε. Γιατί το Κόμμα μας δε θα αναμετρηθεί με το 4.5% που θα γίνει 5% ή και 6%. Θα αναμετρηθεί με το κύριο πρόβλημα που υπάρχει στη σημερινή πολιτική και οικονομική συγκυρία. Με την οικονομική και πολιτική κρίση, με τη χρεοκοπία της χώρας, με την προοπτική της.
COMMENTS