Χωρίς αμφιβολία το Κυπριακό ζήτημα βρίσκεται σε μια από τις πιο κρίσιμες καμπές στην ιστορία των τελευταίων χρόνων. Είναι βέβαιο ότι κυοφορούνται σοβαρές εξελίξεις, που θα επηρεάσουν το εθνικό ζήτημα στην Κύπρο, που εξαρτώνται ασφαλώς από το πώς θα επιλυθεί η κατανομή των ενεργειακών πόρων στο πλαίσιο του καθορισμού των ΑΟΖ για κάθε χώρα ξεχωριστά, που, αποφασιστικά, ο καθορισμός αυτός τελεί υπό την εποπτεία των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Η εκμετάλλευση αυτών των ενεργειακών πόρων καθορίζει και τη στάση τους.
Η Κυπριακή κυβέρνηση καθόρισε την ΑΟΖ της Κύπρου και η απάντηση της αστικής τάξης και της κυβέρνησης της Τουρκίας κλιμακώθηκε στέλνοντας το «Barbaros» για έρευνες, παρουσία και πολεμικών πλοίων, ενώ, παράλληλα, έστειλε και τα αντίστοιχα μηνύματα προς την αστική τάξη και την κυβέρνηση της χώρας μας για τις διεκδικήσεις ως προς τη δική της ΑΟΖ Νότια της Τουρκίας. Η έξοδος του «Barbaros» συνοδεύτηκε και με τις παραβάσεις και παραβιάσεις του FIR στο Αιγαίο.
Είναι φανερό ότι ο καθορισμός της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, εξ ου και το πρόβλημα με το Καστελλόριζο, και μεταξύ Τουρκίας – Κύπρου, είναι η αιτία από την οποία προκύπτουν και οι πρόσφατες εξελίξεις στο εθνικό ζήτημα της Κύπρου, που θα καθορίσουν και την έκβασή του.
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ συνιστούν «αποφυγή της έντασης» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, μεταξύ Τουρκίας και της κυβέρνησης της Κύπρου για να προωθήσουν τα ιμπεριαλιστικά τους σχέδια στην περιοχή, που αφορούν τους ιδιαίτερους γεωπολιτικούς τους στόχους, στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή και ευρύτερα στην Ασία και προφανώς την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων.
Το δίλημμα το έθεσε απερίφραστα και ξεκάθαρα προ ημερών ο Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, εμπνευστής του δόγματος του «στρατηγικού βάθους» της γειτονικής χώρας. «Ή συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων ή οριστική διχοτόμηση της Κύπρου σε δύο κράτη, ένα στο Νότο και ένα στο Βορρά».
Η πολιτική ηγεσία της Κύπρου αποφάσισε να διακόψει τις συνομιλίες με την τουρκοκυπριακή πλευρά και να λάβει –με τη στήριξη και της ελληνικής κυβέρνησης– μια δέσμη μέτρων, ως απάντηση στις ενέργειες της Άγκυρας, μεταξύ των οποίων να ζητήσει και την άρση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας στην ΕΕ.
Πρόκειται για μια πρόταση που δεν πρέπει να της αποδίδεται ιδιαίτερα μεγάλη σημασία, καθώς, αφ’ ενός, οι ενταξιακές διαδικασίες για την Τουρκία έχουν παγώσει για μια πενταετία με πρωτοβουλία της ίδιας της ΕΕ (πολιτικοί παρατηρητές προβλέπουν ότι την πρώτη πενταετία παγώματος θα ακολουθήσει και δεύτερη πενταετία), αφ’ ετέρου, εδώ και χρόνια έχει ωριμάσει στους ιθύνοντες κύκλους της ΕΕ η ιδέα της «ειδικής σχέσης» με την Τουρκία, σε αντιστάθμισμα της διαδικασίας του παγώματος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Για την απαιτούμενη συμπλήρωση της εικόνας πρέπει να τονίσουμε πως σ’ ό,τι αφορά τη στάση των ΗΠΑ και της ΕΕ, επί της ουσίας δεν είναι των «ίσων αποστάσεων», όπως, ίσως, επιχειρείται να δοθεί μια τέτοια εντύπωση. Η στάση των ΗΠΑ και της ΕΕ καθορίζεται πάνω απ’ όλα από τα συμφέροντά τους, ανεξάρτητα αν αυτή αποβαίνει σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εθνικής ανεξαρτησίας και της επίλυσης του εθνικού ζητήματος της Κύπρου ή και της επίλυσης των αντίστοιχων προβλημάτων στο Αιγαίο. Γι’ αυτό και επιμένουν στο νέο σχέδιο Ανάν και στην επανέναρξη των συνομιλιών.
Οι ΗΠΑ, από τη μια, προσπαθούν να κρατήσουν μια ισορροπία στις σχέσεις τους με την Τουρκία, που τη χρειάζονται για τα δικά τους σχέδια στην ευρύτερη περιοχή, υπό τον όρο ότι δεν αμφισβητείται από την πλευρά της Τουρκίας η πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ. Μιλάνε για “ακριβοδίκαιη” μοιρασιά. Από την άλλη η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τζεν Ψάκι διευκρίνισε ότι: «Αναγνωρίζουμε τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στους πόρους της, εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της». Αυτό γιατί την ίδια στιγμή αμερικάνικες εταιρείες έχουν ήδη εμπλακεί στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της ΑΟΖ της Κύπρου.
Η ΕΕ στο τελικό κείμενο των συμπερασμάτων της τελευταίας Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θεωρεί «πιο σημαντικό από ποτέ να διασφαλιστεί ένα θετικό κλίμα ώστε οι διαπραγματεύσεις για μια συνολική διευθέτηση στην Κύπρο να επαναληφθούν». Την ίδια στιγμή και εταιρείες χωρών της ΕΕ, όπως της Γαλλίας, της Ιταλίας κλπ. έχουν ήδη εμπλακεί στην εκμετάλλευση των οικοπέδων της Κυπριακής ΑΟΖ.
Θα προσθέταμε ότι αυτή η στάση των ΗΠΑ και των εταίρων μας στην ΕΕ αποτελεί τροχιοδεικτική βολή για τους υδρογονάνθρακες της περιοχής, που διαφοροποιούν συμμαχίες και κατά συνέπεια η στρατηγική της αστικής τάξης της χώρας και της κυβέρνησης, όπως αντίστοιχα και της Κυπριακής κυβέρνησης, καθορίζεται από το πώς θα κατορθώσει να διασφαλίσει τα όρια των ΑΟΖ, όπως τα έχει καθορίσει, και σ’ αυτό συντείνουν οι προσπάθειες εξεύρεσης των δικών της συμμαχιών.
Ενδεικτικό γεγονός προς αυτήν την κατεύθυνση είναι τα όσα συνέβησαν με την απουσία του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη από τις εργασίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Ακόμα και αστικά ΜΜΕ υπαινίσσονται ότι η ασθένειά του ήταν μια καλή δικαιολογία, καθώς ήταν τόσο δυσαρεστημένος από τη στάση της ΕΕ, που «απείλησε» να καταψηφίσει στο κείμενο των συμπερασμάτων τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας στο Ουκρανικό και για να μην το πράξει αυτό προτίμησε την απουσία και την εξουσιοδότηση στον Έλληνα πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά να τον εκπροσωπήσει!
Αξίζει να σημειώσουμε επίσης ότι η Βρετανία, με τη συνέργεια Σουηδίας και Φινλανδίας, μπλόκαρε πριν από τη Σύνοδο διάβημα της ΕΕ στον ΟΗΕ κατά της τουρκικής πρωτοβουλίας, με αφορμή τις έρευνες του «Barbaros» στην κυπριακή ΑΟΖ, ενώ η Ουγγαρία, κράτος-μέλος της ΕΕ, επέτρεψε τις προηγούμενες μέρες το άνοιγμα στη Βουδαπέστη πρεσβείας του «Κράτους της Βόρειας Κύπρου». Οι αντιθέσεις είναι προφανείς. Και όλα τα παραπάνω γίνονται στο όνομα της εξεύρεσης δίκαιης και βιώσιμης λύσης για το εθνικό ζήτημα της Κύπρου.
Τελικά η ΕΕ συμβίβασε τις αντιθέσεις της στο εσωτερικό της, χωρίς και να τις ξεπερνάει, μ’ ένα κείμενο συμπερασμάτων στο οποίο γίνεται αναφορά στο «θετικό κλίμα» για να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Έρογλου και Αναστασιάδη, που μέχρι στιγμής ευνοούν την ύπαρξη δύο ξεχωριστών «κρατικών οντοτήτων».
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι οι αμφίσημες δηλώσεις των τελευταίων ημερών, τόσο των μεγάλων Δυνάμεων της ΕΕ όπως της Γερμανίας, όσο και κυρίως των ΗΠΑ, που παρουσιάζονται στη χώρα μας ως «αυστηρά» μηνύματα προς την Τουρκία και τοποθετήσεις στήριξης των Κυπριακών και Ελληνικών θέσεων, γίνονται στο πλαίσιο παρασκηνιακών αλλά και φανερών συναλλαγών και αντιπαραθέσεων Τουρκίας και ΗΠΑ με επίκεντρο αυτήν τη στιγμή την κατάσταση στο Ιράκ και τη Συρία, τη δράση του ISIS (Ισλαμικού Κράτους) αλλά και της συμμετοχής της Τουρκίας στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της περιοχής.
Η Τουρκία βρίσκεται αντιμέτωπη με το σενάριο της ίδρυσης Κουρδικού κράτους το οποίο για ευνόητους λόγους δεν το επιθυμεί. Δεν είναι τυχαίο ότι την ημέρα που η Τουρκία εμφανίστηκε να αλλάζει στάση και να περνάει από την ουδετερότητα στη στήριξη της άμυνας των Κούρδων στο Κομπάνι ενάντια στους ισλαμιστές τρομοκράτες, το σεισμογραφικό «Barbaros» βγήκε για σεργιάνι στην Κυπριακή ΑΟΖ. Επομένως οι ΗΠΑ είναι αδύνατον να μη γνώριζαν για την έξοδο του «Barbaros».
Παρ’ όλα αυτά η κίνηση αυτή της Τουρκίας δε διαφοροποιεί τη γενική της στάση ως προς τις εξελίξεις σε Συρία και Ιράκ, γιατί συνοδεύτηκε με μια δήλωση του Ερντογάν, που ούτε λίγο ούτε πολύ έλεγε ότι στο Κομπάνι συντελείται “μία συνωμοσία μέσα στη συνωμοσία”, σαφώς υπονοώντας τις ΗΠΑ.
Που πατάει όμως η επιθετική στάση της Τουρκικής αστικής τάξης στα νότια και δυτικά της σύνορα ώστε αυτή τη στιγμή ο Αχμέτ Νταβούτογλου να δηλώνει απροκάλυπτα σ’ ό,τι αφορά στο Κυπριακό ότι «στους Τούρκους ανήκει ο Βορράς και πρέπει να συζητήσουμε το σενάριο των δύο κρατών»; Πατάει καταρχήν στα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις για τα Νοτιοανατολικά της σύνορα, που παράγει η στρατηγική της αστικής τάξης της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης, αλλά και στο γεωπολιτικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί στην ευρύτερη περιοχή τις τελευταίες δεκαετίες από τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Σ’ αυτό το πλαίσιο αναδεικνύεται και το αδιέξοδο και η χρεοκοπία της στρατηγικής της αστικής τάξης της Ελλάδας αλλά και της αστικής τάξης της Κύπρου, που ενέταξαν και την πορεία επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος στους περιορισμούς που θέτουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ και αδυνάτισαν την ισχύ των ψηφισμάτων του ΟΗΕ για διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, ενός κράτους με ενιαία ιθαγένεια και κυριαρχία.
Σ’ αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση Σημίτη αναγνώρισε «ζωτικές διεκδικήσεις» της Τουρκίας και «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο με τη συμφωνία Σημίτη –Ντεμιρέλ το 1997 στη Μαδρίτη, «προς αποφυγή μονομερών ενεργειών», με αφορμή την κρίση των Ιμίων το 1996. Ενώ, το 1999 στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι αναγνωρίστηκαν με τη συμφωνία της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ «συνοριακές διαφορές» πέραν της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Μέχρι τότε όλες οι κυβερνήσεις θεωρούσαν ότι το μοναδικό ζήτημα που εκκρεμούσε μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ήταν ο καθορισμός των ορίων της υφαλοκρηπίδας, ζήτημα που θα μπορούσε να επιλυθεί με βάση τις αντίστοιχες αποφάσεις του ΟΗΕ, των οποίων η Τουρκία έκανε χρήση για λογαριασμό της, στα Νότια και Βόρεια θαλάσσια σύνορά της, ενώ το ίδιο δικαίωμα δεν αναγνώριζε για λογαριασμό της Ελλάδας.
Ταυτόχρονα, προκειμένου η Κύπρος να ενταχθεί στην ΕΕ, αποσυνδέθηκε η πορεία επίλυσης του πολιτικού προβλήματος της Κύπρου από την ένταξή της στην ΕΕ. Το επιχείρημα για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ήταν ότι κατοχυρώνεται ως εθνικό κράτος και ότι με την ένταξη θα διευκολυνθεί και η επίλυση του εθνικού προβλήματος. Στην πραγματικότητα αυτό που εδραιωνόταν «ανεπισήμως – επίσημα» ήταν η τουρκική κατοχή του Βόρειου τμήματος της Κύπρου. Αυτή η κατοχή εξελίχτηκε στις «δύο κρατικές οντότητες».
Το αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής ήταν η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ την πρωτομαγιά του 2004, ενώ την πρωτοχρονιά του 2008 η Κύπρος έγινε και μέλος της ζώνης του ευρώ, με το μισό νησί να τελεί ακόμη υπό τουρκική κατοχή. Παράλληλα ακολουθήθηκε η στρατηγική της «βήμα το βήμα» προσέγγισης Ελλάδας και Τουρκίας. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνταν και διακοινοτικές συνομιλίες στην Κύπρο. Τα συμφέροντα, όμως, των αστικών τάξεων της χώρας μας, της Τουρκίας και της Κύπρου συγκρούονται σήμερα ως προς τον καθορισμό των ΑΟΖ. Και το γεγονός αυτό βάζει τη σφραγίδα του στην επίλυση του εθνικού προβλήματος της Κύπρου.
Η κατάληξη αυτής της στρατηγικής πλέον έχει κάνει ολοφάνερο το αδιέξοδο αλλά και τη χειροτέρευση των προοπτικών μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού προς όφελος και των δύο Κοινοτήτων και με βάση τις αποφάσεις και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Τα σημάδια αυτής της στρατηγικής φάνηκαν από το 2004 όταν το «δώρο» της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ συνοδεύτηκε με το σχέδιο Ανάν, το οποίο απέρριψε με δημοψήφισμα ο Κυπριακός λαός. Και τελικά, ύστερα από τις αρχικές συνομιλίες Χριστόφια – Ταλάτ, φτάσαμε στις συνομιλίες και το κοινό ανακοινωθέν στις αρχές του 2014 μεταξύ Αναστασιάδη – Έρογλου, όπου γίνεται λόγος για δύο «ξεχωριστές οντότητες» και όχι για δύο Κοινότητες.
Το γεγονός αυτό υποδηλώνει απομάκρυνση από μια κρατική δικοινοτική ομοσπονδία και παραπέμπει σε συνομοσπονδία δύο «συνιστούντων κρατών». Στο μεταξύ έχει μεσολαβήσει η οικονομική κρίση, όπου η ΕΕ επέβαλε και το Μνημόνιο στην Κύπρο, γονατίζοντάς την οικονομικά και κατ’ επέκταση εντείνοντας τη διπλωματική και πολιτική της εξάρτηση, γεγονός που την κάνει περισσότερο ευάλωτη απέναντι στην Τουρκία.
Αν αποδεικνύεται κάτι απ’ αυτές τις εξελίξεις είναι η χρεοκοπία και το αδιέξοδο της στρατηγικής της αστικής τάξης, που εκχωρούσε κυριαρχικά δικαιώματα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ προς «κατευνασμό» της τουρκικής στάσης. Μάλιστα αστικές εφημερίδες, όπως, πρόσφατα, «Το Βήμα της Κυριακής», αποτυπώνοντας αυτό το κλίμα γράφει: «Έχουν αρχίσει εσχάτως να διαμορφώνονται ισχυρές τάσεις αναθεώρησης της πολιτικής του Ελσίνκι έναντι της Τουρκίας σε κυβερνητικούς και διπλωματικούς κύκλους των Αθηνών. Η άτεγκτη στάση της Άγκυρας έχει οδηγήσει σε συζητήσεις για το κατά πόσο η στρατηγική της «εξημέρωσης του θηρίου» εξακολουθεί να είναι λειτουργική για τα εθνικά συμφέροντα» (Βήμα της Κυριακής, 26/10/2014, «Τριγωνική άμυνα στις τουρκικές προκλήσεις»). Στην κατεύθυνση αυτή ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος υπενθύμισε την παρουσία της φρεγάτας και του υποβρυχίου, που βρίσκονται στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου στο πλαίσιο νατοϊκής αποστολής για τα γεγονότα της Μέσης Ανατολής, θέλοντας να τονίσει τη στρατιωτική παρουσία της Ελλάδας.
Η αστική τάξη της χώρας μας είναι αντιμέτωπη με το λογαριασμό της στρατηγικής της, με το δόγμα του «ανήκομεν εις την Δύσιν». Οι τριγωνικές συμμαχίες του τύπου Ισραήλ-Ελλάδα-Κύπρος ή, τώρα, Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος για την οριοθέτηση των αντίστοιχων ΑΟΖ, υπό την υψηλή εποπτεία των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, δε συνιστούν απάντηση στο πρόβλημα της δίκαιης επίλυσης του εθνικού προβλήματος της Κύπρου, πολύ δε περισσότερο δεν ξεφεύγουν από το βασικό άξονα της στρατηγικής της αστικής τάξης, την ένταξη και παραμονή στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, τη στρατηγική συμμαχία με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Αυτή η στρατηγική χρεοκόπησε στην Κύπρο και φέρνει το νησί ένα βήμα πριν από την επίσημη διχοτόμησή του, ενώ μετέτρεψε και την Ελλάδα σε «πλυντήριο» των εγκλημάτων του κράτους του Ισραήλ στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη. Την ίδια στιγμή εξακολουθούν να οξύνονται τα προβλήματα στο Αιγαίο, ενώ Κύπρος και Ελλάδα εμπλέκονται στα ευρύτερα γεωστρατηγικά σχέδια των ΗΠΑ και ΕΕ για τους ενεργειακούς πόρους και την επαναχάραξη των συνόρων στην περιοχή, πράγμα που σημαίνει εντατικότερη εξάρτηση και της χώρας μας από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Σ’ αυτό το πλαίσιο η αστική τάξη της Τουρκίας προσπαθεί να κατοχυρώσει το ρόλο της καθιστώντας την Τουρκία ισχυρή περιφερειακή δύναμη, άρα διεκδικεί τη δική της λύση στον καθορισμό των ΑΟΖ, στο εθνικό πρόβλημα της Κύπρου και της εκμετάλλευσης των ενεργειακών πόρων.
Καταθέσαμε ένα σύντομο «ιστορικό» της σχετικά πρόσφατης εξέλιξης του Κυπριακού για να θυμίσουμε τα πιο σημαντικά γεγονότα, τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο πως φθάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Το ερώτημα που εκκρεμεί να απαντήσουμε είναι εάν υπήρχε εναλλακτική πρόταση σ’ αυτήν την πορεία του Κυπριακού εθνικού προβλήματος με δεδομένο πλέον ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ δεν έδωσε καμία δυνατότητα επίλυσης του Κυπριακού ζητήματος, αντίθετα το έφερε στο σημερινό της αδιέξοδο. Αλλά αυτό το θέμα θα το δούμε σε επόμενη αρθρογραφία μας.
COMMENTS