Από το φθινόπωρο και μετά η κυβέρνηση έχει διαφοροποιήσει τη στάση της απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ. Η επιθετικότητα στη ρητορική που χρησιμοποιούσε για
να αντιπαρατεθεί μαζί του, χωρίς να έχει εκλείψει, έχει τροποποιηθεί και προτεραιότητα έχουν πάρει οι προσκλήσεις για «συναίνεση» και «εθνική συνεννόηση». Ο ίδιος ο πρωθυπουργός την προηγούμενη Παρασκευή μετά τη σύνοδο της ΕΕ
απαντώντας σε σχετική ερώτηση σημείωσε ότι «θα ήταν περισσότερο ασφαλές για την Ελλάδα εάν υπήρχε τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό μία συναίνεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης». Είναι γεγονός ότι ορισμένα συγκροτήματα των αστικών ΜΜΕ, εδώ και καιρό, ασκούσαν κριτική προς την κυβέρνηση και ειδικά προς τον Αντώνη Σαμαρά για την επιθετική στάση που κρατούσε απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και ισχυρές φωνές μέσα στη ΝΔ υπάρχουν, που χαρακτηρίζουν «αδιανόητο» να μην υπάρχει τουλάχιστον «δίαυλος επικοινωνίας» με την αξιωματική αντιπολίτευση. Το ΠΑΣΟΚ μάλιστα επαίρεται ότι ζητούσε από το 2012 τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και στην «εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης» και τώρα ο Βαγγέλης Βενιζέλος καλεί το ΣΥΡΙΖΑ να συμπράξει στη δημιουργία «αρραγούς εσωτερικού μετώπου» γιατί διαφορετικά «υπονομεύεται το εθνικό συμφέρον».
Σ’ αυτή την κατεύθυνση, τη δική του φωνή πρόσθεσε και ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου πηγαίνοντας ένα βήμα πιο μπροστά και εκφράζοντας την «ανησυχία» του για το κλίμα «διχασμού» και «πόλωσης».
Το συγκεκριμένο απόσπασμα της ομιλίας του Γιώργου Παπανδρέου σε εκδήλωση στο Ηράκλειο της Κρήτης είναι ενδεικτικό: «Για τη διαχείριση του χρέους, αλλά και τα βήματα εξόδου από το μνημόνιο, απαιτείται εθνική στρατηγική – θα γεφύρωνε και τις βασικές διαφορές των κομμάτων που διεκδικούν την εξουσία. (…) Το ζητούμενο είναι ένα και μόνον: η καλύτερη δυνατή προοπτική για τη χώρα και τον Ελληνικό λαό, με την εξεύρεση της πλέον ενδεδειγμένης, ισχυρής και αποτελεσματικής διαπραγματευτικής πρότασης. Καλώ λοιπόν τα κόμματα αυτά, να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι προκειμένου να διαμορφωθούν οι ελάχιστες κοινές προσεγγίσεις. Γνωρίζω και άλλες προτάσεις που κατατέθηκαν, χρήσιμες, αλλά επειδή βλέπω το δύσκολο πολιτικό σκηνικό – και για να διευκολυνθεί αυτή η προσέγγιση, προτείνω να διοργανωθεί διεθνές συνέδριο, εδώ στη χώρα μας με αντικείμενο την κατάθεση και επεξεργασία εναλλακτικών σεναρίων διαχείρισης του ελληνικού χρέους. (…) Είναι πιθανόν να υπάρξουν αποκλίσεις στην προσέγγιση των κομμάτων. Όμως είναι επίσης πιθανόν να αποτραπούν κινήσεις που θα μας οδηγήσουν σε νέες περιπέτειες. Και η στάση του καθενός θα κριθεί όποτε γίνουν εκλογές».
Ακριβώς στο θέμα του χρέους ήταν που εδώ και καιρό μερίδα των αστικών ΜΜΕ ζητούσε τη συνεννόηση μεταξύ κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ και τους καλούσε να διαμορφώσουν από κοινού μια «εθνική θέση».
Ακόμα και ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης σ’ αυτή την κατεύθυνση ζητάει τη συνεννόηση μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ προσθέτοντας ότι είναι αδύνατη αυτή τη στιγμή μια γενικευμένη σύμπραξη μεταξύ των δύο πολιτικών χώρων και προτείνει «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης» μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Άσχετα από τις ιδιαίτερες πολιτικές στοχεύσεις που έχουν τόσο ο Στ. Θεοδωράκης όσο και ο Γιώργος Παπανδρέου σ’ αυτή τη φάση συνδράμουν στη γενική κατεύθυνση της επιδίωξης της κυβέρνησης για συναίνεση στο θέμα του χρέους.
Γιατί όμως εστιάζεται από σύσσωμο το αστικό μπλοκ το θέμα της «εθνικής συνεννόησης» στο ζήτημα του χρέους; Γιατί οι πάντες γνωρίζουν και οι περισσότεροι οικονομικοί αναλυτές έχουν κατασταλαγμένη άποψη ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο. Το γεγονός αυτό καθορίζει τόσο τις οικονομικές εξελίξεις και τη σχέση εξάρτησης της Ελλάδας από τους δανειστές και εταίρους της, αλλά, ταυτόχρονα, αυτό το θέμα καθορίζει και τις αντίστοιχες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας.
Είναι φανερό ότι ανεξάρτητα απ’ ό,τι ισχυρίζεται η κυβέρνηση, η πατρίδα μας βαδίζει σε μια μακροχρόνια στασιμότητα, ενώ ταυτόχρονα με την αποδοχή της πρότασης για πρόγραμμα «προληπτικής χρηματοπιστωτικής στήριξης» θα έρθουν καινούργια αντιλαϊκά μέτρα.
Ήδη αυτό που διαπραγματεύεται ο υπουργός οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης με τον γερμανό υπουργό οικονομικών Β. Σόιμπλε και το ΔΝΤ είναι μια παράταση λίγων μηνών ώστε να γίνει την Άνοιξη ή λίγο πιο μετά, αλλά πάντως μέσα στο 2015, το άνοιγμα του ασφαλιστικού, των εργασιακών σχέσεων, η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, της αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου και της επαναφοράς της εργοδοτικής ανταπεργίας (lock out). Και αυτή είναι κοινή γραμμή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Αυτό το αδιέξοδο που δείχνει ότι τα μνημόνια δεν τελειώνουν ακόμα και αν εκλείψει η τρόικα, υποχρεώνει την αστική τάξη να θέλει δεσμευμένες στην πολιτική που θ’ ακολουθηθεί, όλες τις πολιτικές της δυνάμεις και όσα κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν υιοθετήσει τη στρατηγική της για παραμονή της Ελλάδας στην ΕΕ και το ευρώ. Ταυτόχρονα η πολιτική δέσμευση που θέλει η αστική τάξη, η ΕΕ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ στοχεύει και στον εγκλωβισμό του ελληνικού λαού ο οποίος στην πλειοψηφία του σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις πιστεύει και θέλει τη διαγραφή του χρέους.
COMMENTS