Αν αληθεύει η είδηση (που μόλις ακούσαμε σε πρωινή εκπομπή του Real.Fm) ότι τα ένοπλα τμήματα των Ρωσόφωνων της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας έχουν ήδη «μπει στη Μαριούπολη και προχωράνε με προσοχή, γιατί η περιοχή είναι ναρκοθετημένη από τον εθνικό Ουκρανικό στρατό», τότε, οι εξελίξεις στην Ουκρανία έχουν φέρει την Ουκρανική ηγεσία σε δεινή θέση από κάθε άποψη, ακόμη και στρατιωτική.
Έχοντας υπόψη, επίσης, τις εξελίξεις στην ευρωζώνη, τις δυσκολίες που συναντάει για να ανακάμψει η οικονομία της, τις επιπτώσεις από το Ρωσικό εμπάργκο, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις φασιστικές, έξαλλες και φιλοπόλεμες κραυγές του Κιέβου, τις απαράδεκτες δηλώσεις των Ευρωπαίων ηγετών σε σχέση με τη Ρωσία, που ανάγκασαν τον Φιντέλ Κάστρο να δηλώσει ότι «μερικοί ηγέτες στην Ευρώπη εκφράζονται με τη γλώσσα των SS», το γεγονός ότι: «Εκατό και πλέον συντηρητικοί βουλευτές «ενημέρωσαν» τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον ότι θα ψηφίσουν υπέρ της αποχώρησης της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση αν δεν «αλλάξουν ουσιαστικά» οι όροι σύνδεσης της χώρας με τις Βρυξέλλες» (e – Βήμα, 2/9/2014), ότι η νέα κυβέρνηση της Γαλλίας, δια στόματος του ίδιου του πρωθυπουργού της, ανακοίνωσε ότι η Γαλλία δεν πρόκειται να πιάσει τους στόχους της δημοσιονομικής της πολιτικής, ότι ακόμη και η Ελβετία, το παγκόσμιο θησαυροφυλάκιο, σημείωσε μηδενική ανάπτυξη, το άρθρο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στους FinancialTimes, που ουσιαστικά επισημοποιεί τις διαφορετικές ταχύτητες μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη διάσπαση σε διαφορετικούς «πυρήνες», τα αδιέξοδα συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την όξυνση των αντιθέσεων σ’ αυτήν, τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, την επίσκεψη Ταγίπ Ερντογάν στα κατεχόμενα και τις δηλώσεις του, τότε, βρισκόμαστε μπροστά σε μια κατάσταση, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί.
Ταυτόχρονα παίρνοντας υπόψη ότι ο Γκίκας Χαρδούβελης «ανέτρεψε» τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης προσερχόμενος στο Παρίσι για τις συνομιλίες με την τρόικα και το ζητούμενο ήταν η «αξιοπιστία της χώρας», δηλαδή, «η συμμόρφωση προς τας υποδείξεις» (χρησιμοποιώντας το ανεπανάληπτο επιχείρημα ότι η Ελληνική αντιπροσωπεία δεν έκανε διακοπές και εργάστηκε όπως οι Αμερικανοί – στο μεταξύ τον Μπαράκ Ομπάμα τον κατηγορούν στις ΗΠΑ ότι δεν ασχολείται ουσιαστικά με τις υποθέσεις του κράτους και ότι παίζει πολύ γκολφ), ότι οι κόκκινες γραμμές ανατράπηκαν, προφανώς με τη σύμφωνη γνώμη του Αντώνη Σαμαρά και του Ευάγγελου Βενιζέλου, που, υποτίθεται, ότι συσκέπτονταν και ξανασυσκέπτονταν για να τις χαράξουν, αναγκάζοντας την «Καθημερινή» στο κύριο άρθρο της να γράψει: «Η πολιτική είναι σε μεγάλο βαθμό διαχείριση προσδοκιών. Όποιος κάνει το λάθος να ανεβάσει πρόωρα και αβάσιμα τον πήχη κινδυνεύει να απογοητεύσει την κοινή γνώμη και να περάσει από κάτω. Η κυβέρνηση άφησε να δημιουργηθούν εντυπώσεις για το πώς θα ρυθμιστεί το ζήτημα του χρέους και για το ενδεχόμενο άμεσης αποχώρησης της τρόικας από την Ελλάδα. Είναι όμως σαφές ότι το χρέος θα ρυθμιστεί περαιτέρω, αλλά χωρίς θεαματικές αλλαγές, και οι μηχανισμοί επιτήρησης θα παραμείνουν, όπως και σε κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα. Γι’ αυτό ήταν καλό που κατέβασε τον πήχυ ο υπουργός Οικονομικών και προσγείωσε την κοινή γνώμη στην ωμή πραγματικότητα».
Παραπέρα, βλέποντας τα αίσχη, που σημειώθηκαν κατά τον εορτασμό των 40χρονων του ΠΑΣΟΚ, την πολιτική κατάντια, μέχρι γελοιότητας, της κυβερνητικής σοσιαλδημοκρατίας, με τον έναν αρχηγό απέναντι στον άλλο πρώην αρχηγό να μοιράζουν τα ιμάτια ενός διαλυμένου στην πραγματικότητα ΠΑΣΟΚ, βλέποντας έναν από τους πρωταγωνιστές της «ανανέωσης της Αριστεράς» και της πολιτικής ζωής του τόπου, τον Φώτη Κουβέλη, να χαριεντίζεται με την κυβέρνηση για Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όταν το κόμμα του, η ΔΗΜΑΡ, βρίσκεται στον κατάλογο των «Αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού», τον Πάνο Παναγιωτόπουλο να προτείνει έναν άλλο της «ανανέωσης της Αριστεράς» στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, τον Νίκο Κωνσταντόπουλο αντί του Φώτη Κουβέλη, βλέποντας το ΣΥΡΙΖΑ να συμφωνεί με το ΣΕΒ για την ανάγκη ενός «εθνικού σχεδίου ανάπτυξης» και την «Αριστερή Πλατφόρμα» του ΣΥΡΙΖΑ να βάζει «στοιχήματα για το 30%» των προσεχών εκλογών, βλέποντας την κυβέρνηση να γελοιοποιείται μέσα από τις αναρίθμητες φορολογικές ανορθολογικές διατάξεις του ΕΝΦΙΑ και να επιδίδεται σε ένα κυνικό πλιάτσικο ενάντια στον Ελληνικό λαό και τους εργαζόμενους, βλέποντας, τέλος, τον Παναγιώτη Μπαλτάκο να προορίζει για αρχηγό της σοβαρής «Χρυσής Αυγής» τον ίδιο άνθρωπο που ο Αντώνης Σαμαράς τον προορίζει για υπουργό Άμυνας, τότε, δε χρειάζεται και ιδιαίτερη πολιτική επάρκεια για να αντιληφθεί κανείς ότι η χώρα μας έχει ανάγκη από ένα κόμμα που θα ενσαρκώσει τις ελπίδες των πλατύτερων λαϊκών μαζών, τις αγωνίες τους και τους αγώνες τους.
Τέτοιο κόμμα δε μπορεί να είναι άλλο από το Καπα Καπα Εψιλον. Το ΚΚΕ. Δυστυχώς, όμως, διαπιστώνουμε την αδυναμία της ηγεσίας να προχωρήσει σε στοιχειώδεις εκτιμήσεις για την πολιτική κατάσταση που βιώνει η χώρα μας, για τις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις. Και απόδειξη γι’ αυτό, εκτός των άλλων, είναι και η τελευταία Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου για την Ουκρανική κρίση, που δείχνει μια εμμονή σε επεξεργασίες, τις επεξεργασίες του 19ου Συνεδρίου, που «πετάνε» το Κόμμα εκτός πολιτικής σκηνής, το καθιστούν απλό παρατηρητή των πολιτικών εξελίξεων, που αποκαλύπτουν, πλέον, με κραυγαλέο τρόπο την πολιτική αναντιστοιχία της πολιτικής που ακολουθεί η ηγεσία σε σχέση μ’ αυτήν που απαιτείται και αναδεικνύεται από την πραγματικότητα της χώρας μας και διεθνώς.
Η «Νέα Σπορά» είχε προειδοποιήσει έγκαιρα, από τον Ιούνη του 2012, ότι η πολιτική και οικονομική κρίση θα συνεχιστεί. Η ηγεσία του Κόμματος δεν έχει δεχθεί ακόμη ότι υπάρχει πολιτική κρίση στη χώρα μας, γεγονός που θα την υποχρέωνε να καθορίσει με ακρίβεια τα καθήκοντα του Κόμματος. Και αυτή η άρνησή της «βγαίνει» στην πολιτική της στάση. Προκαλεί μιαν άλλη αναντιστοιχία ανάμεσα στο Κόμμα και τους εργαζόμενους, ανάμεσα στα οξύτατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και τις προσδοκίες τους για επίλυση.
Πιο καθαρά και από την περίοδο 2010 – 2012, τις εκλογές του Μάη και του Ιούνη του ’12, αναδεικνύεται η ανάγκη το ΚΚΕ να πρωταγωνιστήσει στην πολιτική ζωή της χώρας μας, να γίνει ο εκφραστής, εθνικός και συλλογικός, των ελπίδων της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων, των μικροαστικών στρωμάτων, που καταστρέφονται, της νεολαίας και των διανοουμένων, των γυναικών και των μεταναστών εργατών, που εργάζονται στη χώρα μας, ο οργανωτής των αγώνων τους για να απαλλαγεί η χώρα μας από μια πολιτική που εξαθλιώνει τους εργαζόμενους, αυξάνει την ανεργία, το χρέος, την εξάρτηση, υπονομεύει την εθνική ανεξαρτησία και την ασφάλειά της και ακυρώνει κοινωνικές και δημοκρατικές κατακτήσεις και ελευθερίες.
Πιο καθαρά από κάθε άλλη φορά υπάρχει η ανάγκη να προχωρήσει η ηγεσία στην κατάθεση μιας πρότασης, που θα βγάζει τη χώρα μας από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, την πολιτική και οικονομική εξάρτηση, που θα δώσει αναπτυξιακή προοπτική στη χώρα μας και στους εργαζόμενους, ανοίγοντας και το δρόμο για το σοσιαλισμό.
Αυτήν τη στιγμή, οι εξελίξεις το έφεραν, το Κόμμα μας να βρίσκεται μπροστά σ’ αυτήν την υποχρέωση. Και δε μπορεί να την αποφύγει, γιατί όσο την αποφεύγει τόσο χάνει πολύτιμο πολιτικό χρόνο. Και δε χάνει μόνο σε χρόνο. Χάνει και σε έδαφος και σε δυνάμεις.
COMMENTS