Είναι παραπάνω από φανερή η προσπάθεια της κυβέρνησης να χαμηλώσει τον πήχη των προσδοκιών της από τις συνομιλίες που θα έχει η Ελληνική αντιπροσωπεία με την τρόικα στο Παρίσι. Με διπλωματικό τρόπο τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ μας ενημερώνουν ότι αυτό έγινε επειδή η κυβέρνηση διαπίστωσε την απροθυμία (sic) των εταίρων να ανταποκριθούν στα αιτήματα της κυβέρνησης, που τόσο επίμονα καλλιέργησε το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Μάλιστα οι συναντήσεις Αντώνη Σαμαρά και Ευάγγελου Βενιζέλου είχαν ως σκοπό την τοποθέτηση των «κόκκινων γραμμών» με βάση τις οποίες η Ελληνική αντιπροσωπεία θα πήγαινε στο Παρίσι. Ταυτόχρονα ο Αντώνης Σαμαράς καλλιεργούσε ένα κλίμα ότι είναι σε συνεχή συνεννόηση με τους υπουργούς του, ακόμη και κατά τις διακοπές του για να διακανονιστούν οι λεπτομέρειες της συνάντησης.
Τώρα ο ίδιος ο Γκίκας Χαρδούβελης, που θα είναι ο επικεφαλής της πολυμελούς Ελληνικής αντιπροσωπείας, λίγο πριν αναχωρήσει για το Παρίσι και εξερχόμενος από το Μαξίμου, όπου είχε συνάντηση με τον Αντώνη Σαμαρά παρουσία του Ευάγγελου Βενιζέλου, δήλωσε ότι η συνάντηση είναι «τεχνικού χαρακτήρα» και ότι δεν υπάρχουν «κόκκινες γραμμές».
Τεχνικός χαρακτήρας είναι, κατά τον υπουργό οικονομίας, η συζήτηση γύρω από το μνημόνιο, ξεχνώντας, βέβαια, ότι το μνημόνιο είναι για τη χώρα μας «όλα τα λεφτά», γιατί υλοποιεί το σύνολο της οικονομικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι εκκρεμούν παραπάνω από 600 μέτρα, τα οποία η χώρα μας είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει. Υπάρχουν δε ΜΜΕ που έχουν ανακοινώσει ότι, κατά τη συνάντηση, θα υπάρξουν νέες απαιτήσεις από την πλευρά της τρόικας.
Και ενώ στη συνάντηση θα συζητηθούν τα πάντα γύρω από το μνημόνιο, τους φόρους, τον ΕΝΦΙΑ, τα «κόκκινα δάνεια», η εφαρμογή των μέτρων που υπολείπονται, το δημοσιονομικό και χρηματοδοτικό κενό κλπ, ο υπουργός ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από την Ελληνική αντιπροσωπεία το αίτημα για μείωση του φόρου για το πετρέλαιο θέρμανσης και του φόρου αλληλεγγύης και θα συζητηθούν εάν τα θέσουν οι τροϊκανοί. «Δεν είναι στην αντζέντα» δήλωσε ο υπουργός.
Οπότε μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι εάν έχει υπάρξει ήδη μια συμφωνία – μέσω των επιστολών που έχουν ανταλλαγεί – με την τρόικα για μια κάποια «χαλάρωση» στη φορολογία επ’ αυτών των δύο θεμάτων, και δεν τεθούν αυτά από την τρόικα, τότε, ο Αντώνης Σαμαράς θα είναι εφοδιασμένος με τα απαραίτητα προπαγανδιστικά επιχειρήματα στη ΔΕΘ να ανακοινώσει την έναρξη της εποχής της υποτιθέμενης απομάκρυνσης της τρόικα από τη χώρα μας και του υποτιθέμενου τέλους του μνημονίου, να παρουσιάσει αυτές τις συγκεκριμένες φοροελαφρύνσεις σαν την επιτυχία των ανύπαρκτων, επί της ουσίας, κόκκινων γραμμών, της αποφασιστικότητας της κυβέρνησης να μπει η χώρα μας στην πορεία της ανάπτυξης.
Φυσικά όλα αυτά απομένει να τα δούμε με την κατάληξη των συνομιλιών. Το βέβαιο πάντως είναι ότι την ίδια στιγμή θα περνάνε απαρατήρητες, ή, τουλάχιστον, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να περνάνε απαρατήρητες, οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης για ένα νέο μνημόνιο, με όποιο όνομα και εάν βαπτιστεί, και η υλοποίηση των πάνω από τα 600 μέτρων, που απομένουν να νομοθετηθούν από τις προϋπάρχουσες μνημονιακές συμφωνίες.
Όλα αυτά γίνονται σε μια περίοδο, που η οικονομία της ευρωζώνης σημειώνει κάμψη, με πρώτες τις μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης Ιταλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, που, κατά τον Economist η «κρίση περιμένει στη γωνία» και που ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στις τελευταίες του δηλώσεις έκανε ξεκάθαρο ότι ο ρόλος της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας δεν είναι να βοηθάει τα μέλη – κράτη αλλά τα μέλη – κράτη πρέπει να τα βγάλουν πέρα στο πλαίσιο των δικών τους προϋπολογισμών.
Την ίδια στιγμή ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο Καρλ Λάμερς (πρώην εκπρόσωπος της Ένωσης Χριστιανοδημοκρατών) με άρθρο τους στους Financial Times απαιτούν τα κράτη μέλη να εκχωρήσουν περισσότερη εξουσία στα ευρωενωσιακά όργανα, τη δημιουργία θέσης επιτρόπου που θα έχει τη δυνατότητα να απορρίπτει τους προϋπολογισμούς των μελών – κρατών, που δε θα κινούνται στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των συμφωνηθέντων και τη δημιουργία πυρήνων κρατών, που θα είναι πρόθυμα «να προχωρήσουν στις μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με την εξασφάλιση υγιών δημοσιονομικών, την περαιτέρω ρύθμιση των χρηματαγορών, τη μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας, την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς, την ολοκλήρωση των διατλαντικών συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου, τον περιορισμό του επιβλαβούς φορολογικού ανταγωνισμού, την οικοδόμηση μίας ενεργειακής ένωσης και τη δημιουργία μίας ψηφιακής ένωσης στην ΕΕ» (e – Βήμα, 01/09/2014).
Οπότε, όπως βλέπουμε, τα «λουριά σφίγγουν», η ανάκαμψη είναι αβέβαιη και η στάση της Γερμανίας ξεκάθαρη για το μελλοντικό της σχεδιασμό, ενώ το μέλλον της χώρας μας θα εξαρτάται όλο και πιο πολύ από τα κεντρικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Απ’ αυτό και μόνο καταλαβαίνει κανείς πόσο επείγουσα είναι η κατάθεση μιας πρότασης εκ μέρους του Κόμματος, που θα αντιμετωπίζει την κρίση και τη χρεοκοπία, τη μνημονιακή πολιτική που επιβάλλεται, το αίτημα για άμεση αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
COMMENTS