Η εφημερίδα «Τα Νέα» στις 19/08/2014 δημοσίευσε το κεντρικό της άρθρο με τίτλο «Μολυβένια δεκαετία». Στο άρθρο αυτό αναφέρονταν τα παρακάτω:
«Η πρόβλεψη είναι σοκαριστική. Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να αναπτύσσεται 2% έως 3% περισσότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης για τα επόμενα δέκα χρόνια, προκειμένου να επιστρέψει στα επίπεδα σύγκλισης με τις ευρωπαϊκές οικονομίες που είχε επιτύχει το 2009. Ακόμη δηλαδή κι αν διαψευστούν οι φόβοι για στασιμότητα και η οικονομία μας αποτελέσει εξαίρεση αναπτυξιακού καλπασμού, θα πρέπει να φτάσει το 2025 για να ξαναγίνουμε αυτό που ήμασταν. Η χώρα όμως έχει ήδη ξεπεράσει το όριο της αντοχής της – κάτι που φαίνεται στις φυγόκεντρες τάσεις που σημαδεύουν την ελληνική πολιτική. Το απλό συμπέρασμα είναι ότι θα χρειαστούν στοχευμένα μέτρα κοινωνικής στήριξης για τη μολυβένια δεκαετία μπροστά μας».
Από το άρθρο αυτό τι πρέπει να κρατήσουμε; Ότι ακόμη και εάν η ευρωζώνη παρουσιάσει 1% μέση ανάπτυξη η χώρα μας πρέπει να παρουσιάσει 3% έως 4% μια αντίστοιχη ανάπτυξη για να επανέλθει το 2025 εκεί που ήταν το 2009. Το άρθρο αυτό μας επιβεβαιώνει ότι μια γεμάτη δεκαπενταετία πήγε χαμένη για την Ελλάδα.
Παραβλέπουμε το γεγονός ότι το σύνολο των οικονομολόγων έχουν αποφανθεί ότι η χώρα μας είναι αδύνατον να πετύχει τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης. Επίσης παραβλέπουμε το γεγονός ότι το διεθνές περιβάλλον, και ειδικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν ευνοεί για τη χώρα μας τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης. μια και είναι πασίγνωστο ότι οι μεγάλες δυνάμεις φροντίζουν να μεταφέρουν τις συνέπειες της δικιάς τους οικονομικής στασιμότητας στις «περιφερειακές χώρες», όπως είναι η Ελλάδα.
Προς επίρρωση των παραπάνω παραθέτουμε απόσπασμα από το κύριο άρθρο του «e – Βήματος», που δημοσιεύτηκε στις 20/08/2014 και αναφέρει: «Μπορεί η Ελλάδα να πασχίζει να βγει από το φαύλο κύκλο της ύφεσης, μπορεί οι ενδείξεις και οι εκτιμήσεις να είναι θετικές, αλλά από τη μια το γεωπολιτικό σκηνικό γύρω μας και από την άλλη τα απογοητευτικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα για την οικονομία της ευρωζώνης, κάνουν την προσπάθεια αυτή ακόμα πιο δύσκολη. Δυστυχώς για μας , μια περιφερειακή οικονομία, όπως είναι η ελληνική, που βρίσκεται μάλιστα σε κρίση, είναι πολύ πιο ευεπίφορη στις πιέσεις που δημιουργούνται από τη διεθνή αστάθεια».
Ας επικεντρώσουμε στις χρησιμοποιούμενες, πολύ προσεκτικά, εκφράσεις: «ενδείξεις και οι εκτιμήσεις να είναι θετικές» και «μια περιφερειακή οικονομία, όπως είναι η ελληνική, που βρίσκεται σε κρίση»! Ενδείξεις και εκτιμήσεις λοιπόν και ότι η οικονομία της χώρας μας βρίσκεται σε κρίση.
Καταλαβαίνουμε τώρα πόσο έωλη είναι η προπαγάνδα της κυβέρνησης, που μέσα από την «επιτυχία» του πρωτογενούς πλεονάσματος προσπαθεί να παραπλανήσει τους εργαζόμενους ότι η τρόικα και η ύφεση τελείωσαν και ότι μπαίνουμε σε ρυθμούς ανάπτυξης. Το πόσο στριμωγμένη είναι, γιατί, στην πραγματικότητα, τίποτα ακόμη δεν έχει κριθεί.
Η προσπάθεια αυτή έχει ως κεντρικό στόχο στην προσεχή διαπραγμάτευση με την τρόικα να εξασφαλίσει η κυβέρνηση ορισμένες ρυθμίσεις γύρω από τους φορολογικούς συντελεστές και το χρέος, να κερδίσει χρόνο ως προς τις πάνω από 600 ρυθμίσεις που πρέπει να κάνει η χώρα μας για την οικονομίας της κατ’ απαίτηση της τρόικας.
Ο πρώτος στόχος της κυβέρνησης «επετεύχθη»!!! η Συνάντηση της Ελληνικής αντιπροσωπείας με την τρόικα θα γίνει στη Γαλλία. Η κυβέρνηση έκανε και μια θεαματική κίνηση. Απέρριψε πρόταση η συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών να γίνει στην Ελληνική πρεσβεία στο Παρίσι, γιατί θεωρείται …Ελληνικό έδαφος!!! Ούτε στο κτίριο του ΟΟΣΑ, που προτάθηκε ως εναλλακτική λύση, θα πραγματοποιηθεί και μάλλον θα προτιμηθεί μια αίθουσα για να εμπεδωθεί η άποψη ότι η συνάντηση γίνεται σε …ουδέτερο έδαφος. Τελειώσαμε, λοιπόν, με την …τρόικα!!!
Με τι δεν τελειώσαμε όμως; Δεν τελειώσαμε με όσα είπε ο Σόιμπλε στον Δένδια στην πρόσφατη επίσκεψη του δεύτερου στη Γερμανία, δεν τελειώσαμε με όσα είπε στην πρόσφατη επίσκεψη στη χώρα μας ο Γιουνκέρ, δεν τελειώσαμε με τη συνάντηση της Ελληνικής αντιπροσωπείας με την …τελειωμένη τρόικα, δεν τελειώσαμε με όσα θα αποφασιστούν.
Και αυτά που θα αποφασιστούν δε θα είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο (πάνω στο έδαφος της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της λιτότητας και του αποκλεισμού κάθε περίπτωσης ενός νέου κουρέματος του χρέους, ό,τι μας έχουν ήδη πει ο Σόιμπλε και ο Γιουνκέρ) παρά ένα νέο μνημόνιο, που μπορεί να βαπτιστεί με οποιοδήποτε όνομα.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, μας προετοιμάζει συστηματικά για τα επόμενα μολυβένια χρόνια, τα οποία θα προσπαθήσει να τα δικαιολογήσει στους εργαζόμενους στη ΔΕΘ με το πολύχρωμο σελοφάν (αν είναι και πολύχρωμο) των φοροελαφρύνσεων, που κατ’ εξοχήν θα ευνοούν το μεγάλο κεφάλαιο.
Μέσα σ’ αυτόν τον παραπλανητικό κουρνιαχτό που σηκώνει η κυβέρνηση μιλάει για έναν δικαιότερο ΕΝΦΙΑ, αφήνει να διαρρέουν πληροφορίες ότι θα αρθούν οι αδικίες, την ώρα που χαμηλόφωνα ο Γκίκας Χαρδούβελης απευθυνόμενος στους άμεσους συνεργάτες του ομολογεί ότι «δεν μπορούν να γίνουν και πολλά πράγματα»! Το βέβαιο, όμως, είναι ότι η κυβέρνηση θα εισπράξει τα 2.64δισ. ευρώ και οι δόσεις, μάλλον, θα παραμείνουν οι ίδιες.
Από την άλλη μεριά τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει επικεντρώσει όλη την προπαγανδιστική του προσπάθεια πάνω στον ΕΝΦΙΑ (για να φθείρει, προφανώς, την κυβέρνηση, και να εκμεταλλευτεί την πλατιά λαϊκή δυσαρέσκεια σε συνδυασμό με την επιδίωξή του για εκλογές) και στην προετοιμασία του κυβερνητικού του προγράμματος, που θα εξαγγείλει στη ΔΕΘ, την οποία θα επισκεφθεί και θα μιλήσει ο Αλέξης Τσίπρας.
Στη τελευταία του συνέντευξη που έδωσε στη «RealNews» (24/08/2014) δεσμεύεται ουσιαστικά για το τι δε θα κάνει εάν αυτό προκύψει με κυβερνητική πρωτοβουλία. Δε θα υπογράψει μια συμφωνία της κυβέρνησης με την τρόικα, δε θα προτείνει υποψήφιο Πρόεδρο Δημοκρατίας εάν προχωρήσει η κυβέρνηση στη σχετική διαδικασία, δεν προτίθεται να προχωρήσει σε κυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία.
Από εκεί και μετά, εάν έρθει πρώτο κόμμα, δε δεσμεύεται ότι δε θα προτείνει τον Κώστα Καραμανλή για υποψήφιο Πρόεδρο Δημοκρατίας, ενώ στην ερώτηση: «– Μια συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές για το χρέος θα σας δεσμεύει; Και σε τι βαθμό;» απαντάει γενικόλογα.
«Εμάς μας δεσμεύει η θέληση του ελληνικού λαού, η σωτηρία της κοινωνίας και η αξιοπρέπεια της πατρίδας. Μας δεσμεύουν οι άνεργοι που αγωνιούν για μια δουλειά, οι νέοι που μεταναστεύουν, οι φτωχοί που γίνονται φτωχότεροι, οι μικρομεσαίοι που καταστρέφονται. Απέναντί τους αισθανόμαστε χρεωμένοι όχι με το αγγλικό δίκαιο, αλλά με το δίκαιο των εκατομμυρίων ανθρώπων που ζητούν μια θέση στον ήλιο για τους ίδιους και τα παιδιά τους».
Σε άλλη ερώτηση: «– Στις 100 πρώτες μέρες μιας κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ τι θα πρέπει να περιμένουμε; Ποια τα πρώτα της μέτρα;», η απάντηση είναι:
«Κατάργηση των μνημονίων από τη νέα Βουλή. Δημοκρατία παντού από την πρώτη μέρα. Άμεσα μέτρα κοινωνικής αλληλεγγύης για να ανακουφιστούν εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που έχουν πεταχτεί στον Καιάδα των μνημονίων. Κατάργηση της αθλιότητας του ΕΝΦΙΑ που γονατίζει τα μεσαία νοικοκυριά και δημεύει τη μικρή περιουσία. Αποκατάσταση του βασικού μισθού και της κατώτερης σύνταξης στα επίπεδα πριν τον ακρωτηριασμό τους. Άμεση και δραστική κατάργηση του εργασιακού καθεστώτος ζούγκλας. Πρώτα βήματα για μεταρρύθμιση στο χώρο της υγείας, της ασφάλισης, της παιδείας και του κοινωνικού κράτους. Έναρξη της προσπάθειας για τη μετάβαση στο αποκεντρωμένο κράτος των πολιτών. Και φυσικά σταθερή στάση, από τις πρώτες ώρες της νέας κυβέρνησης, απέναντι στην τρόικα, στους δανειστές και στις απαιτήσεις τους. Γιατί δεν ερχόμαστε να διαχειριστούμε την υποταγή της Ελλάδας. Ερχόμαστε να την καταργήσουμε».
Παραθέτουμε, τέλος, ακόμη μια απάντηση του Αλέξη Τσίπρα σε σχετική ερώτηση που του υποβλήθηκε: «– Σε λίγες μέρες το ΠΑΣΟΚ γιορτάζει τα 40 χρόνια της 3ης του Σεπτέμβρη με ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου. Θα ήθελα το σχόλιό σας».
Η απάντηση είναι χαρακτηριστική: «Δεν έχω κανένα σχόλιο, μόνο ένα ερωτηματικό: Τι θα έλεγε άραγε ο Ανδρέας Παπανδρέου αν ζούσε;».
Τρεις βασικές πλευρές έχουμε να σχολιάσουμε για τη συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα:
Πρώτη, ότι σε μια ενδεχόμενη συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές για το χρέος δεν είναι ρητός ότι θα την αρνηθεί, ενώ είναι ρητός ότι δε θα την υπογράψει. Η συμφωνία αυτή, όμως, είναι όριο και για το νέο μνημόνιο ή όπως ονομαστεί, που θα συνοδεύει τη συμφωνία για το χρέος. Επομένως σε ό,τι δεσμεύεται για την τρόικα, τους δανειστές και τα μνημόνια δε μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο.
Δεύτερη, ποια πολιτική αξιοπιστία προκύπτει για το ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο Αλέξης Τσίπρας αρνείται να είναι ρητός σε ότι αφορά την υποψηφιότητα Καραμανλή, πράγμα που σημαίνει και συγκεκριμένη πολιτική δέσμευση με την αστική τάξη στο ενδεχόμενο που θα πραγματοποιηθεί, και φέρνει συνεχώς στην επιφάνεια τον Ανδρέα Παπανδρέου; Και την πολιτική Παπανδρέου τη γνωρίσαμε και την πολιτική Καραμανλή.
Τρίτη, είναι φανερό ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι δεσμευμένος από τα όρια της ίδιας της στρατηγικής του επιλογής. Της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Αυτό του επιτρέπει να κινείται με άνεση σ’ ένα πολιτικό φάσμα που αρχίζει από τον Κώστα Καραμανλή και περιλαμβάνει και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό το φάσμα ο Αλέξης Τσίπρας δε φαίνεται ότι μπορεί να το υπερβεί. Ταυτόχρονα, όμως, αυτό το φάσμα δε μπορεί να θεωρηθεί ούτε καν αριστερό.
Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση το επίδικο ζήτημα είναι ποια πολιτική πρόταση πρέπει να αντιταχτεί σε αντιπαράθεση με την πολιτική της κυβέρνησης και την πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόταση που θα αποτελεί ουσιαστική διέξοδο από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, από τις τεράστιες συνέπειες που έχουν υποστεί οι εργαζόμενοι και όσες ακόμη τους περιμένουν με τα μολυβένια χρόνια που θα έχουν μπροστά τους. Εδώ θα κριθεί η πολιτική του Κόμματός μας, του ΚΚΕ, όπως θα κριθούν και οι άλλες προτάσεις που κατατίθενται σε σχέση με την πολιτική του Κόμματος. Με αυτό ακριβώς το θέμα θα ασχοληθούμε στην επόμενη συνέχεια.
COMMENTS