ΑΑΔΜ : Σημαίνει και αλλαγή τάξεων στην εξουσία;
Φαίνεται ότι ορισμένοι έχουν βαλθεί να αυτογελοιοποιούνται, όταν προσπαθούν να παρουσιάσουν ότι η «Νέα Σπορά» έχει αλλάξει την πολιτική της γραμμή ως προς το 15ο Συνέδριο και έχει προσχωρήσει και υιοθετήσει τα ντοκουμέντα του 19ου Συνεδρίου του Κόμματος. Και για να στηρίξουν έναν τέτοιο ισχυρισμό τους χρησιμοποιούν αποσπασματικά θέσεις της «Νέας Σποράς», που τις αποκόβουν από τη συνολικότερη λογική με την οποία αντιμετωπίζει η «Νέα Σπορά» τόσο το 15ο όσο και το αντίστοιχο 19ο Συνέδριο του Κόμματος.
Πριν, όμως, περάσουμε να εξετάσουμε τις συγκεκριμένες θέσεις που μας αποδίδουν για να αποδείξουν τα όσα υποθέτουν για λογαριασμό μας θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η ιστορία να μας χαρακτηρίζουν κατά το δοκούν και να μας αποδίδουν ακόμη και ιδιότητες θεσιθήρων ή επιδιώξεις πριγκιπικών διαθέσεων να κατακτήσουμε «θρόνους» έχει τη δικιά της διαδρομή.
Είναι μέρος μιας ενορχηστρωμένης συκοφαντικής προσπάθειας, που έχει ξεκινήσει από την εμφάνιση της «Νέας Σποράς». Μιας προσπάθειας, που χρησιμοποιεί γλώσσα καταγωγίων, ασφαλίτικες και χαφιεδίστικες μέθοδες. Μιας προσπάθειας γελοιοποίησης της στάσης της και παραχάραξης των θέσεών της, και προπαντός προσπάθειας πολιτικής συκοφάντησης.
Πίσω απ’ αυτήν τη συκοφαντική προσπάθεια συγκαλύπτονται (οι φανερές για μας) «κρυφές επιθυμίες» ορισμένων για το «ποιος θα έχει την πρωτοβουλία» των κινήσεων. Έτσι ενώ άλλοι διεκδικούν θρόνους και δόξα, συκοφαντώντας, αντιστρέφουν τα πράγματα.
Στην πραγματικότητα όλες αυτές οι ενέργειες δεν αποδεικνύουν τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από το ότι η «Νέα Σπορά» χαλάει τη «σούπα» ορισμένων, που κατά τα άλλα θέλουν να αυτοπαρουσιάζονται είτε ως υπερασπιστές του 15ου Συνεδρίου είτε ως υπερασπιστές του Μαρξισμού – Λενινισμού στις σύγχρονες συνθήκες.
Την ίδια στιγμή βέβαια αποκαλύπτεται ο καραμπινάτος οπορτουνισμός τους, που αναδεικνύει και τη θεωρητική τους ανεπάρκεια, ενώ, ταυτόχρονα, καλλιεργούν συστηματικά το μύθο τους και παρουσιάζονται στην «αγορά» των ιδεών ως οι επαΐοντες με υψιπετές ύφος, που, όμως, δε διστάζουν να είναι μέρος μιας συκοφαντικής και μεθοδευμένης δυσφήμησης, που χρησιμοποιεί τα πιο ανοίκεια μέσα.
Έτσι, ό,τι δεν αποφασίσουν να το εκφράσουν με πολιτικούς όρους για την πολιτική τους ταυτότητα το εκφράζουν με όρους συκοφαντίας και διαστρέβλωσης των θέσεων της «Νέας Σποράς».
Τελευταία μάλιστα ευδοκιμεί και ένα νέο είδος υποτιθέμενου διαλόγου μέσα από το Facebook όπου επιστρατεύονται και αναπαράγονται διάφορα γελοία επιχειρήματα για λογαριασμό όχι τόσο των άμεσα εμπλεκομένων στο διάλογο αλλά όσο των υποβολέων τους.
Οι εμπλεκόμενοι, μάλιστα, που συκοφαντούν συστηματικά τη «Νέα Σπορά» με τη συμμετοχή τους σε τέτοιους διαλόγους έχουν και ορισμένα πολιτικά χαρακτηριστικά, που προδίδουν τόσο την πολιτική τους καταγωγή, τους στόχους τους όσο και το πολιτικό τους ήθος: Ενώ χρησιμοποιούν με αυθεντική πιστότητα «επιχειρήματα» γνωστών ιστοσελίδων και πολύ γνωστών αρθρογράφων αυτών των ιστοσελίδων, κατά τα άλλα είναι έτοιμοι, και το κάνουν, να αρνηθούν την όποια σχέση μαζί τους, ακόμη και όταν με μανία υπερασπίζονται τις θέσεις που προβάλλουν. Ακόμη και όταν αναπαράγουν τις πιο αισχρές συκοφαντίες.
Το ερώτημα είναι: Αν δεν έχουν σχέση με όσους υπερασπίζονται και όσων τα επιχειρήματα αναπαράγουν τότε για λογαριασμό ποιων παρεμβαίνουν;
Τότε γιατί φοράνε τη λεοντή του αδέκαστου κριτή των θέσεων της «Νέας Σποράς», του ουδέτερου, του υπερασπιστή του 15ου Συνεδρίου, την ίδια στιγμή που παρουσιάζονται ότι δεν έχουν καμία σχέση με τις ιστοσελίδες και τα πρόσωπα απ’ όπου αντλούν τα επιχειρήματα φούσκες που υπερασπίζονται.
Διπλοπροσωπία; Δειλία; Μεθόδευση; Ασφαλίτικη πρακτική; Ενορχηστρωμένη συκοφαντία; Θράσος; Άγνοια; Υπερβολική αυτοπεποίθηση, που κρύβει την ηλιθιότητα ότι μπορούν να κρύβονται την ώρα που τα όσα γράφουν βοούν για την προέλευσή τους και το σκοπό τους; Μπαίνουν σφήνα για να συντηρούν έναν υποτιθέμενο τσακωμό, που από τη μια μεριά κατατίθενται ιδεολογικά και πολιτικά επιχειρήματα και από την άλλη αναπαράγεται μια συστηματική κατασυκοφάντηση των θέσεων της «Νέας Σποράς»;
Η απάντηση είναι ότι όλα αυτά μας αφήνουν παγερά αδιάφορους. Θα μπορούσαμε να τους απαντήσουμε ακόμη και με τα λόγια του μεγάλου Φλωρεντιανού ποιητή «άσε τον κόσμο να λέει και εσύ τράβα το δρόμο σου». Ό, τι απαντάει ο Καρλ Μαρξ στην εισαγωγή του Κεφαλαίου για τους επικριτές του. Ή να παρακάμψουμε τον ποιητή και τον Καρλ Μαρξ και να τους απαντήσουμε με το «ελληνικότατο» «άσε τα σκυλιά να ουρλιάζουν και εσύ τράβα το δρόμο σου».
Πρέπει, όμως, όλη αυτή η προσπάθεια συκοφάντησης να είναι τόσο κακοσχεδιασμένη και κακοστημένη, που φανερώνει, πέρα από την εκδήλωση πολιτικών ή και άλλων απωθημένων, ειδικά για τους υποβολείς, ότι υπάρχει πλήρης άγνοια και πολύ πρόσφατων κειμένων της «Νέας Σποράς», γεγονός που μαρτυράει όχι μόνο εμπάθεια, πολιτική σκοπιμότητα, αλλά και ότι αυτοί που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας αυτή τη βρωμοδουλειά είναι και πλήρως ανίκανοι να τη διεκπεραιώσουν.
Διαφορετικά θα προσάρμοζαν το σχεδιασμό τους και θα εφεύρισκαν άλλα «επιχειρήματα». Εκτός και εάν ισχύει το «πενία τέχνας κατεργάζεται» αλλά υπό την πιο χυδαία του μορφή. Και έτσι έχουν καταντήσει ομοιώματα μικρών και ασήμαντων γκεμπελίσκων, που δεν κοκκινίζουν μπροστά σε τίποτα, αυτοί οι κατά τα άλλα …κόκκινοι, που φιλοδοξούν να ανασυγκροτήσουν το Κομμουνιστικό Κίνημα της χώρας μας, αλλά …πρασινίζουν όλο τον κόσμο με τη χολή που ξερνάνε.
Από την πλευρά μας για να αποδείξουμε το πόσο βρώμικα είναι «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» που εκστομίζουν τους θέτουμε υπόψη τις θέσεις μας από τις τελευταίες αναρτήσεις μας, που εξακολουθούν να είναι στην κοινή θέα, παίρνοντας πάντα υπόψη ότι σε μια συνειδητή προσπάθεια συκοφάντησης, την οποία, φυσικά, είσαι υποχρεωμένος να αποκαλύψεις, υπάρχουν και εκείνοι που παρακολουθούν αυτόν το διάλογο (ή ακόμη και συμμετέχουν καλοπροαίρετα) και εκφράζουν τη άποψη: «αφήστε τα τώρα αυτά, γιατί οι άλλοι θα χαίρονται».
Σε κάθε περίπτωση, όμως, και διαχωρίζοντας «τα ξερά» από «τα χλωρά» εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να απαντήσουμε ξεκαθαρίζοντας ότι όταν εκφράζουμε τις απόψεις μας μιλάμε για λογαριασμό αποκλειστικά της «Νέας Σποράς». Εκφράζουμε απόψεις για ένα ΚΚΕ έτσι όπως θα το θέλαμε. Με τις θέσεις και τη λειτουργία που προκύπτουν από την Κοσμοθεωρία του Μαρξισμού – Λενινισμού.
Διευκρινίζουμε, λοιπόν, για πολλοστή φορά τα παρακάτω:
Πρώτο, ως προς το 19ο Συνέδριο του Κόμματος. Καταθέτουμε αποσπάσματα από πρόσφατη ανάρτηση: «Και αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να παραδεχτούμε πλέον, πρώτη απ’ όλους η ηγεσία του Κόμματος, τα μέλη και στελέχη του, οι οπαδοί του και οι ψηφοφόροι του, στο μέτρο της ευθύνης του καθ’ ενός μας, ότι οι επεξεργασίες του τελευταίου Συνεδρίου του Κόμματος δε μας εφοδιάζουν με τα απαραίτητα ιδεολογικά και πολιτικά εργαλεία και μέσα για να αντιμετωπίσουμε τη σημερινή βάρβαρη καπιταλιστική πραγματικότητα» (Τι κάνουμε (2), ανάρτηση 07/08/2014).
Και παρακάτω: «Πρέπει να αποκατασταθεί ο Μαρξισμός – Λενινισμός από κάθε ξένη πρόσμειξη προς αυτόν, να αποκατασταθεί η ιδεολογική και πολιτική ενότητα του Κόμματος. Να σκύψουμε πιο αποφασιστικά στη μελέτη της Λενινιστικής τακτικής, που στις μέρες μας δεν είναι μόνο επίκαιρη αλλά και απολύτως αναγκαία.
Είναι η ώρα των γενναίων αποφάσεων και τα όποια στρογγυλέματα, που μπορούν να χρησιμεύουν και για πολιτικό άλλοθι, αλλά, ταυτόχρονα, να είναι και αποτέλεσμα «των τοίχων» που βρίσκει μπροστά του το Κόμμα και ίσως αφορούν και την εκλογική του επιβίωση, το κέρδισμα χρόνου, δε φτάνουν ούτε επιλύουν το κομματικό – πολιτικό μας πρόβλημα, μπροστά και στις σημαντικές εξελίξεις που έρχονται. Ο «ηρωισμός» της επαναστατικότητας αποδείχτηκε ατελέσφορος και σε βάρος του Κόμματος και του Εργατικού Κινήματος.
Είναι ώρα για την έμπρακτη αλλαγή της στάσης του Κόμματος στο Εργατικό κίνημα, ως απαραίτητης προϋπόθεσης συσπείρωσης και ενότητας της εργατικής τάξης, ανάπτυξης της δράσης της ως κορμού του λαϊκού κινήματος. Στο πλαίσιο αυτό είναι ώρα να αποκατασταθεί ο πραγματικός ρόλος του ΠΑΜΕ, για να αντιμετωπιστεί ο κυβερνητικός συνδικαλισμός κάθε απόχρωσης, ο αστικός ρεφορμισμός και ο σοσιαλρεφορμισμός.
Είναι η ώρα να παραδεχτούμε ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στη λειτουργία του Κόμματος. Οι οργανώσεις του δε βρίσκονται κοντά στους εργαζόμενους, δε αποτελούν τον πυρήνα της δράσης του Κόμματος, παρουσιάζουν έντονα λειτουργικά προβλήματα έως και διαλυτικά φαινόμενα και το αποτέλεσμα είναι τα μέλη του Κόμματος να οδηγούνται στην αδρανοποίηση και στην τυπική διεκπεραίωση των κομματικών καθηκόντων, στην απομάκρυνση. Αν συνδυάσουμε αυτές τις πλευρές της λειτουργίας του Κόμματος και με την ευκολία που επιδεικνύεται για διαγραφές για «ψύλλου πήδημα» τότε αναδεικνύεται μια κομματική κατάσταση που απέχει πολύ από τους Λενινιστικούς κανόνες λειτουργίας του Κόμματος. Το αποτέλεσμα είναι το Κόμμα να έχει περιοριστεί, κυρίως, στην από «τα πάνω» πολιτική δουλειά.
Είναι ώρα να παραδεχτούμε ότι τα στελέχη που αναδείχτηκαν στη βάση των πρόσφατων επεξεργασιών του Κόμματος, της συμφωνίας τους μ’ αυτές, απέχουν πολύ από το να μπορούν να διαχειριστούν πολιτικές καταστάσεις, που χαρακτηρίζονται από σύνθετα καθήκοντα και απαιτήσεις. Και αυτό ο κόσμος το έχει «τούμπανο και εμείς κρυφό καμάρι». Αυτό ήταν το αποτέλεσμα των επεξεργασιών του Κόμματος που δεν ανοίγουν τον ορίζοντα των στελεχών.
Είναι ώρα να ζωντανέψει ο ουσιαστικός διάλογος μέσα στο Κόμμα, να εισακούονται οι διαφορετικές απόψεις, να ζωντανέψει ο διάλογος με τους οπαδούς και φίλους του Κόμματος, τους ψηφοφόρους του, που ζουν μέσα στον κόσμο και μεταφέρουν την άποψη των πλατιών μαζών για την εικόνα του Κόμματος. Μια εικόνα τραυματισμένη και πολλές φορές απογοητευτική. Είναι ώρα να ακούμε πιο πολύ το τι μας λένε οι λαϊκές μάζες, όχι για να υποχωρήσουμε σε απαράδεκτους συμβιβασμούς, αλλά για να πάρουμε υπόψη το επίπεδο της ταξικής και πολιτικής τους συνείδησης. Να μην προβαίνουμε σε εκτιμήσεις που τις ενοχοποιούν και τις προσβάλουν.
Είναι ώρα το Κόμμα να πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη των αγώνων της εργατικής τάξης, να αναστηλώσει το κύρος του και να αντιμετωπίσει τις συμμαχίες της εργατικής τάξης με πιο ουσιαστικό τρόπο. Να διαλύσει απόψεις, που καλλιεργούνται, για την πολιτική του στάση, να δώσει απάντηση στις κατηγορίες ότι έχει μετατραπεί σε συστημικό κόμμα.
Είναι ώρα να δώσει όλες του τις δυνάμεις για την ανάκαμψη του συνδικαλιστικού κινήματος και να τελειώνουν οι πειραματισμοί στη σχέση του ΠΑΜΕ με τα συνδικάτα.
Είναι ώρα για την αποφασιστική βελτίωση του Ριζοσπάστη και των άλλων εντύπων του Κόμματος. Να αντιμετωπιστεί το ιστορικό παρελθόν της δράσης του Κόμματος με πραγματικά κριτήρια του ιστορικού υλισμού, πέρα και έξω από αντιεπιστημονικές και υποκειμενικές προσεγγίσεις. Μόνο έτσι θα έχουμε καθαρή εικόνα της ιστορίας του Κόμματος και σε τελική ανάλυση μόνο έτσι θα ξεκαθαρίσει το ποιος είναι τι» (στο ίδιο).
Εμείς ως «Νέα Σπορά» δεν κρύψαμε ποτέ ότι το ΚΚΕ είναι το Κόμμα μας. Ο στόχος μας είναι σαφής και απολύτως καθαρός. Διεκδικούμε το Κόμμα μας ως Μαρξιστικό – Λενινιστικό Κόμμα. Αυτή τη μάχη δίνουμε. Μπορεί άλλοι να μην την πιστεύουν, να τη θεωρούν ήδη χαμένη, μάταιη. Μπορεί και να τη χάσουμε. Αλλά είμαστε αποφασισμένοι να τη δώσουμε. Και πάνω απ’ όλα τα στοιχεία που συνηγορούν για να δώσουμε αυτήν τη μάχη είναι ο κόσμος του ΚΚΕ και η ιστορία του. Η εκτίμησή μας ότι ο ιστορικός κύκλος του ΚΚΕ δεν έκλεισε. Και αυτή μας η εκτίμηση έρχεται σε πλήρη αρμονία με τον κόσμο του ΚΚΕ και όχι μόνο.
Όσοι παραιτήθηκαν απ’ αυτήν τη μάχη, γιατί νομίζουν ότι ο ιστορικός κύκλος του ΚΚΕ έκλεισε, έχουν το «δικαίωμα» να το κάνουν αλλά δεν έχουν το δικαίωμα να γελοιοποιούν μια μάχη που δίνεται. Και πάνω απ’ όλα αυτό που δεν έχουν δικαίωμα να κάνουν είναι να διαστρεβλώνουν μια πολύ καθαρή θέση. Γιατί τότε το «αντίο» που είπαν στο Κόμμα – φανερό ή κρυφό – κρύβει άλλες σκοπιμότητες. Ο χρόνος θα μας τις πει.
Όσοι μπερδεύουν τις πολιτικές διαφορές και την ιδεολογικοπολιτική διαπάλη με την εκάστοτε ηγεσία του Κόμματος και ταυτίζουν την ηγεσία του Κόμματος με το ίδιο το Κόμμα ας πάψουν να κάνουν αφιερώματα στον Ζαχαριάδη και τον Πλουμπίδη και ας αντιμετωπίσουν κι αυτούς όπως αντιμετωπίζουν εμάς. Με τα «χε – χε» τους, τα «χα – χα» τους και τα βιντεοκλιπάκια του Χάρρυ Κλυνν και τα άκρως «ποιητικά δημιουργήματα» του Κακουλίδη, που ο ποιητικός του οίστρος και το ποιητικό του ανάστημα βρίσκονται σε τέτοιο ύψος, που ασχολείται με …τις πορδές και πολιτικά ανήκει …ως αριστερός …στη ΔΗΜΑΡ!!! Άκρως ταιριαστά πράγματα!!!
Όσοι θέλουν να ασχοληθούν με την πολιτική …πορδολογία, την ίδια στιγμή που παρουσιάζονται ως σωτήρες του Κομμουνιστικού Κινήματος, είναι ελεύθεροι να το κάνουν, εφ’ όσον έχουν ξεπεράσει το φόβο και το άγχος της αυτογελοιοποίησης. Εμείς δεν πρόκειται να τους εμποδίσουμε. Από τη βλακεία τους κανείς δε μπορεί να διασώσει τους βλάκες (ισχύει και για την πολιτική). Το είπε και ο Αϊνστάιν. Κάτι θα ήξερε κι αυτός απ’ αυτή τη ζωή για να ασχολείται ολόκληρη η ανθρωπότητα μαζί του!
Μ’ αυτήν την έννοια όποιος θέλει να καταλάβει τι λένε τα παραπάνω αποσπάσματα που παραθέσαμε από το πρόσφατο άρθρο μας μπορεί να το καταλάβει. Όποιος δε θέλει να καταλάβει μπορεί να επιδίδεται στο «ευγενές άθλημα» της κατασυκοφάντησης της «Νέας Σποράς» ή του αναπαραγωγού των συκοφαντιών που κατασκευάζονται. Ο καθ’ ένας «εφ’ ώ ετάχθη».
Δεύτερο, ως προς το 15ο Συνέδριο: Η «Νέα Σπορά» είχε και έχει με δημοσιευμένα της άρθρα κριτική στάση απέναντι στο 15ο Συνέδριο. Και όχι μόνο αυτό. Έχει μιλήσει για τις ασάφειες, τις αμφισημίες και τις διπλοαναγνώσεις που επιτρέπει να γίνονται. Και με βάση τα παραπάνω έχει μιλήσει για δύο ειδών οπορτουνισμούς που εμφανίστηκαν σε σχέση με το 15ο Συνέδριο. Τον «αριστερό» και το δεξιό οπορτουνισμό. Δε θεωρούμε ότι διαπράττουμε κανένα αμάρτημα να διαφωνούμε και να καταπολεμάμε και τους δύο αυτούς υπαρκτούς οπορτουνισμούς.
Παράλληλα έχει διευκρινίσει ότι ο βασικός κορμός του 15ου Συνεδρίου κινείται σε Λενινιστική κατεύθυνση. Γι’ αυτό και το υπερασπίζεται και το θεωρεί ως βάση για ένα νέο Πρόγραμμα του Κόμματος, που θα το απαλλάξει από τα «κουσούρια» που κουβάλαγε το αντίστοιχο Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου. Πιο καθαρή θέση απ’ αυτή δε νομίζουμε ότι μπορεί να υπάρξει.
Τρίτο, ως προς το ΑΑΔΜ: Κατηγορηθήκαμε ότι έχουμε εγκαταλείψει το ΑΑΔΜ. Όποιος είχε τα μάτια του ανοιχτά και δε διακατεχόταν από πολιτική τύφλα θα διάβαζε αναλυτικά στο αναρτημένο, μόλις πρόσφατα, άρθρο «Τι να κάνουμε (2)» το πώς το Κόμμα, με βάση τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις θα έπρεπε να αντιμετωπίσει την αντιιμπεριαλιστική πάλη, την αντιμονοπωλιακή πάλη και την πάλη για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων.
Μετά την ανάλυση καταλήγαμε στο παρακάτω συμπέρασμα: «Αυτό που ανέδειξε η ίδια η ζωή τόσα χρόνια είναι ότι το Κόμμα μας έχει άμεση ανάγκη από την κατάθεση μιας πολιτικής πρότασης, που θα ενοποιεί τα τρία αυτά μέτωπα πάλης, που πάνω τους θα δέσουν και όλα τα άλλα μέτωπα πάλης. Για τον πολιτισμό, για την παιδεία, την επιστημονική έρευνα, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, τον αθλητισμό, την ειρήνη, τον ελεύθερο χρόνο των εργαζομένων, τη διασκέδαση, τις διακοπές, κλπ., και που η πρόταση αυτή θα συνδυάζει την πάλη για τα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων ( έτσι όπως τα προσδιορίσαμε) με την προοπτική του σοσιαλισμού.
Αυτή η πρόταση δε μπορεί να χαρακτηριστεί με κανένα επιχείρημα ως μια διαχειριστική πρόταση στο πλαίσιο της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Πολύ περισσότερο δεν κλείνει το μάτι στον οπορτουνισμό. Έτσι κι αλλιώς θα αναπτυχθεί πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού αλλά θα κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση. Ενάντια στον καπιταλισμό, γιατί θα προβλέπει την εκδίωξη της αστικής τάξης από την εξουσία, θα προβλέπει τον ερχομό της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων (ειδικότερα των κατώτερων) στην εξουσία, με τη δική τους κυβέρνηση και το δικό τους κράτος, ένα κράτος που δεν θα είναι αστικό, που δεν θα είναι η άμεση δικτατορία του προλεταριάτου, αλλά θα είναι κατά κυρίαρχο τρόπο εργατικό και θα στηρίζεται στην άμεση κινητοποίηση των λαϊκών μαζών, με όλα τα μέσα, ενώ θα είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης της ταξικής πάλης με τη χρησιμοποίηση όλων των μορφών πάλης. Θα είναι μια εξουσία που θα καθιερώσει τους δικούς της λαϊκούς αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, που δε θα έχουν καμία σχέση με τον αστικό κοινοβουλευτισμό.
Είναι μια πρόταση που παίρνει υπόψη όλες τις αντιθέσεις έτσι όπως αναπτύσσονται και εκφράζονται στην Ελληνική κοινωνία, γιατί το βασικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού σήμερα είναι να οξύνει όλες τις αντιθέσεις της κοινωνίας (και ταυτόχρονα τη βασική αντίθεση πάνω απ’ όλες), και τελικά, είναι μια πρόταση που «ανοίγει» τη βασική αντίθεση της κοινωνίας ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, την κάνει κατανοητή πριν απ’ όλα στην ίδια την εργατική τάξη και ευρύτερα στους άμεσους συμμάχους της, δηλαδή ανεβάζει το επίπεδο της ταξικής και πολιτικής συνείδησης. Δίνει τη δυνατότητα να συσπειρώσει την εργατική τάξη και τα διάφορα τμήματά της, να ενισχύσει την ενότητά της και πολιτικά να την εκπροσωπήσει το Κόμμα της, το ΚΚΕ.
Επομένως η πρόταση αυτή είναι μια επαναστατική πρόταση, που μπορεί να εξελιχθεί και στην πιο αποφασιστική μάχη που θα μας οδηγήσει στο σοσιαλισμό. Δεν έχει καμία σχέση με άλλες προτάσεις που ισχυρίζονται ότι το ΚΚΕ δεν είναι σε θέση να εκπροσωπήσει ολόκληρη την εργατική τάξη, απόψεις που μιλούν για το ενιαίο εργατικό μέτωπο ή απόψεις που σκοπεύουν στη δημιουργία μετώπων ερήμην της επαναστατικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης. Είναι μια πρόταση που αφορά το Κόμμα, αλλά και μια πρόταση που στέκεται απολύτως κριτικά απέναντι στην πολιτική που εφαρμόζει η ηγεσία του Κόμματος» (Τι να κάνουμε (2), 07/08/2014).
Όπως βλέπουμε από την άποψη του περιεχομένου το ΑΑΔΜ δεν εγκαταλείπεται, αντίθετα καλείται η ηγεσία του Κόμματος να το επαναφέρει στην καθημερινή πολιτική του πρακτική και δράση. Δεν εγκαταλείπεται, επίσης από την άποψη των κοινωνικών δυνάμεων. Και αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις είναι η εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα, κυρίως τα κατώτερα.
Αυτό που δε θίγεται είναι το ΑΑΔΜ από την άποψη των πολιτικών δυνάμεων. Το πολιτικό μέτωπο. Θίγεται, όμως, ότι σκοπός της εργατικής τάξης και των μικροαστικών δυνάμεων είναι να καταλάβουν την πολιτική εξουσία και ξεκαθαρίζεται και ο χαρακτήρας αυτής της πολιτικής εξουσίας. Αλλά με αυτόν τον τρόπο το ΑΑΔΜ παίρνει και πολιτική μορφή.
Αυτό που δεν παίρνουν υπόψη όσοι μας κατηγορούν ότι εγκαταλείψαμε το ΑΑΔΜ είναι ότι αυτή η πρόταση θα είναι η πρόταση του ΚΚΕ. Επομένως το ποιες πολιτικές δυνάμεις θα ανταποκριθούν ή στην πορεία της ίδιας της πάλης δημιουργηθούν ή θα συμμετέχουν στο πολιτικό μέτωπο με τους συγκεκριμένους στόχους, με τις συγκεκριμένες κοινωνικές δυνάμεις και το συγκεκριμένο κοινωνικό περιεχόμενο (που δε θα βασίζεται πάνω σε μια συμφωνία για το σοσιαλισμό αλλά θα αφήνει ανοιχτή την προοπτική του σοσιαλισμού) είναι ένα ανοιχτό ζήτημα.
Όσοι νομίζουν από τους επικριτές μας ότι υπάρχουν σήμερα οι πολιτικές δυνάμεις που μπορούν να σχηματίσουν το ΑΑΔΜ δεν έχουν παρά να μας τις κατονομάσουν. Τους έχουμε προκαλέσει κατ’ επανάληψη, αλλά αυτοί απαντάνε με τη γλώσσα που ξέρουν καλύτερα: με διάφορες γελοιότητες, σποτάκια, σκιτσάκια, ποιηματάκια υψηλής αισθητικής, τόσο υψηλής, που σου προκαλούν αηδία και εμετό. Στο ερώτημα που τους απευθύνουμε, όμως, δεν απαντάνε ποτέ. Ή μάλλον απαντάνε με τη γλώσσα της …πάπιας!
Υπάρχει κάποια διαφορά ως προς το 15ο Συνέδριο σ’ αυτήν την πρόταση που καταθέτει η «Νέα Σπορά» και καλεί το Κόμμα να την υιοθετήσει; Η απάντηση είναι ευθέως καταφατική. Η διαφορά που υπάρχει είναι ότι δεν επιτρέπει στον «αριστερό» και στο δεξιό οπορτουνισμό να τσαλαβουτάνε πάνω στο χαρακτήρα του ίδιου του ΑΑΔΜ και στο χαρακτήρα της εξουσίας του ΑΑΔΜ, τόσο στο κοινωνικό επίπεδο όσο και στο πολιτικό. Της σχέσης του ΑΑΔΜ με το σοσιαλισμό. ΑΑΔΜ στην εξουσία δε σημαίνει άμεσος σοσιαλισμός. Σημαίνει, όμως, μέτρα που φέρνουν τη ρήξη με την αστική τάξη, που έχει εκδιωχθεί από την εξουσία αλλά εξακολουθεί φυσικά να υπάρχει, μέτρα που ανοίγουν το δρόμο για το σοσιαλισμό.
Παραπέρα ξεκαθαρίζονται οι μορφές περάσματος στη νέα εξουσία, ότι η εκδίωξη της αστικής τάξης από την εξουσία, το πέρασμα, δηλαδή, στην εξουσία της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα μπορεί να πραγματοποιηθεί με όλες τις μορφές πάλης, ειρηνικές και μη ειρηνικές. Όλες αυτές οι μορφές είναι επαναστατικές, γιατί στόχο έχουν την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία.
Θυμίζουμε για τους «επαΐοντες» ότι ο Β. Ι. Λένιν εξάντλησε μέχρι τέλους όλες τις δυνατότητες ειρηνικού περάσματος της εξουσίας στα Σοβιέτ. Κατέθεσε μέχρι και πρόταση στους Μενσεβίκους και τους Εσέρους για δημιουργία κυβέρνησης των δύο αυτών κομμάτων, που θα στηριζόταν στα Σοβιέτ και θα αντιπροσώπευαν τα Σοβιέτ, αλλά με την προϋπόθεση ότι θα εκδίωκαν την αστική κυβέρνηση από την εξουσία, δηλαδή, θα πέρναγε όλη η εξουσία στα Σοβιέτ, πράγμα που στην πράξη θα σήμαινε και την εκδίωξη της αστικής τάξης από την εξουσία.
Η άρνηση των δύο αυτών κομμάτων στην πράξη να αποδεχτούν την πρόταση του Β. Ι. Λένιν, λόγω της πολιτικής τους στάσης, «πρόλαβε» την πρόταση του Β. Ι. Λένιν, που τον ανάγκασε να ρίξει το σύνθημα της εξέγερσης. Και η εξέγερση πραγματοποιήθηκε με βάση το Πρόγραμμα των Μπολσεβίκων, που, ήδη, είχε μπει στη συζήτηση της αναθεώρησής του. Και το αναθεωρημένο πρόγραμμα στηριζόταν πάνω σε αστικοδημοκρατικά αιτήματα.
Αυτήν την τακτική ο Β. Ι. Λένιν την έχει επεξεργαστεί από το Συνέδριο του Λονδίνου. Με μία διαφορά. Μετά την πραγματοποίηση της αστικοδημοκρατικής επανάστασης του Φλεβάρη την υποτάσσει με τις «Θέσεις του Απρίλη», επειδή «η αστικοδημοκρατική επανάσταση τελείωσε», στο πέρασμα «από το πρώτο στάδιο της επανάστασης στο δεύτερο». Η τακτική αυτή, ακόμη και τότε, δεν προβλέπει τον άμεσο σοσιαλισμό (απάντηση του Β. Ι. Λένιν στον Κάμενεφ) και σ’ αυτό το σημείο ο Β. Ι. Λένιν είναι κατηγορηματικός μέχρι τέλους, ακόμη και όταν παρουσιάζει το ανεπανάληπτο άρθρο του «Η καταστροφή που μας απειλεί και πως θα την αντιμετωπίσουμε», λίγες μέρες πριν την επανάσταση του Οχτώβρη.
Αφού ξεκαθαρίζεται λοιπόν ο χαρακτήρας του κράτους του ΑΑΔΜ, ξεκαθαρίζεται επίσης ότι πρώτος στόχος αυτής της εξουσίας είναι η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Δηλαδή η πρόταση της «Νέας Σποράς» στηρίζεται στο Πρόγραμμα του 15ου Συνέδριου, που είχε ως πρώτο στόχο την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ κλπ..
Αν, τώρα, με την ανάπτυξη της αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής, δημοκρατικής πάλης έρθει η αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση πριν το ΑΑΔΜ καταλάβει την πολιτική εξουσία, δηλαδή από αστική ή και μικροαστική κυβέρνηση, τόσο καλύτερα για το ΑΑΔΜ. Διευκολύνει ακόμη περισσότερο την πάλη του, χωρίς να αναιρεί τους στόχους του και προπαντός το στόχο της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας.
Αν, παραπέρα, αυτή η αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη του ΑΑΔΜ οδηγήσει, σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης, στην άνοδο της πολιτικής και ταξικής συνείδησης των λαϊκών μαζών σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να τις καταστήσουν ικανές αυτές να απαιτήσουν και να διεκδικήσουν το πέρασμα στο σοσιαλισμό, τότε, θα ήταν κανείς πολύ ηλίθιος να αρνηθεί μια τέτοια εξέλιξη.
Άλλωστε όλη η τακτική του Β. Ι. Λένιν με τις «Θέσεις του Απρίλη» αποσκοπούσε στο να διαφοροποιήσει την «ασύγγνωστη ευπιστία» των λαϊκών μαζών προς την Προσωρινή κυβέρνηση, να περάσει «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» και όταν αποφασίζεται η εξέγερση, αφού έχουν εξασφαλίσει οι Μπολσεβίκοι την πλειοψηφία μέσα στα Σοβιέτ (αυτό λέγεται άνοδος της πολιτικής και ταξικής συνείδησης των λαϊκών μαζών), αυτή φέρνει στην πολιτική εξουσία τους Μπολσεβίκους ως Κόμμα, με τη στήριξη των αριστερών Εσέρων και ορισμένων αριστερών Μενσεβίκων, και την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά ως τάξεις.
Αυτές τις «λεπτομέρειες» από την πλευρά μας τις έχουμε ξεκαθαρίσει σε πάμπολλα άρθρα μας. Όποιος δε προτίθεται να τις πάρει υπόψη του θα του συστήναμε, και αυτή θα ήταν η καλή μας προαίρεση, να μας διαβάζει καλύτερα. Αν θέλαμε να του δείξουμε την «κακή» μας προαίρεση θα ακολουθούσαμε τη Μαρξική και τη Λενινιστική μέθοδο, που χαρακτήριζαν παλιανθρώπους όσους από τους πολιτικούς τους αντιπάλους τους διαστρέβλωναν τα κείμενα.
Τώρα. Υπάρχει κάποια διαφορά της πρότασης που καταθέτει η «Νέα Σπορά» με τα ντοκουμέντα της Συνδιάσκεψης για την Ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση; Σαφώς και υπάρχει. Και για να γίνει κατανοητή αυτή η διαφορά θα παραθέσουμε ένα απόσπασμα από την Απόφαση της Συνδιάσκεψης: «Για την αποδέσμευση της χώρας από την ΕΟΚ καθοριστικό ρόλο θα παίξει η ανάπτυξη ισχυρού αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού κινήματος με πρωτοπορία την εργατική τάξη, με την καθοδήγηση ενός ισχυρού ΚΚΕ, η ανάδειξη μιας κυβέρνησης αντιμονοπωλιακών δυνάμεων που θα είναι διατεθειμένη να προωθήσει ένα πρόγραμμα φιλολαϊκής προοδευτικής ανάπτυξης σε αντίθεση με τα συμφέροντα των πολυεθνικών και του ιμπεριαλισμού».
Όπως διαπιστώνουμε το συγκεκριμένο απόσπασμα εισάγει την έννοια της αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής πάλης και των αντίστοιχων δυνάμεων, μιλάει για μια κυβέρνηση αυτών των δυνάμεων, χωρίς να ολοκληρώνει αυτή τη σκέψη και να την καταλήγει στη δημιουργία του ΑΑΔΜ, πολύ περισσότερο στην αλλαγή των τάξεων στην εξουσία. Η ωρίμανση της πολιτικής σκέψης του Κόμματος έφερε αυτήν την ολοκλήρωση στο 15ο Συνέδριο. Όπως την έφερε και με τον τρόπο που την έφερε.
Σήμερα έχουμε ένα λόγο παραπάνω να ξεπερνάμε αυτήν τη σε σωστή κατεύθυνση αλλά ατελή πρόταση της Συνδιάσκεψης. Οι συνέπειες από την ένταξη έχουν γίνει πλέον καθεστώς, εσωτερικό δίκαιο της χώρας, στη βάση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Και αυτό το καθεστώς ανατρέπεται από μια άλλη εξουσία. Μια εξουσία της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, κυρίως των κατώτερων, που θα ανοίγει το δρόμο στο σοσιαλισμό και θα τον φέρνει πιο κοντά.
Μια κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν σήμερα με βάση τις συνέπειες της ένταξης και στόχο την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία, θα βρισκόταν στην προφανή αδυναμία να μη μπορεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες εξ αιτίας του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Αυτήν την κατάσταση οι εργαζόμενοι ήδη τη ζουν και την υφίστανται. Σ’ αυτό ακριβώς το θέμα έχει εγκλωβιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτήν την κατάσταση πρέπει να ανατρέψουν σήμερα οι εργαζόμενοι.
Η αδυναμία της Συνδιάσκεψης να μην καταλήξει στην ανάγκη αλλαγής των τάξεων στην εξουσία «πέρασε» στο 15ο Συνέδριο με μια τροποποιημένη εκδοχή αλλά και με μία ομοιότητα: «Σε συνθήκες ταξικών αναμετρήσεων και μεγάλης φθοράς στην επιρροή των αστικών κομμάτων και των συμμάχων τους, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων με βάση το κοινοβούλιο χωρίς να έχουν διαμορφωθεί ακόμα οι όροι για το επαναστατικό πέρασμα. Η δρομολόγηση κυβερνητικών μέτρων που στοχεύουν στην ανακούφιση του λαού, ενάντια στο πολυεθνικό κεφάλαιο, στην εξάρτηση και τη συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, είναι δυνατόν να συσπειρώνει και να πείθει για την ανάγκη γενικότερης ρήξης. Το ΚΚΕ επιδιώκει μια τέτοια κυβέρνηση, με τη δράση της και τη γενικότερη λαϊκή παρέμβαση, να συμβάλει στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας. Το διάστημα μέσα στο οποίο θα κριθεί αν η κυβέρνηση θα προχωρήσει προς τα εμπρός δε θα είναι μακρόχρονο. Η πείρα δείχνει ότι θα είναι βραχύχρονο. Αν οι εξελίξεις δεν πάρουν θετική πορεία, τότε η κυβέρνηση θα ανατραπεί, κάτω από την αντίδραση της κυρίαρχης τάξης και την ιμπεριαλιστική παρέμβαση. Η ανατροπή της δε σημαίνει υποχρεωτικά συνολικό πισωγύρισμα. Μπορεί να γίνει παράγοντας για να κατανοηθεί βαθύτερα η ανάγκη ριζικής ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος».
Όπως παρατηρούμε γίνεται λόγος για «κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων». Επειδή το 15ο Συνέδριο ως βασική του επεξεργασία έχει το ΑΑΔΜ αφήνεται να «αιωρείται» ότι αυτή η κυβέρνηση θα είναι κυβέρνηση του ΑΑΔΜ. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται γι’ αυτό. Πρόκειται για μια κυβέρνηση «με βάση το κοινοβούλιο» έξω και πέρα από το ΑΑΔΜ (διαφορετικά θα μίλαγε για κυβέρνηση του ΑΑΔΜ), πέρα και έξω από την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία.
Αυτή είναι η ομοιότητα με την αντίστοιχη πρόβλεψη της Συνδιάσκεψης. Η τροποποίηση είναι ότι κάνει την πρόβλεψη ότι αυτή η κυβέρνηση με τα μέτρα που θα παίρνει μπορεί να αποτελέσει «την έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας», ενώ η Συνδιάσκεψη μιλάει για μια κυβέρνηση «που θα είναι διατεθειμένη να προωθήσει ένα πρόγραμμα φιλολαϊκής προοδευτικής ανάπτυξης σε αντίθεση με τα συμφέροντα των πολυεθνικών και του ιμπεριαλισμού».
Η ηγεσία του Κόμματος, όταν από την πλευρά μας ανοίξαμε αυτό το θέμα μας απάντησε ότι πρόκειται «για ένα ενδεχόμενο». Στη συνέχεια μίλησε για «μεταβατική στιγμή». Καταθέτουμε το σχετικό απόσπασμα: «Ο αστικός Τύπος, κατ’ επανάληψη, από τη δημοσίευση των Θέσεων της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο, άνοιξε μέτωπο, σ’ αυτό που από την προεκλογική περίοδο ακόμη έγινε κρίκος της επίθεσης στο ΚΚΕ ότι απεμπολεί το Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου, δηλαδή την πολιτική του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ). Σ’ αυτό έχουν συμβάλει και ορισμένα πρώην στελέχη του ΚΚΕ, ελάχιστα βεβαίως, ακόμη και πρώην μέλη της ΚΕ, αλλά και ελάχιστοι δημοσιογράφοι του «Ριζοσπάστη», δίνοντας όπλα στον αντίπαλο να χτυπά το Κόμμα και τη γραμμή του. Με διαστρέβλωση και απομόνωση ενός και μόνο στοιχείου του Προγράμματος, την περιγραφή μιας ενδεχόμενης μεταβατικής στιγμής στην κοινωνική εξέλιξη και την ταξική πάλη, αυτήν του ενδεχόμενου να προκύψει κυβέρνηση αντιμονοπωλιακών, αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Διαστρέβλωση, γιατί και ο αστικός Τύπος, αλλά και ορισμένα άρθρα πρώην στελεχών του ΚΚΕ μιλούν για κυβέρνηση του ΑΑΔΜ και όχι κυβέρνηση αντιμονοπωλιακών, αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων και μάλιστα διαστρεβλώνοντας και τη θέση του 15ου Συνεδρίου ως προς τη θέση του ΚΚΕ απέναντι σε τέτοια κυβέρνηση. Που, βεβαίως, απέκλειε τη δική του συμμετοχή. Αυτό λοιπόν έγινε από εχθρούς και «άσπονδους φίλους» σημαία στην αντιΚΚΕ πάλη, επειδή το ΚΚΕ δε διεκδίκησε τέτοια κυβέρνηση, άρα, λένε, απεμπόλησε το Πρόγραμμα και τώρα το αποτυπώνει στη νέα επεξεργασία του Προγράμματος, το τεκμηριώνει και στρατηγικά. Η κυβέρνηση που ως στιγμή έθιγε το 15ο Συνέδριο δεν έχει καμιά σχέση με την κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ, κυβέρνηση που δεν αμφισβητεί τα πλαίσια της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, του καπιταλισμού γενικότερα» («Ρ». 30/03/2013, σελ. 10, Στέφανος Λουκάς, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ).
Στο ίδιο μήκος κύματος, όμως, κινήθηκε και ο «Εργατικός Αγώνας». Αυτό το ίδιο ζήτημα, όταν το θέσαμε σε συζήτηση από τις στήλες της «Νέας Σποράς», έδωσε το πρόσχημα στο Δ. Δημητριάδη από τις στήλες του «Εργατικού Αγώνα» να μας κατηγορήσει με τα εξής περίφημα: «Είναι γενικά αποδεκτό και δεν γίνεται να είναι διαφορετικά ότι η εξουσία μιας τάξης δεν ταυτίζεται με την κατάκτηση της κυβέρνησης. Ότι η εξουσία μιας τάξης προϋποθέτει την ανατροπή της εξουσίας άλλης τάξης. Αυτό ακριβώς γίνεται με επανάσταση και μόνο με επανάσταση, άρα αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας γίνεται μόνο επαναστατικά και όχι κοινοβουλευτικά όπως αναφέρει το άρθρο (Σ.Σ. απαντάει σε δικό μας άρθρο ο Δ.Δ.). Η τοποθέτηση ως εκ τούτου του συγκεκριμένου άρθρου είναι εντελώς λαθεμένη. Μια κυβέρνηση που αναδεικνύεται κοινοβουλευτικά δεν είναι δυνατόν να είναι επαναστατική κυβέρνηση. Μπορεί να είναι προοδευτική, να έχει αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό χαρακτήρα και φιλολαϊκό προσανατολισμό, να πάρει θετικά μέτρα υπέρ του λαού, αλλά δεν θα είναι κυβέρνηση επαναστατική. Άρα ορθά το πρόγραμμα του 15ου συνεδρίου την πιθανή κυβέρνηση των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων την τοποθετεί εκτός επαναστατικής διαδικασίας. Θα είναι, εάν επιτευχθεί, μια κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή η οποία κατά την άποψη του ΚΚΕ πρέπει παίρνοντας μέτρα υπέρ της εργατικής τάξης και του λαού και εναντίον του κεφαλαίου και της εξουσίας του να προσπαθήσει να οδηγήσει τις εξελίξεις στη σύγκρουση, την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και την κατάληψη της εξουσίας από τις αντιμονοπωλιακές δυνάμεις.
Εδώ μπορούμε να απολαύσουμε τη «θεωρητική δεινότητα» των αναλύσεων για την επανάσταση αλλά το παρακάμπτουμε το θέμα. «Ενδεχόμενο» ή «ενδεχόμενη μεταβατική στιγμή» το να προκύψει μια κυβέρνηση με αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό χαρακτήρα, από την πλευρά της ηγεσίας. «Πιθανή» μια κυβέρνηση με αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό χαρακτήρα κατά τον «Εργατικό Αγώνα». Ταυτόσημες απόψεις (Ο «Εργατικός Αγώνας» μπορεί συστηματικά να μας κατηγορεί ότι «μαζεύουμε ψηφαλάκια για την ηγεσία του Κόμματος» αλλά δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να εξηγήσει τη συμφωνία του με την ηγεσία του Κόμματος σε τέτοια σοβαρά ζητήματα)!!!
Κανείς, όμως, από τους δύο – και παρά την ταυτοσημία, δε μπαίνει στον κόπο να μας εξηγήσει ποιων κοινωνικών δυνάμεων θα είναι κυβέρνηση μια αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση και ποιες πολιτικές δυνάμεις θα αντιπροσωπεύει. Μια αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση, με όποιο τρόπο και εάν έρθει στη διακυβέρνηση αντιπροσωπεύει τις αντιμονοπωλιακές αντιιμπεριαλιστικές κοινωνικές δυνάμεις, δηλαδή την εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα κυρίως τα κατώτερα, και τις αντίστοιχες πολιτικές δυνάμεις. Αλλιώς δεν θα ήταν αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση.
Κανείς δε μπήκε στον κόπο να μας πει πως μια αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση δε θα είναι κυβέρνηση του ΑΑΔΜ με δεδομένη τη σχέση που καταγράφει το 15ο Συνέδριο μεταξύ «αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού και μετώπου – αντίστοιχων κοινωνικών δυνάμεων – αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων»!
Δηλαδή, το ερώτημα είναι: Πως θα προκύψει μια κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων; Ερήμην της πάλης των αντίστοιχων κοινωνικών δυνάμεων, ερήμην της πάλης του ΚΚΕ; Οι εξηγήσεις δίνονται ένθεν κακείθεν εκ των υστέρων και είναι ταυτόσημες.
Μόνο και μόνο ότι αυτή η αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση θα προέκυπτε από εκλογές ήταν αρκετό για να «τεκμηριωθεί» ότι θα είναι εκτός επαναστατικής διαδικασίας.
Μ’ αυτόν τον τρόπο πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το μέτωπο των δυνάμεων, με τη συμμετοχή του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, που κέρδισε τις εκλογές και κατέκτησε την κυβερνητική εξουσία στην Τσεχοσλοβακία αμέσως με τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης προώθησε και έλυσε αστικοδημοκρατικά αιτήματα προχωρώντας παράλληλα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, κοινωνικοποιώντας τα μέσα παραγωγής, ήταν …εκτός επαναστατικής διαδικασίας επειδή κέρδισε τις εκλογές.
Ε!… Και τότε τι ανέτρεψε η αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία;… Τον …καπιταλισμό;… Ήταν ή δεν ήταν η υλική βάση στην Τσεχοσλοβακία σοσιαλιστική; Θα πάρουμε απάντηση σ’ αυτό το θέμα; Ή ό, τι συνέβη στην Τσεχοσλοβακία θα το διαγράψουμε από την Ιστορία;
Είναι προφανές το μπέρδεμα που γίνεται ανάμεσα στις μορφές πάλης και τις μορφές περάσματος σε σχέση με την επαναστατική διαδικασία.
Μ’ αυτόν τον τρόπο τι θα μπορούσαμε να πούμε και πως θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε την περίπτωση της Κούβας; Στην Κούβα γίνεται μια αγροτική επανάσταση το 1959. Το 1961 ανακοινώνεται από την ηγεσία των επαναστατικών δυνάμεων ότι περνάει η Κούβα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Το πέρασμα από την αστική – αγροτική επανάσταση (ο Β. Ι. Λένιν χαρακτηρίζει τις αγροτικές επαναστάσεις ως αστικές επαναστάσεις) στη σοσιαλιστική έγινε με απόλυτα ειρηνικό τρόπο. Τι ακριβώς θα πούμε τώρα; Ότι η επανάσταση στην Κούβα ήταν από το 1959 σοσιαλιστική; Ή ότι δεν έγινε σοσιαλιστική επανάσταση το 1961 επειδή το πέρασμα ήταν ειρηνικό; Και ας προχωρήσουμε πιο πέρα, στο σήμερα. Είναι ή δεν είναι σήμερα η Κούβα σοσιαλιστική; Και εάν είναι τι θα πούμε για το ειρηνικό πέρασμα στο σοσιαλισμό; Θα το απορρίψουμε; Και εάν δεν το απορρίψουμε, γιατί πρέπει να απορρίψουμε το κοινοβουλευτικό πέρασμα στην εξουσία του ΑΑΔΜ ακόμη και στο σοσιαλισμό, που είναι μορφή του ειρηνικού περάσματος;
Οι Μαρξιστές – Λενινιστές είναι υπέρ όλων των μορφών πάλης, υπέρ όλων των μορφών περάσματος στο σοσιαλισμό, με την προϋπόθεση ότι έχουν εξασφαλίσει τη λαϊκή συγκατάθεση και ιδιαίτερα των άμεσων κοινωνικών δυνάμεων, που έχουν συμφέρον από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, και δεν εξαρτούν το χαρακτήρα μιας επαναστατικής διαδικασίας από τη μορφή πάλης ή τη μορφή περάσματος.
Οι Μαρξιστές – Λενινιστές τη μόνη υποχρέωση που έχουν είναι με βάση την πορεία της ταξικής πάλης να αντιστοιχούν σ’ αυτήν τις κατάλληλες μορφές πάλης για να οδηγήσουν την εργατική τάξη και τους συμμάχους της στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Στην πορεία αυτή το ΑΑΔΜ και η κυβέρνησή του ανοίγει την επαναστατική διαδικασία, είναι μέσα στην επαναστατική διαδικασία, γιατί αντιπροσωπεύει την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία. Εάν δεν αντιπροσώπευε την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία θα ήταν αστική διαχείριση. Από εκεί και μετά όλα τα υπόλοιπα για την πορεία προς το σοσιαλισμό τα «αναλαμβάνει» η ταξική πάλη.
Όλα τα παραπάνω τα αναφέρουμε ως ζητήματα που αφορούν το Πρόγραμμα του ΚΚΕ, που μέσα από το ΑΑΔΜ διαγράφει και προβλέπει μια πορεία, που θα καταλήξει στην κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Επομένως, αν σ’ αυτήν την πορεία προκύψει κυβέρνηση που δεν θα είναι του ΑΑΔΜ, που θα μπορούσε να έχει ενσωματώσει, και λόγω της όξυνσης της ταξικής πάλης, αντιιμπεριαλιστικά ή ακόμη και αντιμονοπωλιακά δημοκρατικά αιτήματα, τότε το ΚΚΕ και το ΑΑΔΜ θα καθορίσουν τη στάση τους απέναντι σ’ αυτήν την κυβέρνηση ανάλογα. Αλλά αυτή η περίπτωση είναι ένα άλλο ζήτημα, που εξαρτήθηκε από την πορεία και τη δυναμική της ταξικής πάλης, που δεν έφερε στην πολιτική εξουσία μια κυβέρνηση του ΑΑΔΜ.
Πάντως θα συστήναμε στους επικριτές μας αυτήν την ανάλυση που κάνουν, που έχει ξεπεραστεί από την πραγματικότητα που διαμόρφωσε η ένταξη (πάλι δείχνουμε την καλή μας προαίρεση) να την καταθέσουν στο ΣΥΡΙΖΑ. Ως πολιτικό άλλοθι θα του είναι πολύ χρήσιμη και οι επικριτές μας θα έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν και πολιτικούς συμμάχους για να δημιουργήσουν το …ΑΑΔΜ.
Τώρα, εάν θα πείσουν τον Αλέξη Τσίπρα να φτάσει να υιοθετήσει την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ ή και το ΝΑΤΟ αυτό επαφίεται στην επιφοίτηση του …Αγίου Πνεύματος. Σε κάτι πρέπει να χρησιμεύσει και η επίσκεψη στο …Άγιο Όρος.
Εμείς από την πλευρά μας, ωστόσο, όταν ο Αλέξης Τσίπρας διάβαζε θρασύτατα το Πρόγραμμα του Κόμματος στη διακαναλική συνέντευξη τον Μάη του 2012 επικρίναμε την τότε ηγεσία του Κόμματος, γιατί δεν του απάντησε με την πρόταση του 15ου Συνεδρίου, με το βασικό της περιεχόμενο και τα προγραμματικά του αιτήματα. Ακόμη και με την εκδοχή της «μεταβατικής στιγμής». Όχι για να αποδεχτεί την πρόταση Τσίπρα, που στην ουσία της ήταν ένα δημαγωγικό τερτίπι αλλά για να του την γυρίσει μπούμερανγκ.
Οι λόγοι της μη απάντησης, βέβαια, ήταν άλλοι. «Η μεταβατική στιγμή» ή το «ενδεχόμενο» χρησίμευε απλώς σαν μια δικαιολογητική βάση. Στην πραγματικότητα δεν έπρεπε να επισημοποιηθεί, και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο, η θέση για αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση ούτε σαν μεταβατική στιγμή, πολύ περισσότερο ως κυβέρνηση του ΑΑΔΜ, που θα θέλαμε εμείς.
Νομίζουμε ότι από την πλευρά μας έχουμε ξεκαθαρίσει πλήρως τις θέσεις μας ως προς το 19ο Συνέδριο, το 15ο Συνέδριο και το ΑΑΔΜ. Προσθέτουμε απλώς ότι είναι ιδιαίτερα άχαρο έργο να κατηγορείς κάποιον ότι έχει εγκαταλείψει το ΑΑΔΜ, όταν σε κάθε ευκαιρία το περιγράφει από κάθε άποψη. Και κάτι ακόμη. Ένα μέτωπο δεν κρίνεται από την ονομασία του. Παίζει ρόλο και αυτό. Κρίνεται, όμως, κατά κυρίαρχο τρόπο, από το περιεχόμενό του και τους στόχους του. Και εμείς από την πλευρά μας υπερασπιζόμαστε πρωτίστως το περιεχόμενό του και τους στόχους του.
Τέταρτο, ως προς την κριτική που ασκούμε σε πρόσωπα: Πρέπει να πούμε ότι δεν πολυκαταλαβαίνουμε αυτήν την κριτική. Η «Νέα Σπορά» έχει ασκήσει κριτική σε πολλούς αρθρογράφους και πολιτικές προσωπικότητες με τις απόψεις των οποίων δε συμφωνεί. Έστω και δριμεία. Πάντα, πιστεύουμε, τεκμηριωμένη. Έχει ασκήσει κριτική στην ηγεσία του Κόμματος. Ποτέ, όμως, δε μετήλθε μέσων και λόγων που γελοιοποιούσαν πρόσωπα. Ποτέ δεν κατέφυγε στη γελοιοποίηση της ηγεσίας του Κόμματος. Ποτέ δεν κατέφυγε στη γελοιοποίηση των πολιτικών προσωπικοτήτων ή των αρθρογράφων που έκανε κριτική ή ακόμη και πολεμική
Από τότε που διαμορφώθηκε ο προφορικός λόγος και επινοήθηκε η γραφή για να αποτυπώσει την ανθρώπινη σκέψη τα πρόσωπα είναι φορείς απόψεων. Και πολιτικών απόψεων. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» του ονομάζει τον άνθρωπο «πολιτικό ον». Είναι εντελώς φυσικό να ασκείται κριτική στις απόψεις των προσώπων. Όπως είναι εντελώς φυσικό να ασκείται κριτική στις απόψεις που εκφράζει η «Νέα Σπορά».
Τα ανθρώπινα όντα μιλάνε, γράφουν, εκφράζουν τις σκέψεις τους, αναπτύσσουν το διάλογο και την αντιπαράθεση, ακόμη και την πολεμική μεταξύ τους. Τα γελάδια μουγγρίζουν, τα σκυλιά γαυγίζουν, τα γαϊδούρια γκαρίζουν, τα πρόβατα βελάζουν, τα σπουργίτια τιτιβίζουν, τα αηδόνια κελαηδάνε και δημιουργούν μια ηχητική πανδαισία. Δε μιλούν ούτε γράφουν όμως. Η ομιλία και η γραφή είναι ανθρώπινη ιδιότητα και δραστηριότητα. Προς τι λοιπόν οι εγκλήσεις για την κριτική που ασκούμε σε πρόσωπα;
Που κατά τη γνώμη τους θα έπρεπε να ασκήσουμε κριτική; Αποκλειστικά και μόνο προς την ηγεσία και με «επιχειρήματα» που χρησιμοποιούνται και που βοηθάνε να χάνεται από τον ορίζοντα η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη; Να δώσουμε χάρη στο δεξιό οπορτουνισμό;
Οι επικριτές μας, όμως, κάνουν και κάτι ξεχωριστό. Αρέσκονται να επικεντρώνονται σε ορισμένα πρόσωπα – αρθρογράφους και παραλείπουν όλα τα υπόλοιπα. Φαίνεται ότι βολεύονται με τους μύθους. Τους αρέσουν οι εξαιρέσεις. Τους αρέσει το σπορ της προστασίας ή της αυτοπροστασίας. Φοβούνται την απομυθοποίηση. Δεν τους κατακρίνουμε γι’ αυτό τους το βόλεμα. Δικαίωμά τους. Ίσως να έχουν και το σκοπό τους από αυτήν την επικέντρωση. Αδιάφορο για μας. Αλλά το οποιοδήποτε πρόσωπο – αρθρογράφος, που είναι μύθος ή που καλλιεργεί συστηματικά το μύθο του, έχει και μια υποχρέωση. Να αποδεικνύει ότι δικαίως είναι μύθος. Και αυτό χρειάζεται κότσια.
Επειδή εμείς δεν πιστεύουμε στους μύθους, γιατί η ιστορία έχει αποδείξει ότι και η αγιοσύνη των επίσημων Αγίων της Εκκλησίας είναι μύθος, είναι κατασκευασμένες ιστορίες, επειδή πιστεύουμε στον πραγματικό λόγο, στη γραφή και στην απόδειξη, επειδή πιστεύουμε στην αλήθεια, που κατά τον Β. Ι. Λένιν αποδεικνύεται στην πράξη, διατηρούμε το δικαίωμα να κάνουμε κριτική σε όσους αρθρογράφους εκφράζουν απόψεις για τις οποίες εμείς νομίζουμε ότι πρέπει να τοποθετηθούμε, ανεξάρτητα από το εάν οι ίδιοι νομίζουν ότι κουβαλάνε πάνω τους ένα μύθο ή καλλιεργούν τεχνηέντως το μύθο τους. Και αυτό γιατί δε τους θεωρούμε κάτι το ξεχωριστό και ανέπαφο. Αυτό το δικαίωμα το έχουμε και το ασκούμε.
Και για να είμαστε απολύτως συγκεκριμένοι:
Όταν κάποιος επώνυμος δημοσιογράφος υποστηρίζει δημοσίως ότι ο φασισμός είναι ένας σκέτος βολονταρισμός, το λιγότερο που έχει υποχρέωση είναι να το αποδείξει, πολύ περισσότερο όταν του ασκείται κριτική. Το να ενοχοποιείται η κριτική είναι ένας τρόπος διαφυγής. Το να καταφεύγεις στα λεξικά είναι ένας άλλος δρόμος. Όχι απόδειξης αλλά πάλι διαφυγής. Γιατί και ο ορισμός του λεξικού θέλει απόδειξη, την οποία συστηματικά ο αρθρογράφος την αποφεύγει. Ίσως γιατί κινδυνεύει ο μύθος του, ίσως γιατί μας περιφρονεί (δεν τον κατακρίνουμε), ίσως επειδή δε θέλει – πώς να το πούμε, επειδή δεν μας «γουστάρει» (και πάλι δεν τον κατακρίνουμε), ίσως …χιλιάδες ίσως. Πάντως απόδειξη δεν εισπράξαμε. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Έτσι έως ότου προσκομίσει την απόδειξη …ο μύθος …αναπαύεται στον κάλαθο των αχρήστων. Την ίδια θέση καταλαμβάνουν και οι υπερασπιστές του …μύθου.
Δεν επιδιώκουμε να απαντήσει, δεν τον προκαλούμε να απαντήσει, σε τελική ανάλυση δε μας ενδιαφέρει αν θα απαντήσει κάποτε (παρά το γεγονός ότι συνεχώς προκαλούμαστε για ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση), εκείνο που μας ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα είναι να γνωρίζουν οι αναγνώστες μας τη ΔΙΚΙΑ ΜΑΣ άποψη για το συγκεκριμένο θέμα, γιατί θέλουμε να διατηρούμε σχέσεις ειλικρίνειας μαζί τους αλλά και γιατί υπάρχουν πραγματικές ιδεολογικές διαφορές με τους γράφοντες.
Δεν πιστεύουμε, λοιπόν, ότι ο φασισμός είναι ένας σκέτος βολονταρισμός. Και επειδή το θεωρήσαμε και από φιλοσοφική και πολιτική άποψη πολύ σοβαρό ζήτημα το γράψαμε και παραπέρα εμείς πιστεύουμε ότι και το αποδείξαμε. Οι αναγνώστες μας θα κρίνουν. Ποιος είναι ο ψόγος; Δεν τον έχουμε καταλάβει ακόμη.
Όταν άλλος δημοσιογράφος, διευθυντής Κυριακάτικης εφημερίδας, γράφει ότι η χώρα μας έχει βγεί από την ύφεση εμείς του αντιτείνουμε τις εσωτερικές σελίδες της εφημερίδας που διευθύνει, που δεν υπερασπίζονται αυτήν την άποψη που εκφράζει στο κύριο άρθρο του, και τον κατηγορούμε ευθέως ότι συμβάλλει στη δημιουργία κοινωνικής ψευδοσυνείδησης. Εδώ γιατί δεν προσωποποιείται η αντιπαράθεση από τους επικριτές μας; Επειδή πρόκειται για τον Αντώνη Καρακούση;
Όταν ο πρωθυπουργός επισκέπτεται το χώρο της αρχαίας Αμφίπολης για να αποκομίσει από τη δόξα της αρχαιολογικής σκαπάνης, την ώρα που η αρχαιολογική έρευνα καρκινοβατεί και οι αρχαιολόγοι του υπουργείου πολιτισμού είναι «επί ξύλου κρεμάμενοι» εμείς του θυμίζουμε τη δόξα …των μνημονίων. Δεν θα έπρεπε; Ή επειδή είναι ο Αντώνης Σαμαράς και «τ’ ακούει» απ’ όλους δεν παίζει κανένα ρόλο;
Όταν επώνυμος δημοσιογράφος γράφει ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι και ειρωνεύεται τους δυσκοίλιους εμείς δεν του απαντάμε παρά το γεγονός ότι δε συμφωνούμε με τη δυσκοίλια άποψή του. Δημοσιεύουμε στη «Νέα Σπορά» τη δικιά μας άποψη για το παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου. Όταν όμως επιδίδεται σε ηθικοπλαστικά άρθρα με τους φασίστες ή κατά το παρελθόν έχει δημοσιεύσει το καπιταλισμός = φασισμός, τότε επιλέγουμε να τον σχολιάσουμε. Γιατί δυσανασχετούν οι επικριτές μας; Υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος; Δεν τα έγραψε;
Όταν εγνωσμένης αξίας σκιτσογράφος, του οποίου το έργο σεβόμαστε, αποφασίζει να υπερασπιστεί το «δικαίωμα» ενός φασίστα να εκφέρει άποψη στο όνομα της δημοκρατίας αναγνωρίζοντας, παράλληλα, τον εγκληματικό χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής εμείς νομίζουμε ότι προκύπτει πολιτικό θέμα ουσίας. Και ασκούμε την κριτική μας. Που είναι το πρόβλημα;
Όταν η Αλέκα Παπαρήγα έστω ακόμη και εάν ό,τι είπε στη βουλή το είπε από λάθος (κατά τη γνώμη μας ανεπίτρεπτο λάθος σε κάθε περίπτωση) για την ταξική πάλη και τη στρατηγική της αστικής τάξης εμείς της θυμίσαμε τη Λενινιστική άποψη για το ποιος είναι Μαρξιστής. Αυτό είναι κατακριτέο; Και γιατί οι επικριτές μας δεν αναφέρονται σ’ αυτό το γεγονός, μήπως επειδή «δεν πάνε» την Αλέκα Παπαρήγα; Γιατί οι επικριτές μας δεν αναφέρονται σ’ όλα τα άλλα πρόσωπα και επικεντρώνουν σ’ ορισμένα; Τι επιδιώκουν μέσα απ’ αυτό;…
Επομένως το ερώτημα είναι τι ακριβώς επιδιώκουν αυτοί οι επικριτές μας, όταν πρακτικά μας ακυρώνουν το δικαίωμα της κριτικής σε πρόσωπα; Ουσιαστικά επιδιώκουν να ακυρώσουν το περιεχόμενο της κριτικής μας. Αυτό είναι που τους ενδιαφέρει. Και από αυτήν την άποψη κατανοούμε και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν και τη σιωπή τους, όταν πρέπει να μιλήσουν και προπαντός να αποδείξουν τα όσα μας καταλογίζουν.
Δεν πρόκειται, λοιπόν, για έναν «τσακωμό» άνευ ουσίας. Πρόκειται για ιδεολογικοπολιτική διαπάλη, αυτή που υποτίθεται ότι επιθυμούν ορισμένοι αλλά στην πραγματικότητα την αποφεύγουν χρησιμοποιώντας τις απαράδεκτες αλλά οικείες σ’ αυτούς μέθοδες. Όποιος επιδιώκει να παρουσιάσει μια ιδεολογικοπολιτική διαπάλη ως τσακωμό την ώρα που εκτοξεύει κατηγορίες για θρόνους και οφίτσια πράγματι είναι σε πολύ δύσκολη θέση.
Και για να κλείνουμε αυτό το θέμα. Για μας είναι αρκετό να υπενθυμίσουμε σε κάθε κατεύθυνση ότι η «Νέα Σπορά» θα παραμείνει στο μετερίζι υπεράσπισης του Μαρξισμού – Λενινισμού και θα επιμείνει στις πολιτικές προτάσεις που έχει καταθέσει, γιατί κάποτε πρέπει να μπει τέρμα στην τραμπάλα ανάμεσα στον «αριστερό» και στο δεξιό οπορτουνισμό. Υπάρχει και το ίσιο. Και κάτι ακόμη. Όσο περνάει ο χρόνος τόσο οι μάσκες θα πέφτουν. Η ζωή, όπως μας δίδαξε ο μεγάλος δάσκαλος, είναι πολύ πεισματάρα. Ο πανδαμάτωρ χρόνος όλα θα τα βγάλει στην επιφάνεια. Και τότε, ποιος ξέρει, μπορεί να έχουμε να πούμε και πολύ περισσότερα. Και ένα θα είναι σίγουρο. Ότι δε θα είμαστε εμείς που θα ντρεπόμαστε.
COMMENTS