Ο εξωραϊσμός του δικτάτορα Μεταξά

Η προσπάθεια εξωραϊσμού του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά δεν είναι καινούργια. Είναι τόσο παλιά όσο και ο Μεταξάς και η δικτατορία που επέβαλε. Τα ιστορικά γεγονότα έχουν διευκρινιστεί πλέον και ουδείς αμφιβάλλει ότι η δικτατορία του Μεταξά ήταν μια δικτατορία που επιβλήθηκε από τον τότε βασιλιά με τη σύμφωνη γνώμη και των αστικών πολιτικών δυνάμεων της εποχής με τη στήριξη της Μ. Βρετανίας.

Είναι γνωστό, επίσης, ότι οι τότε αστικές δυνάμεις και ο βασιλιάς είχαν έντονες αντιθέσεις, που σχετίζονταν κυρίως από το ποια διεθνής δύναμη θα είχε το ¨πάνω χέρι¨ στη χώρα μας. Ας μην ξεχνάμε ότι η Γερμανία προετοιμαζόταν για το άνοιγμα του πολέμου και το που θα ¨έπεφτε¨ η χώρα μας ήταν μια σοβαρή υπόθεση από την άποψη των συμμαχιών.

Σχετική είναι και η ανοιχτή αντιπαράθεση μεταξύ Βενιζέλου και Μεταξά με αρθρογραφία που περιελάμβανε 37 άρθρα από την πλευρά του Βενιζέλου και 70 από την πλευρά του Μεταξά, ο πρώτος στο «Ελεύθερον Βήμα» και ο δεύτερος στην «Καθημερινή», που μεταξύ των άλλων αφορούσε και τις συμμαχίες με τη Γερμανία και τη Μ. Βρετανία.

Ο εξωραϊσμός του Μεταξά αποδίδεται διαχρονικά σε δύο βασικές του αποφάσεις. Στην ίδρυση του ΙΚΑ και στην υιοθέτηση της οχτάωρης εργασίας. Εδώ, όμως, υπάρχει μια ιστορική ανακρίβεια. Η Β’ Αναθεωρητική Βουλή του 1911, όπου ο Ελευθέριος Βενιζέλος διέθετε συντριπτική πλειοψηφία (307 βουλευτές σε σύνολο 362), ψήφισε για πρώτη φορά τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και το αμετάθετο, εισάγει το φόρο επί του συνολικού εισοδήματος, καθιερώνει τη δωρεάν υποχρεωτική στοιχειώδη εκπαίδευση, ιδρύει τεχνικά σχολεία στις αγροτικές περιοχές, προωθεί άρθρο στο Σύνταγμα που επιτρέπει τις απαλλοτριώσεις μεγάλων εκτάσεων γης (τσιφλικιών) με αποζημίωση, ιδρύει αγροτικούς συνεταιρισμούς, αναγνωρίζει τα εργατικά συνδικάτα της Αθήνας και του Πειραιά, στα οποία απαγορεύει τη συμμετοχή των εργοδοτών, καθιερώνει την Κυριακή ως ημέρα υποχρεωτικής αργίας και προωθεί την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων ενώ ψηφίζει την οκτάωρη εργασία.

Το 1923 η τότε κυβέρνηση Πλαστήρα δεσμεύτηκε με διεθνή συμφωνία για την προώθηση και εφαρμογή του οκτάωρου. Φυσικά πολλά από αυτά που ψήφισε η Β’ Αναθεωρητική Βουλή, και παρά τη διεθνή συμφωνία του 1923, έμειναν στα χαρτιά ή προωθούνταν με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Όταν αργότερα καταλαμβάνει την εξουσία ο Μεταξάς για να επιδείξει το υποτιθέμενο φιλολαϊκό του πρόσωπο, μπροστά στη στυγνή δικτατορία που επέβαλε, προωθεί την ίδρυση του ΙΚΑ και επαναφέρει το οκτάωρο, το οποίο ουσιαστικά δεν εφαρμοζόταν από το 1911, που καθιερώθηκε, και το οποίο και μετά την επαναφορά του εξακολουθούσε να καταστρατηγείται ζήτημα το οποίο μένει ανοιχτό μέχρι τις μέρες μας.

Κατά τη γνώμη μας οι λόγοι που επέβαλαν και επιβάλλουν και σήμερα να φιλοτεχνείται ένα φιλολαϊκό πρόσωπο στο δικτάτορα Μεταξά έχουν να κάνουν με τη στάση της αστικής τάξης απέναντί του. Η άνοδος του Μεταξά στην εξουσία και η κήρυξη ανοικτής δικτατορίας ήταν μια επιλογή της αστικής τάξης, που στηρίχτηκε και από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις στο σύνολό τους και από τα εκδοτικά συγκροτήματα της εποχής εκείνης. Και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που έχει καταγραφεί από την αστική ιστοριογραφία ως ο μεγάλος δημοκρατικός εθνάρχης, υποστήριξε την άνοδο του Μεταξά στην εξουσία. Ανάλογη στάση κράτησε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής την περίοδο πριν το 1967, που υιοθέτησε το 1966 την άποψη, σε γράμμα του προς τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, για «παρεκτροπή από το πολίτευμα με μία προσωρινή δικτατορία ενός έτους», η οποία, βέβαια, ούτε ένα χρόνο κράτησε και ούτε καθιερώθηκε με δικιά του πρωτοβουλία. Πάλι οι ξένες δυνάμεις, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ έπαιξαν το κύριο ρόλο στην εγκαθίδρυση της Απριλιανής δικτατορίας του 1967 για τους δικούς τους γεωπολιτικούς λόγους. Η αστική τάξη, όμως, και οι πολιτικές της δυνάμεις επέδειξαν την ίδια ανοχή, για όποιον γνωρίζει τα ιστορικά γεγονότα, και ανάλογο ρόλο έπαιξαν και πάλι τα εκδοτικά συγκροτήματα, που ήταν τα ίδια με εκείνα της εποχής Μεταξά.

Στις μέρες μας, όμως, με την ευκαιρία της 4ης Αυγούστου, επαναλήφθηκε το ίδιο γεγονός, ίσως πιο ραφιναρισμένο. Και αυτό, ίσως, γιατί τα ιστορικά γεγονότα είναι πλέον γνωστά, όπως ήδη έχουμε αναφέρει. Η εφημερίδα «Τα Νέα» έφτασε να δημοσιεύσει και ένα ποίημα του Αιμίλιου Βεάκη για να στοιχειοθετήσει την άποψη ότι ο Μεταξάς εξακολουθεί να είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, αφού ακόμη και ένας μεγάλος καλλιτέχνης, όπως ο Αιμίλιος Βεάκης, έγραψε ένα ποίημα που τον υμνολογεί.

Πέρα από τη διαχρονική σκοπιμότητα να συντηρείται ο μύθος του φιλολαϊκού Μεταξά και να διαφεύγουν της προσοχής τα ιστορικά γεγονότα, περί του «ΟΧΙ», του ΙΚΑ και του οκτάωρου, νομίζουμε ότι υπάρχουν και άλλοι λόγοι που επέβαλαν αυτήν την ανιστόρητη επανάληψη και που σχετίζονται με τη σημερινή πολιτική συγκυρία.

Τα αστικά κόμματα βρίσκονται στη χειρότερη στιγμή τους, ο κυβερνητικός δικομματισμός έχει δεχτεί ισχυρό χτύπημα, τα μνημόνια έχουν εξουθενώσει τους εργαζόμενους και τα μέτρα που έρχονται θα τον εξαθλιώσουν ακόμη περισσότερο.

Η αστική τάξη αναζητάει και προσπαθεί να αναδιατάξει το πολιτικό της σύστημα και ειδικά αυτήν τη στιγμή δεν πρέπει να μας διαφεύγει της προσοχής ότι καταβάλλονται προσπάθειες για τη συγκέντρωση των διάσπαρτων δεξιών δυνάμεων γύρω από τη Νέα Δημοκρατία αλλά δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητη και η παράλληλη προσπάθεια για δημιουργία ενός νέου πολιτικού σχηματισμού στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Αυτό το πολιτικό γεγονός σηματοδοτεί η επανεμφάνιση Μπαλτάκου.

Αυτή η επανεμφάνιση Μπαλτάκου υλοποιεί στην πράξη τη δημιουργία ενός κόμματος που αντιστοιχεί στην πολιτική φιλολογία του άμεσου παρελθόντος περί «σοβαρής Χρυσής Αυγής». Οπότε θα ήταν και μια πολιτική λύση για το ζήτημα της διακυβέρνησης μια συνεργασία της νέας «σοβαρής Χρυσής Αυγής» με τη Νέα Δημοκρατία. Ας θυμηθούμε ότι ο Αντώνης Σαμαράς δεν έχει πει ούτε μια κουβέντα σε βάρος του άλλοτε πιο άμεσου και νομοθετικά πιο ισχυρού συνεργάτη του μέχρι σήμερα. Και ο Μπαλτάκος ήταν αυτός που είχε αναλάβει το άχαρο έργο να «σοβαρέψει» τη Χρυσή Αυγή.

Μια «στιβαρή», λοιπόν, κυβέρνηση του «νόμου και της τάξης» που λέει «όχι» στην τρόικα, την απομακρύνει από την Ελλάδα, αλλά τη συναντάει στο …Παρίσι δεν θα έπεφτε και «βαριά» για την αστική τάξη της χώρας μας και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και για να γίνει αυτό χρειάζονται και πολιτικές δυνάμεις που ομνύουν πίστη ακόμη και σήμερα στο Μεταξά και το «έργο» του.

Θα ήταν παράλειψη από την πλευρά μας, εάν δεν αναφερόμαστε στο «ΟΧΙ» του Μεταξά, πάνω στο οποίο οικοδομείται όλη η επιχειρηματολογία διαχρονικά για τον πατριωτισμό του. Η ιστορία, όμως, είναι αμείλικτη. Μετά το γεγονός της βύθισης του πολεμικού «Έλλη» στο λιμάνι της Τήνου και τις συνεχείς απειλές από την πλευρά των Ιταλών για κατάληψη των Ιόνιων νησιών ο Μεταξάς ήταν αδύνατον να πει «ΝΑΙ» στην ελεύθερη διέλευση των Ιταλικών στρατευμάτων από τη χώρα μας με δεδομένο ότι θα ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με τον βασιλιά, που στήριζε τα συμφέροντα της Μ. Βρετανίας, γιατί θα έχανε και τη στήριξη των αστικών φιλοβασιλικών πολιτικών δυνάμεων, που μαζί με το βασιλιά εκπροσωπούσαν τα συμφέροντα της Μ. Βρετανίας στη χώρα μας.

Έτσι ισχύει η ρήση του Γεώργιου Καφαντάρη: “Είπε το «ΟΧΙ» ο μόνος Έλληνας που θα μπορούσε να πει το «ΝΑΙ»”.

COMMENTS