Για τα εκλογικά αποτελέσματα (4) – Β’ Μέρος

Στο πλαίσιο και των προηγούμενων ζητημάτων, που τέθηκαν στο Α’ Μέρος της συνέχειας αυτής, θα περάσουμε τώρα στο εκλογικό αποτέλεσμα του ΚΚΕ και τι προκύπτει απ’ αυτό.

Από την παρουσίαση των εκλογικών αποτελεσμάτων, που κάναμε στην προηγούμενη συνέχεια, αναδεικνύεται μια συνολική εικόνα της εκλογικής πορείας του Κόμματος από το 1993 μέχρι και σήμερα. Απ’ αυτήν την εικόνα διακρίνονται δύο σαφείς φάσεις στην πορεία του Κόμματος: Μία βασανιστικά ανοδική, μέχρι και το 2007, και μία καθοδική, μετά το 2007.  Ειδικά οι εκλογές του Ιούνη του 2012 σηματοδοτούν μια απότομη πτώση της εκλογικής δύναμης του Κόμματος, που βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με τα πολιτικά γεγονότα εκείνης της περιόδου.

Κατά τη γνώμη μας, το Κόμμα μας εξακολουθεί να βρίσκεται σ’ αυτήν την καθοδική φάση. Και αυτό προκύπτει από τη σύγκριση των εκλογικών αποτελεσμάτων «αρχή – τέλος» αυτής της χρονικής περιόδου από το 1993 μέχρι σήμερα. Το εκλογικό αποτέλεσμα των Εθνικών εκλογών του Ιούνη του 2012 είναι πιο χαμηλό από το εκλογικό ποσοστό των αντίστοιχων εκλογών του 1993. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις ευρωεκλογές. Το ποσοστό των Ευρωεκλογών του 2014 είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό του 1994.

Αυτό σημαίνει ότι η εκλογική δύναμη του Κόμματος έχει μετατοπιστεί γενικά «προς τα πίσω», σα να βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια μετά τη διάσπαση του Κόμματος, που τελούσε  και κάτω από την ισχυρή επίδραση των αντεπαναστατικών ανατροπών.

Για να κυριολεκτήσουμε, σημαίνει ότι η εκλογική του πτώση του Κόμματος δεν είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο. Είναι μια καθοδική πορεία η οποία «πέφτει» ακριβώς επάνω στο ξέσπασμα και την εξέλιξη της οικονομικής κρίσης και της πολιτικής κρίσης που ακολούθησε. Και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Γιατί;…

• Γιατί η παγκόσμια οικονομική κρίση και κατ’ επέκταση η Ελληνική οικονομική κρίση δεν είναι μια αμελητέα υπόθεση. Κατά τη γνώμη μας η παγκόσμια (καλύτερα η γενική) καπιταλιστική κρίση, που γνωρίσαμε αυτό το χρονικό διάστημα, είναι η βαθύτερη οικονομική κρίση στην ιστορία του καπιταλισμού, που εμφανίζει όλα τα κλασσικά χαρακτηριστικά, αλλά και νέα, των οικονομικών κρίσεων.

Οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων οξύνονται στο έπακρο, οι κοινωνικές αντιθέσεις το ίδιο, σημειώνεται απότομη πτώση στο βιοτικό επίπεδο των λαϊκών μαζών, καταστρέφονται μαζικά τα μικροαστικά στρώματα, η ανεργία ανεβαίνει σε πρωτοφανή επίπεδα, έχουμε μεγάλη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, οι χρεοκοπίες τραπεζών και επιχειρήσεων είναι στην ημερήσια διάταξη, ο κρατικός παρεμβατισμός εντείνεται, οι λαϊκές μάζες αποκτούν τεράστια κινητικότητα, υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης των λαϊκών μαζών προς τις αστικές δυνάμεις και η πολιτική κρίση είναι το φυσικό επακόλουθο της οικονομικής κρίσης.

• Εάν την οικονομική κρίση την εντοπίσουμε, τώρα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε, πρέπει να πούμε ότι αυτή ανέδειξε ολοκληρωτικά τον αντιδραστικό της χαρακτήρα, όξυνε τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της, εμφάνισε τις τάσεις διάλυσης πιο έντονες από ποτέ, έδειξε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε πολλά περισσότερα οικονομικά προβλήματα απ’ ότι οι ΗΠΑ, το χρηματοπιστωτικό της σύστημα βρέθηκε στην «κόψη του ξυραφιού»,  οι πιο αδύναμες χώρες – μέλη πρακτικά χρεοκόπησαν, το δημόσιο χρέος της κάθε ξεχωριστής χώρας και συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ακόμη και αυτήν τη στιγμή δε μπορεί να το επιλύσει, είναι ένας βραχνάς που την πνίγει, γενικεύτηκε η εξαθλίωση των εργαζομένων, μεγάλωσε η ανεργία και ιδιαίτερα της νεολαίας, και τέλος, κανείς ακόμη δε μπορεί να ισχυριστεί βάσιμα, παρά τις προπαγανδιστικές κορόνες, ότι έχει ξεπεράσει την οικονομική κρίση και ότι μπαίνει σε πορεία ανάπτυξης.

Άλλωστε πρέπει να σημειωθεί, κάτι που δε λέγεται, ότι η μέση ανάπτυξη της Ευρωζώνης από τη δημιουργία της μέχρι τώρα κινείται στο 0.9%, και εάν πάρουμε τις επίσημες προβλέψεις για τα επόμενα τρία χρόνια, τότε, συνολικά δεν πρόκειται να ξεπεράσει το 1.2%. Είναι και αυτός ένας οικονομικός δείκτης, που δείχνει την πραγματική οικονομική κατάσταση του «σκληρού πυρήνα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

• Η χώρα μας πέρασε την πιο βαθιά κρίση στη σύγχρονη ιστορία της. Μόνο το δείκτη της πτώσης του ΑΕΠ να πάρει κανείς υπόψη του αντιλαμβάνεται το βάθος αυτής της κρίσης. Μιας κρίσης, που έφερε σε πρωτόγνωρα επίπεδα την εξαθλίωση των εργαζομένων, απότομη πτώση του βιοτικού επιπέδου με μείωση εισοδημάτων κατά 50% περίπου μέχρι σήμερα, μεγάλη καταστροφή των μικροαστικών στρωμάτων ακόμη και μέρους της αστικής τάξης, που εκτίναξε την ανεργία σε επίπεδα, που δεν είχε γνωρίσει ποτέ η χώρα μας. Μιας κρίσης που εμφάνισε τη χρόνια παθογένεια της οικονομίας της χώρας μας και τις μεγάλες επιπτώσεις από την ένταξη στην ΕΟΚ – Ευρωπαϊκή Ένωση.

• Σε ότι αφορά αυτό το τελευταίο ζήτημα αποδείχτηκε περίτρανα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν σημαντικός παράγοντας της οικονομικής κρίσης της χώρας μας, που την έφερε στη θέση της χρεοκοπίας, που ιστορικά δικαίωσε τις θέσεις του Κόμματος για τη μη ένταξη στην ΕΟΚ και την καταψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ και των άλλων Συνθηκών που ακολούθησαν. Παράλληλα αναδείχτηκε σε όλο της το «μεγαλείο» η παραπέρα ένταση της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης της Ελλάδας, αφού ακόμη και οι διορισμοί υπουργών και πρωθυπουργών τελούσε υπό την έγκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα των μεγάλων δυνάμεων, ειδικά της Γερμανίας.

Την ίδια στιγμή όλες οι αντιδραστικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, που εφαρμόζονται στη χώρα μας, φέρουν τη σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ αυξάνοντας τη δυσαρέσκεια του Ελληνικού λαού και ανεβάζοντας την αποστροφή του προς αυτούς τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς σε μοναδικά, για την ιστορία του, επίπεδα, στραπατσάροντας το λεγόμενο «Ευρωπαϊκό όραμα».

Μέσα σε ένα τέτοιο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον το Κόμμα μας φάνηκε ανέτοιμο και αδυνατεί να προβάλει μια χειροπιαστή και κατανοητή διέξοδο στα μάτια των εργαζομένων και των μικροαστικών στρωμάτων, αδυνατεί να προβάλει μια πολιτική που θα προωθεί τις κοινωνικές συμμαχίες, δε δίνει ρεαλιστική απάντηση στο ζήτημα της διακυβέρνησης της χώρας. Αδυνατεί να αντιμετωπίσει τα πολιτικά πυροτεχνήματα του ΣΥΡΙΖΑ και τη δημαγωγία του. Το αποτέλεσμα ήταν, ενώ η κρίση οξυνόταν σε όλα τα επίπεδα, η πολιτική κρίση να είναι παρούσα, οι εργαζόμενοι να κινητοποιούνται και να εγκαταλείπουν τον κυβερνητικό δικομματισμό, η αποστροφή των εργαζομένων προς την Ευρωπαϊκή Ένωση να εντείνεται, το Κόμμα μας να χάνει την επαφή του με τους εργαζόμενους, να αδυνατίζουν οι δεσμοί του με τη νεολαία, σε συνδυασμό με τις επεξεργασίες του για τη στάση του στο Εργατικό Κίνημα και το Νεολαιίστικο Κίνημα αντίστοιχα.

Με την έννοια αυτή και τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα αντανακλούν αυτό που ήδη αναφερθήκαμε, ότι οι δυνάμεις του Κόμματος έχουν μετατοπιστεί προς τα πίσω, το επαναφέρουν μια εικοσαετία πίσω, αντανακλούν τη συνολική του υποχώρηση, είναι μέρος αυτής της συνολικής υποχώρησης.

Αυτό το συμπέρασμα είναι μείζονος σημασίας και πρέπει να βάλει σε πολύ σοβαρές σκέψεις την ηγεσία του Κόμματος.  Να απαλλαγεί από κάθε αίσθημα εφησυχασμού και, ταυτόχρονα, από κάθε προσπάθεια τεχνητού ενέσιμου ενθουσιασμού προς τον κόσμο του Κόμματος, γιατί, επιτέλους, πρέπει να αντιληφθεί ότι ο κόσμος του ΚΚΕ αντιλαμβάνεται πολλά περισσότερα πράγματα απ’ όσα νομίζουμε ως Κόμμα ότι αντιλαμβάνεται.

Πάνω απ’ όλα, όμως, πρέπει να σκεφτεί το αν οι μέχρι τώρα επεξεργασίες της, έτσι όπως διαμορφώθηκαν και ψηφίστηκαν στο 19ο Συνέδριο, αντιστοιχούν στα καθήκοντα αυτής της περιόδου. Επομένως να πάψει να δικαιολογεί τα εκλογικά αποτελέσματα στο όνομα των αυταπατών των εργαζομένων. Σαφώς μέσα στους εργαζόμενους, με χαμηλή πολιτική συνείδηση, αναπτύσσονται και προσδοκίες που δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ από τα κυρίαρχα κόμματα. Δεν είναι αυτές, όμως, που καθόρισαν τη στάση των εργαζομένων απέναντι στο Κόμμα.

Με λίγα λόγια και αυτό το αποτέλεσμα εκφράζει την κρίση εμπιστοσύνης των εργαζομένων, γενικότερα εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που απευθύνεται η πολιτική του Κόμματος, προς το Κόμμα. Και αυτή η κρίση εμπιστοσύνης δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους, που δεν αποφασίζουν να συσπειρωθούν γύρω από το Κόμμα και τελικά να το ψηφίσουν. Αφορά και τον ίδιο τον κόσμο του Κόμματος.

Και τέτοια σημάδια είχαμε και στις πρόσφατες εκλογές. Θα αναφερθούμε σε τρία μόνο γεγονότα. Το πρώτο, δεν «πέρασε» η γραμμή του Κόμματος για το δεύτερο γύρο των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, σημαντικές δυνάμεις μας μετατοπίστηκαν σε άλλους εκλογικούς συνδυασμούς. Το δεύτερο, το ίδιο αφορά και τη σταυροδοσία, που εκδήλωσε, και δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη, και μια έκφραση δυσαρέσκειας, που αφορούσε τις υποψηφιότητες. Το τρίτο, αφορά κεντρικά στελέχη, που η δουλειά τους «έφερε» ισχνά αποτελέσματα.

Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι τα εκλογικά αποτελέσματα δεν περιέχουν κανένα μήνυμα αισιοδοξίας; Εδώ θέλουμε να είμαστε απολύτως σαφείς στις θέσεις μας.

Ως «Νέα Σπορά» έχουμε ήδη εκφραστεί γι’ αυτό το θέμα. Καμία υποτίμηση δεν χρειάζεται ως προς το γεγονός ότι τα εκλογικά αποτελέσματα δείχνουν μια ορισμένη τάση επανάκαμψης δυνάμεων στο Κόμμα. Σ’ αυτή μας την αρχική τοποθέτηση θα προσθέταμε και την εκτίμηση ότι δεν χρειάζεται, παράλληλα, και καμία υπερεκτίμηση, γιατί τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Είναι ένα μικρό βήμα.

Αλλά τι βήμα ακριβώς;…

Για να μην υπάρχει καμία περίπτωση σύγχυσης γύρω από αυτό το θέμα τονίζουμε τα εξής: Ξεκαθαρίσαμε προηγούμενα ότι από την άποψη της συνολικής εκλογικής πορείας του Κόμματος από το 1993 τα εκλογικά αποτελέσματα δείχνουν ότι το Κόμμα κινείται ακόμη στην πορεία καθόδου. Αλλά…

Επειδή υπάρχει και η αντίληψη, εκφρασμένη και από την ηγεσία του Κόμματος να αποκόπτονται τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα από τη συνολική πορεία του Κόμματος ξανατονίζουμε. Όσο λάθος είναι να μην εντάσσονται τα εκλογικά αποτελέσματα στη συνολική πορεία του Κόμματος άλλο τόσο λάθος είναι να αποκόπτονται εντελώς από τις εκλογές του ’12, με αποτέλεσμα να υποτιμάται η σημασία τους. Το ότι δε μπορούν να αποκοπούν τα πρόσφατα αποτελέσματα από τις εκλογές του ’12 έχει να κάνει με τον ενιαίο χαρακτήρα των εκλογών. Τα γενικά τους χαρακτηριστικά, που είναι τα ίδια.

Με την έννοια αυτή τα πρόσφατα αποτελέσματα, από μία άποψη,  δείχνουν και τη θέληση των εργαζομένων να υπάρχει το ΚΚΕ. Δεν είναι επομένως ένα εκλογικό στιγμιότυπο που το προσπερνάς. Και δεν το προσπερνάς, γιατί εκφράζει πολιτική στάση, που τη σημείωσαν ακόμη και οι αστοί δημοσιολόγοι. Ακόμη και ο διευθυντής του «Βήματος της Κυριακής» αναφέρθηκε στην «αντοχή του ΚΚΕ».

Συνδυάζοντας τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών με αυτά των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, κατά τη γνώμη μας αυτά δείχνουν την πολιτική πρόθεση, την πολιτική επιθυμία και την ελπίδα των λαϊκών μαζών για να υπάρχει και να παίξει πιο αποφασιστικό ρόλο το ΚΚΕ.

Δε σημαίνει, όμως, ότι αυτή η πολιτική στάση των εργαζομένων ότι είναι και τελεσίδικη. Και αυτό εξ αιτίας της πολιτικής της ηγεσίας του Κόμματος. Μπορεί, λοιπόν, αυτό το βήμα, αν δεν υπάρξουν άλλες προϋποθέσεις, να αποδειχθεί προσωρινό. Να αποδειχτεί μια έξαρση που δεν θα είναι τίποτα παραπάνω από μια προσωρινή έξαρση στο πλαίσιο μιας γενικά καθοδικής πορείας.

Έπειτα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ηγεσία του Κόμματος εμφάνισε, μέσα, βέβαια, στα περιοριστικά πλαίσια των επεξεργασιών του Κόμματος, έναν πολιτικό λόγο, που, τουλάχιστον, δεν θύμιζε ακριβώς τον πολιτικό λόγο, που ακούγαμε στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Και αυτό, κατά τη γνώμη μας, έπαιξε το ρόλο του στην ανάκαμψη ψηφοφόρων, κύρια από το ΣΥΡΙΖΑ.

Για να γίνουν, όμως, τα αποτελέσματα αυτά η βάση μιας ουσιαστικής ανάκαμψης των δυνάμεων του Κόμματος χρειάζονται να υπάρξουν άμεσες αλλαγές στην πολιτική του Κόμματος, ακόμη και σε πρόσωπα, κάτι, που τελικά εισπράχτηκε και ως μήνυμα από τις κάλπες από τον ίδιο τον κόσμο του ΚΚΕ.

Στο πλαίσιο των παραπάνω επισημάνσεων θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε και ορισμένες πλευρές της δικής μας στάσης απέναντι στο Κόμμα για τις εκλογές.

• Είμαστε αντίθετοι στην απολυτοποίηση των λαθών της ηγεσίας (δεν μιλάμε για τις αναπόδεικτες κατηγορίες, που με βάση αυτές ορισμένοι προβαίνουν στην εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων, μετατοπίζοντας το βάρος της συζήτησης από την ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση στο πεδίο της συνωμοσιολογίας).

Η απολυτοποίηση των λαθών σημαίνει ότι αποδίδεται η κατηγορία της συνειδητής δράσης στην ηγεσία ενάντια στο Κόμμα. Κατά τη γνώμη μας η ηγεσία με την πολιτική της κάνει λάθη – και έχει κάνει λάθη, που ορισμένα από αυτά είναι θεμελιακά και απ’ αυτήν την άποψη και ασυγχώρητα.

Μπορεί π.χ. να μιλήσει κανείς για τον τρόπο λειτουργίας και συγκρότησης του Κόμματος, που έχει οδηγήσει την ηγεσία του Κόμματος σε ανεπίτρεπτα λάθη και τις ΚΟΒ να αποκοπούν από το χώρο ευθύνης τους. Πρόκειται για μια τυπική λειτουργία. Αλλά η απολυτοποίηση των λαθών της ηγεσίας είναι επίσης λάθος για όποιον ενδιαφέρεται για την ύπαρξη, την προοπτική του Κόμματος και την υλοποίηση της υπόθεσης του σοσιαλισμού.

Δεν εννοούμε με αυτό ότι η δράση της ηγεσίας δεν είναι συνειδητή. Εννοούμε ότι η δράση της ηγεσίας είναι συνειδητή λόγω συγκεκριμένης ιδεολογικοπολιτικής αντίληψης, η οποία, βέβαια, φέρνει τις συνέπειες που ζούμε.

Όσοι, λοιπόν, απολυτοποιούν τα λάθη της ηγεσίας του Κόμματος ουσιαστικά κηρύσσουν, σε τελική ανάλυση, το τέλος του ιστορικού ρόλου του Κόμματος. Και ας σκεφτούμε. Όταν μια άλλη ηγεσία του Κόμματος αποφάσισε τη διάλυση των κομματικών οργανώσεων, αφήνοντας αστέγαστους τους κομμουνιστές και το Κόμμα πρακτικά διαλυμένο, γιατί Κόμμα χωρίς Κομματικές Οργανώσεις Βάσης (ΚΟΒ) είναι πρακτικά διαλυμένο, τι θα σήμαινε η απομάκρυνση των κομμουνιστών από το Κόμμα τους; Προφανώς το τέλος του.

Από την πλευρά μας πιστεύουμε ότι η μόνη σωστή στάση απέναντι στο Κόμμα, και εξ αυτού απέναντι και στην ηγεσία του, είναι η κριτική στάση στα λάθη της ηγεσίας, όσο και σοβαρά – ακόμη και θεμελιακά – και εάν είναι. Στάση που έχει ως αξίωση από το ίδιο το Κόμμα, την ηγεσία του, τα μέλη του, τα στελέχη του, τον κόσμο του, να δουν αυτά τα λάθη, να διορθωθούν αυτά τα λάθη, γιατί ένα Κόμμα Κομμουνιστικό πρέπει να στέκεται κριτικά και θαρραλέα απέναντι στα ίδια του τα λάθη.

Άλλωστε έχουμε ξανατοποθετηθεί. Τελικά τα μέλη, τα στελέχη και ο κόσμος του Κόμματος θα είναι οι οριστικοί κριτές της δράσης της ηγεσίας του Κόμματος. Η ίδια η εργατική τάξη. Η στάση όλων μας απέναντι στο Κόμμα θα έχει ως τελικό αποδέκτη τον «γραφιά» της Ιστορίας του Κόμματος. Και εάν και αυτός, ο γραφιάς της ιστορίας του Κόμματος, επιχειρήσει να κάνει τις «λαδιές» του, τότε, υπάρχει ένας αθέατος γραφιάς, που δεν κάνει λάθος ποτέ. Είναι η συνείδηση της εργατικής τάξης που θα καταγράψει τα πάντα. Και εκεί θα κριθούμε όλοι μας. Και εμείς που γράφουμε αυτές τις γραμμές και η ηγεσία του Κόμματος, και τα μέλη του, και τα στελέχη του.

Και αυτή η αξίωση, που εκφράζουμε, με συγκεκριμένους αποδέκτες, που δεν είναι μόνο η ηγεσία αλλά και τα μέλη και τα στελέχη του Κόμματος, ο κόσμος του Κόμματος, μέσα από την τήρηση των Λενινιστικών κανόνων λειτουργίας του, πρέπει να πάρει πρακτικό χαρακτήρα για να διορθωθούν αυτά τα λάθη. Μπροστά και στις πολύ δύσκολες πολιτικές εξελίξεις που έρχονται. Όσο πιο γρήγορα γίνεται.

Άλλωστε υπάρχει και η πραγματικότητα. Το να αγνοεί κανείς την πραγματικότητα αργά ή γρήγορα, θα εισπράξει την εκδίκησή της. Και εδώ η Ιστορία είναι με το μέρος μας. Ή παίρνεις υπόψη σου την πραγματικότητα και διορθώνεις τα λάθη σου ή η πραγματικότητα θα σε πετάξει έξω από τη ροή της Ιστορίας. Τελεία και παύλα.

• Είμαστε, επίσης, αντίθετοι στις απόψεις, που βάζουν ως στόχο προτεραιότητας τη δημιουργία του Μετώπου, με σκοπό  μέσα από το Μέτωπο ή άλλες Συσπειρώσεις ή Συμπορεύσεις να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ανασυγκρότηση του Κομμουνιστικού Κινήματος στη χώρα μας. Και είμαστε αντίθετοι στις απόψεις αυτές όχι γιατί δεν υπάρχει η ανάγκη δημιουργίας ενός Μετώπου.

Πρέπει να γίνει, όμως, κατανοητό ότι Μέτωπο (ή αλλιώς Λαϊκή Συμμαχία, όπως καθορίζεται από το τελευταίο Συνέδριο – τα ονόματα δεν είναι το καθοριστικό ζήτημα), δε μπορεί να έχει καμία επιτυχία ερήμην του ΚΚΕ, πολύ περισσότερο ενάντιά του. Κανένα τέτοιο Μέτωπο δεν πρόκειται να οδηγήσει, ταυτόχρονα, και στην ανασυγκρότηση του Κομμουνιστικού Κινήματος.

Για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα το σημαντικό είναι ότι πρέπει να βρίσκει τη δύναμη να διορθώνει τα λάθη του. Πέρα από το γεγονός ότι το περιεχόμενο του Μετώπου ή της Λαϊκής Συμμαχίας είναι που παίζει τον αποφασιστικό ρόλο στην επιτυχία του. Γι’ αυτό, άλλωστε, από την πλευρά μας υποβάλαμε και υποβάλλουμε σε κριτική τις συγκεκριμένες θέσεις του Κόμματος για το ζήτημα της Λαϊκής Συμμαχίας.

• Είμαστε σαφώς αντίθετοι και στις απόψεις της «ουδετερότητας» απέναντι στο Κόμμα, εξ αιτίας της υπάρχουσας ηγεσίας. Την ίδια στιγμή, οι απόψεις αυτές, από όποιους φορείς και εάν εκφράζονται,  δεν καταφέρονται απλώς ενάντια στην ηγεσία του Κόμματος, αλλά, ταυτόχρονα, εκφράζονται στο πλαίσιο της φιλοδοξίας της ανασυγκρότησης του Κομμουνιστικού Κινήματος απορρίπτοντας το ΚΚΕ.  Το θεωρούν μεταλλαγμένο κόμμα. Οι απόψεις αυτές, επί της ουσίας, ισοδυναμούν με άρνηση του Κόμματος εν ονόματι της ηγεσίας του. Πολλές φορές δε εκτρέπονται σε εμπαθείς κριτικές, που δεν βοηθάνε την υπόθεση της εργατικής τάξης, ούτε την προσπάθεια διόρθωσης των λαθών του Κόμματος.

• Τέλος, είμαστε αντίθετοι στην όποια προσπάθεια γίνεται, φανερή ή αθέατη, για δημιουργία ενός νέου Κομμουνιστικού Κόμματος, με όποιο όνομα, με όποιο τρόπο και εάν επιχειρείται. Κανείς δε δικαιούται να μην παίρνει υπόψη του τα διδάγματα της ιστορίας του Εργατικού και Κομμουνιστικού Κινήματος. Ιδιαίτερα την πρόσφατη, διεθνώς και στη χώρα μας. Πολύ περισσότερο που η προσπάθεια αυτή φαίνεται ότι υπολογίζει στην απόσπαση δυνάμεων από το Κόμμα και να «πατάει» πάνω στο υπαρκτό φαινόμενο της διαφωνίας σημαντικής μερίδας των δυνάμεων του Κόμματος με την επίσημη πολιτική του.

Όσοι μιλούν εξ ονόματος της ιστορίας του Κόμματος και επιχειρούν τη δημιουργία ενός νέου Κομμουνιστικού Κόμματος φαίνεται ότι ξεχνούν ότι αυτή, εκτός από τις «αριστερές» στροφές, περιέχει και τις δεξιές στροφές. Και πολύ φοβόμαστε, αν κρίνουμε από ορισμένες θέσεις αλλά και πρακτικές, ότι βρισκόμαστε, εξ ονόματος του Μαρξισμού – Λενινισμού και της υπεράσπισης της ιστορίας του Κόμματος, μπροστά σε μια νέα δεξιά στροφή. Φαίνεται ότι έχει χαθεί το «ίσο».

Η κριτική, κατά συνέπεια, που ασκήθηκε από ορισμένες πλευρές ότι η «Νέα Σπορά» στέλνει τους ψηφοφόρους «σαν πρόβατα στο μαντρί», χωρίς να παίρνει υπόψη της την ύπαρξη της συγκεκριμένης ηγεσίας, πέρα από εμπαθής, πολιτικά, δεν είναι μόνο κοντόφθαλμη αλλά είναι και εχθρική απέναντι στην ίδια την ύπαρξη του Κόμματος. Εχθρική για το Κομμουνιστικό Κίνημα. Και σε τελική ανάλυση δεν είναι καν εχθρική ούτε και για την ηγεσία του Κόμματος, έστω και εάν λέγεται ως τέτοια.

Η έκφραση μιας εμπάθειας, που πολλές φορές παίρνει και τη μορφή μιας απέχθειας απέναντι στην ηγεσία του Κόμματος δεν είναι καν πολιτική κριτική σε μια συγκεκριμένη αντίληψη, αριστερίστικη έστω, που εκφράζει η ηγεσία του Κόμματος. Είναι μια μνησικακία, που μπορεί να συγκαλύπτει και ανάλογα κουσούρια (δεξιάς κοπής), έστω και εάν αυτή η κριτική γίνεται από μια άλλη κατεύθυνση, έστω και εάν έχει διαφορετικό περιεχόμενο, που τίποτα δεν εξασφαλίζει ότι είναι και σωστό.

Και επειδή το ΚΚΕ έχει ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ, κατά το παρελθόν, από ανάλογες καταστάσεις, πρέπει, επί τέλους, να μπει τέρμα σε τέτοιες καταστάσεις. Οι όποιες ευθύνες υπάρχουν θα αποδοθούν από τα ίδια τα καταστατικά όργανα του Κόμματος προς όλους. Και όλοι θα λογοδοτήσουμε μπροστά στην εργατική τάξη. Αυτή είναι το «αφεντικό» του Κόμματος. Όπως η αστική τάξη είναι το αφεντικό των πολιτικών της εκπροσώπων.

Αύριο το τρίτο και τελευταίο μέρος.

COMMENTS