Ανασχηματισμός και προεδρικές εκλογές

Δυστοκία παρουσιάζεται για τον ανασχηματισμό. Φαίνεται ότι η θέση κλειδί είναι το ποιος θα είναι ο νέος υπουργός οικονομίας. Απ’ ότι λέγεται ο πρωθυπουργός αναζητάει ένα πρόσωπο, που θα «σηματοδοτήσει τη μετά μνημόνιο εποχή». Οι εντυπώσεις προηγούνται. Είναι, όμως, μόνο οι εντυπώσεις;…

Το ερώτημα είναι που και πως θα βρεθεί ένας νέος υπουργός οικονομικών που θα συμβολίζει μια νέα περίοδο για την αστική τάξη, τη μεταμνημονιακή, όταν ο πολύς Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μας υπενθύμισε ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί ένα νέο πακέτο στήριξης, πράγμα που σημαίνει και νέο μνημόνιο;

Μια νέα συμφωνία για την οποία όποιο όνομα και εάν της δώσουν, όπως και να βαφτιστεί, δεν αλλάζει καθόλου το χαρακτήρα των οικονομικών εξελίξεων. Μάλιστα ο Σόιμπλε άφησε ανοιχτό και το θέμα παραμονής της χώρας μας στο ευρώ.

Την ίδια άποψη, περί νέου πακέτου στήριξης, έκφρασε και ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι οι αποφάσεις θα παρθούν μετά το καλοκαίρι. Από την άλλη αναμένεται η έκθεση του ΔΝΤ, για την οποία από τώρα ορισμένοι αναλυτές προδιαγράφουν το περιεχόμενό της. Επιμονή στα αντιλαϊκά μέτρα, στο δημοσιονομικό και στο χρηματοδοτικό κενό που θα παρουσιαστεί.

Σε κάθε περίπτωση θα υπάρξει επέλαση νέων αντιλαϊκών μέτρων, έστω και εάν η κυβέρνηση δια των εκπροσώπων της στα ΜΜΕ τα ονομάζουν διαρθρωτικά μέτρα, «τα οποία θα έπρεπε να τα έχουμε πάρει από μόνοι μας».

Την ίδια στιγμή φαίνεται ότι και στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας ασκούνται διάφορες πιέσεις «για όσο πιο δεξιά τόσο πιο καλά», γεγονός που ανάγκασε ορισμένα ΜΜΕ να υπενθυμίσουν στον Αντώνη Σαμαρά ότι μια τέτοια κίνηση είναι επικίνδυνη για την πολιτική αναδιάρθρωση της χώρας, η οποία σαφώς πρέπει να ακολουθήσει την οικονομική αναδιάρθρωση, αλλά να μην τη θέτει σε κίνδυνο.

Από την άλλη, βέβαια, η κυβέρνηση θέλει να σηματοδοτήσει και μια σταθερότητα, τέτοια, που θα προσπαθήσει να ξεπεράσει το σκόπελο των πρόωρων εθνικών εκλογών, να παραμείνει στην εξουσία και η εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας να επιτευχθεί από την παρούσα βουλή, έστω και με 180 βουλευτές.

Το εγχείρημα έχει τις δυσκολίες του, γιατί πρέπει να ικανοποιηθούν πολλές και διαφορετικές πλευρές. Την ίδια στιγμή που πρέπει να εξασφαλιστεί η σταθερότητα της κυβέρνησης παίζονται και οι εσωκυβερνητικές κόντρες. Επίδραση έχουν και οι αντιθέσεις μεταξύ των εταίρων μας. Πάνω απ’ όλα, όμως, το βασικότερο είναι το πώς η κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει την ολοένα και αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών έφεραν τον κυβερνητικό δικομματισμό στη χειρότερη θέση που βρέθηκε ποτέ. Εάν προσθέσουμε στις απώλειες του κυβερνητικού δικομματισμού και τις απώλειες της ΔΗΜΑΡ,  τότε, βλέπουμε ότι οι δυνάμεις που έπαιξαν κυβερνητικό ρόλο μετά τις εκλογές του Ιούνη του ’12 βγήκαν σημαντικά χαμένες.

Το πρόβλημα, λοιπόν, της κυβερνητικής σταθερότητας δεν θα κριθεί από τον ανασχηματισμό, ούτε ακόμη και από τη λύση που θα δοθεί στο ζήτημα της εκλογής νέου Προέδρου Δημοκρατίας. Το πρόβλημα θα κριθεί από τη στάση του Κομμουνιστικού και Εργατικού κινήματος με την ανάπτυξη της πάλης, από τη μια, αλλά και της κατάθεσης συγκεκριμένης πρότασης διεξόδου από την κρίση και την Ευρωπαϊκή Ένωση, που θα αντιμετωπίζει και τα ισχυρά και επικίνδυνα διλήμματα που θα βάλουν οι άλλες πολιτικές δυνάμεις. Και αυτή τη φορά όλα δείχνουν ότι θα είναι πολύ ισχυρά.

Και εδώ το πρώτο λόγο τον έχει το ΚΚΕ, που δεν μπορεί να μην πάρει υπόψη του την εμπειρία τόσων χρόνων από την τακτική που κράτησε, που δεν μπορεί να μην προχωρήσει, πλέον, σε σημαντικές αναπροσαρμογές της τακτικής του και της στάσης του μέσα στο εργατικό κίνημα. Πριν τα διλήμματα φέρουν τα δικά τους αποτελέσματα…

COMMENTS