Στο σημερινό μας άρθρο θα ασχοληθούμε με τα εκλογικά αποτελέσματα του Κόμματος. Μέχρι τώρα, στα δύο άρθρα που αναρτήσαμε στη «Νέα Σπορά», αναλύσαμε την εκλογική δύναμη του κυβερνητικού δικομματισμού, ο οποίος βρίσκεται στη χειρότερη θέση, που βρέθηκε ποτέ.
Θεωρήσαμε ότι η θεαματική εκλογική αποδυνάμωση του κυβερνητικού δικομματισμού οφείλεται στην οικονομική κρίση και την πολιτική που εφαρμόζει με τις εντολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, παράλληλα, τεκμηριώσαμε την εκτίμησή μας ότι η κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος συνεχίζεται και βαθαίνει, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε πρώτη πολιτική δύναμη, εκτίμηση που η «Νέα Σπορά» την έχει επίσημα καταθέσει από τον Ιούνη του 2012, αμέσως μετά τις εκλογές και το σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης.
Σε ότι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ η εκλογική του άνοδος, από τη μια μεριά, ασφαλώς και οφείλεται στη μεγάλη φθορά του κυβερνητικού δικομματισμού, από την άλλη, όμως, η εκλογική του νίκη δε σημαίνει ότι πέτυχε τους εκλογικούς του στόχους, «στις 25 ψηφίζουμε στις 26 φεύγουν», γεγονός που τον αναγκάζει να τροποποιήσει την τακτική του, πάντα μέσα στο πλαίσιο της διεκδίκησης της διακυβέρνησης της χώρας, με μια κυβέρνηση «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».
Φυσικά η μη επιτυχία των εκλογικών στόχων του ΣΥΡΙΖΑ, κατά τη γνώμη μας, παράλληλα, σημαίνει και την αδυναμία του να αποσπάσει την ευρύτερη εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών, εξ αιτίας της πολιτικής που ακολουθεί. Μια πολιτική προσέγγισης της αστικής τάξης της χώρας και των αλλεπάλληλων υπαναχωρήσεών του, γεγονός ,που, επίσης το έχουμε επισημάνει σε προηγούμενες τοποθετήσεις μας.
Ακριβώς αυτό το γεγονός είναι που αποδεικνύει ότι οι ψηφοφόροι, ένα μέρος τους, τον ακολουθούν για να αποτελέσει μια κάποια κυβερνητική λύση, στη θέση της υπάρχουσας, με την ελπίδα ότι «κάτι καλύτερο θα προκύψει», αλλά ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι είναι σε αδυναμία να δημιουργήσει ένα γενικότερο λαϊκό ρεύμα, που θα τον αναδείξει σε αδιαμφισβήτητη κυβερνητική δύναμη.
Τέλος σε ότι αφορά τη Χρυσή Αυγή η άνοδός της είναι αδιαμφισβήτητη. Φαίνεται ότι έχει κατορθώσει να δημιουργήσει μια εκλογική βάση, γεγονός, που δεν είναι μόνο επικίνδυνο, γιατί ήδη έχει εγκλωβίσει μια αξιοσημείωτη μερίδα εργαζομένων και νεολαίας, αλλά και γιατί της δίνεται η δυνατότητα με τη συγκεκριμένη τακτική που ακολουθεί και την προσεγμένη ιδεολογική της παρέμβαση να ενισχυθεί παραπέρα. Να αποκτήσει αυτοτελή πολιτικό ρόλο.
Εκ των πραγμάτων η ενίσχυση της Χρυσής Αυγής αποτελεί παράγοντα περαιτέρω όξυνσης της κρίσης του αστικού πολιτικού συστήματος συνολικά, της κοινοβουλευτικής του μορφής ιδιαίτερα, σε μια περίοδο που ο νεοναζισμός και οι ακροδεξιές δυνάμεις παρουσιάζουν σαφή αύξηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τα αστικά ΜΜΕ, αρχικά, χαρακτήρισαν τα εκλογικά αποτελέσματα «ισορροπημένα» και ότι ο Ελληνικός λαός ψήφισε «σοφά», με την έννοια ότι έστειλε το μήνυμά του στην κυβέρνηση αλλά δεν έδωσε, έμμεσα, και κυβερνητική εντολή στο ΣΥΡΙΖΑ, που θα έφερνε τις εθνικές εκλογές.
Στη συνέχεια από την πλευρά της κυβέρνησης εκδηλώθηκε μια έντονη επιθετικότητα ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ στη βάση ότι το εκλογικό του ποσοστό είναι το ψηλότερο δυνατό και ότι το εκλογικό ποσοστό του κυβερνητικού δικομματισμού, αντίστοιχα, είναι το χαμηλότερο δυνατό. Πράγμα που σημαίνει ότι ο κυβερνητικός δικομματισμός από εδώ και στο εξής μόνο θα κερδίζει, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο θα χάνει.
Η τακτική αυτή αποσκοπεί αφενός στην ενίσχυση του κυβερνητικού δικομματισμού αφετέρου στην παραπέρα ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ. Και απ’ ότι διαπιστώσαμε από τις τοποθετήσεις, που έγιναν μπροστά στην αστική τάξη της χώρας μας, στη συνέλευση του ΣΕΒ, τόσο της κυβέρνησης όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει η ανάλογη διάθεση από μεν την κυβέρνηση να συνεχίσει την ίδια πολιτική από δε τον ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί στις επιθυμίες της.
Επειδή, όμως, «τα πράγματα δεν είναι έτσι επειδή φαίνονται έτσι» η δική μας εκτίμηση είναι ότι και αυτή η εξέλιξη δε μπορεί να αμβλύνει την υπάρχουσα πολιτική κρίση. Φυσικά υπό τον περιοριστικό παράγοντα ότι θα υπάρξει μια ανάλογη αλλαγή τακτικής από την πλευρά του ΚΚΕ και αλλαγή της στάσης του στο εργατικό κίνημα.
Κάτω από αυτήν την οπτική επιχειρούμε να παρουσιάσουμε τα εκλογικά αποτελέσματα του Κόμματος. Γι’ αυτό το λόγο σπεύδουμε να τονίσουμε ότι δεν πρόκειται να υποτιμήσουμε την όποια αύξηση των δυνάμεων του Κόμματος σε σχέση με τα αποτελέσματα των εκλογών του Ιούνη του 2012, αλλά, ταυτόχρονα, θέλουμε να επισημάνουμε, ότι η σύγκριση αυτή δεν αποδίδει και την πραγματική εικόνα της κατάστασης του Κόμματος, πολύ περισσότερο δεν εξασφαλίζει και τη μελλοντική του πορεία.
Και αυτό το υποστηρίζουμε από την άποψη ότι το Κόμμα θα δοκιμαστεί και πάλι στις μυλόπετρες των διλημμάτων των εθνικών εκλογών, που ούτως ή άλλως έρχονται, με τον κίνδυνο να συνθλιβεί κάτω από την έλλειψη μιας ουσιαστικής πρότασης εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, με αποτέλεσμα να βάλει επί τάπητος την ίδια την ύπαρξή του, μια και εκτιμάμε ότι αυτή τη φορά τα διλήμματα, που ήδη έχουν αρχίσει να τίθενται, θα είναι πολύ ισχυρά και πολύ πιο επικίνδυνα.
Επομένως η σχετική αυτή αύξηση που παρουσίασε το Κόμμα, αρχικά, μπορεί να χρησιμεύσει για ένα συμπέρασμα και μόνο. Ότι ο εργαζόμενος λαός επιθυμεί το ΚΚΕ να υπάρχει και να παίζει ενεργό ρόλο, ότι τρέφει ελπίδες σ’ αυτό. Αλλά αυτή είναι η επιθυμία του εργαζόμενου λαού, για να γίνει πραγματικότητα πρέπει να αλλάξει και η πραγματικότητα του Κόμματος.
Η επιλογή μας, κατά συνέπεια, είναι να μην ακολουθήσουμε τον τρόπο παρουσίασης των εκλογικών αποτελεσμάτων του Κόμματος, που έγινε από τον «Ρ», και βασίστηκε αποκλειστικά στη σύγκριση των τωρινών εκλογικών αποτελεσμάτων με εκείνα του Ιούνη του 2012. Επιλέγουμε να παρουσιάσουμε συνολικά τη διαχρονική εξέλιξη της εκλογικής δύναμης του Κόμματος από το 1993 και μετά, γιατί πιστεύουμε ότι προκύπτουν πολύ χρήσιμα συμπεράσματα για το Κόμμα και τη σημερινή του πραγματική κατάσταση.
Στους πίνακες και στα διαγράμματα που θα χρησιμοποιήσουμε αναφερόμαστε στις εθνικές εκλογές και στις αντίστοιχες ευρωεκλογές. Ο λόγος που χρησιμοποιούμε τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών και των ευρωεκλογών είναι ότι θεωρούνται, και είναι, καθαρά πολιτικές εκλογές. Συνήθως, λέγεται, ότι οι ευρωεκλογές ενέχουν το κριτήριο της «χαλαρής ψήφου», πολύ περισσότερο οι αυτοδιοικητικές εκλογές. Αν για τις αυτοδιοικητικές εκλογές «σπάνε» κάπως τα πολιτικά κριτήρια και παρεμβαίνουν και άλλοι παράγοντες δεν συμβαίνει το ίδιο, ή αν συμβαίνει ισχύει σε πολύ μικρότερο βαθμό, για τις ευρωεκλογές.
Από την πλευρά μας διευκρινίζουμε ότι δεν υιοθετούμε την έννοια της χαλαρής ψήφου, γιατί στις ευρωεκλογές εκφράζεται και κρίνεται, κατ’ εξοχήν, η στρατηγική των κομμάτων. Ο στρατηγικός τους προσανατολισμός. Από την άποψη αυτή το γεγονός ότι το ΚΚΕ έπαιρνε πάντα πιο πολλούς ψήφους και πιο υψηλά ποσοστά σε σχέση με τις εθνικές εκλογές έχει πολιτική εξήγηση, που δεν «χωράει» στην έννοια της χαλαρής ψήφου.
Περνάμε τώρα στην παρουσίαση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Στον Πίνακα 1 οι αναγνώστες μπορούν να δουν τη διαχρονική εξέλιξη της εκλογικής δύναμης του Κόμματος σε ψήφους και σε ποσοστά και να συγκρίνουν με τη συμμετοχή στις εκλογές.
Πίνακας 1. Αποτελέσματα Εθνικών και Ευρωβουλευτικών Εκλογών
Στη συνέχεια τις ψήφους του Κόμματος τις αποτυπώνουμε στο Διάγραμμα 1, απ’ όπου οι αναγνώστες μπορούν να παρακολουθήσουν πως απεικονίζεται η εκλογική πορεία του Κόμματος.
Διάγραμμα 1. Η εκλογική πορεία του Κόμματος 1993/2014
Από την παράθεση των εκλογικών αποτελεσμάτων, Πίνακας 1, και της αντίστοιχης αναπαράστασής τους στο Διάγραμμα 1 διαπιστώνουμε ότι η εκλογική πορεία του Κόμματος είναι ένα συνεχές «πάνω – κάτω» ανάμεσα στις εθνικές εκλογές και τις ευρωεκλογές. Κορύφωση της πορείας αυτής είναι οι εθνικές εκλογές του 2007 (583.750 ψήφοι), όπου το Κόμμα ενσωματώσει και ξεπερνάει τον αριθμό ψήφων που έλαβε στις ευρωεκλογές του 2004 (580.396 ψήφοι).
Στην εκλογική πορεία του Κόμματος υπάρχουν δύο σαφείς κλάδοι. Ένας ανοδικός και ένας καθοδικός. Μέχρι και τις εθνικές εκλογές του 2007 προσδιορίζεται ο ανοδικός κλάδος. Από το 2007 μέχρι και σήμερα προσδιορίζεται ο καθοδικός κλάδος. Οι δύο αυτοί κλάδοι φαίνονται καλύτερα αν παρουσιάσουμε τα αντίστοιχα διαγράμματα των εθνικών εκλογών και των ευρωεκλογών ξεχωριστά.
Διάγραμμα 2. Ψήφοι Εθνικών εκλογών του ΚΚΕ
Διάγραμμα 3. Ψήφοι Ευρωεκλογών του ΚΚΕ
Όπως βλέπουμε οι δύο κλάδοι της εκλογικής πορείας του ΚΚΕ, ο ανοδικός και ο καθοδικός, φαίνονται πολύ πιο καθαρά από μόνοι τους. Παρατηρούμε, όμως, και κάτι άλλο, που είναι πολύ σημαντικό. Στις τελευταίες εθνικές εκλογές του Ιούνη του 2012 ο αριθμός των ψήφων του Κόμματος (277.227 ψήφοι) είναι μικρότερος από τον αντίστοιχο αριθμό ψήφων του Οκτώβρη του 1993 (313.001 ψήφοι) κατά 35.774 ψήφους. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ευρωεκλογές. Ο αριθμός των ψήφων των ευρωεκλογών του Μάη του 2014 (347.487 ψήφοι) είναι μικρότερος από τον αριθμό των ψήφων του Ιούνη του 1994 (410.741 ψήφοι) κατά 63.254 ψήφους. Από την άποψη, λοιπόν, των δύο ξεχωριστών εκλογικών διαδικασιών, σήμερα, το Κόμμα βρίσκεται σε χειρότερη θέση απ’ ότι το 1993 και 1994 αντίστοιχα σε απόλυτους αριθμούς ψήφων.
Ας δούμε, τώρα, συνδυασμένα τα εκλογικά αποτελέσματα του Κόμματος από το 1993 μέχρι 2014 με ένα διαφορετικό τρόπο.
Διάγραμμα 4. Ψήφοι του ΚΚΕ σε Εθνικές και Ευρωβουλευτικές εκλογές
Παρουσιάζουμε τις ψήφους του Κόμματος σε στήλες. Η κίτρινη καμπύλη γραμμή ενώνει τις κορυφές από τις στήλες των ψήφων των εθνικών εκλογών, ενώ η μπλε καμπύλη γραμμή ενώνει τις κορυφές από τις στήλες των ψήφων των ευρωεκλογών. Οι αναγνώστες μπορούν να παρακολουθήσουν ταυτόχρονα τις δύο ξεχωριστές εκλογικές διαδικασίες. Από το διάγραμμα αυτό «ξεπηδάει» μια πολιτική διαπίστωση πολύ μεγάλης σημασίας.
Κατά τη διάρκεια της ανόδου του Κόμματος (ανοδικός κλάδος στα διαγράμματα) η μπλε καμπύλη είναι πάνω από την αντίστοιχη κίτρινη. Αυτό συμβαίνει, γιατί τα εκλογικά αποτελέσματα των ευρωεκλογών ήταν καλύτερα από τα αντίστοιχα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών. Αλλά αυτό το γεγονός προσδιορίζει και μια συγκεκριμένη πολιτική εξήγηση.
Όταν διεξάγονταν εθνικές εκλογές για την ανάδειξη κυβέρνησης το Κόμμα έπαιρνε λιγότερους ψήφους απ’ ότι στις ευρωεκλογές. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το Κόμμα εξασφάλιζε στις ευρωεκλογές ένα ορισμένο τμήμα των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων από την κυβερνητική πολιτική, που εφαρμοζόταν από τον κυβερνητικό δικομματισμό (και αυτή δεν είναι χαλαρή ψήφος, αντίθετα είναι πολιτική ψήφος).
Σ’ αυτό το ίδιο το γεγονός, δηλαδή, εκφράζεται, η δυνατότητα που είχε το ΚΚΕ, λόγω της πολιτικής του στάσης απέναντι στην κυβερνητική πολιτική και της πολιτικής του θέσης απέναντι στην τότε ΕΟΚ και μετέπειτα Ευρωπαϊκή Ένωση να επιδρά με την πολιτική του στους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων και να συγκεντρώνει τη δυσαρέσκεια των πιο προοδευτικών τμημάτων των ψηφοφόρων αυτών.
Η κορύφωση αυτού του φαινομένου έρχεται στις εθνικές εκλογές του Οκτώβρη του 2007, στις οποίες το ΚΚΕ ενσωματώνει και ξεπερνάει τον αριθμό των ψήφων που πήρε στις ευρωεκλογές του 2004. Αυτό το γεγονός δεν πρέπει να υποτιμηθεί σε πολιτική σημασία, γιατί όλος αυτός ο προοδευτικός κόσμος που ενσωματώθηκε στο ΚΚΕ το έκανε, γιατί αποδέχτηκε και τη θέση του ως προς την πορεία του τόπου, όπως την προσδιόριζε το Πρόγραμμα του Κόμματος, και για τη θέση του απέναντι στην ΕΟΚ – Ευρωπαϊκή Ένωση. Και μάλιστα το έκανε σε μια εποχή, που τα διάφορα γκάλοπ, που διεξάγονταν, έδειχναν αποδοχή της ΕΟΚ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ποσοστά πάνω από 80%. Ήταν επομένως μια συνειδητή επιλογή.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σταθούμε σε ορισμένα γεγονότα που προσδιόρισαν τις πολιτικές εξελίξεις μετά το 2007. Τα κρισιακά οικονομικά φαινόμενα, που αφορούν στην παγκόσμια οικονομία έχουν ήδη αρχίσει, άλλωστε η συζήτηση για την παγκόσμια οικονομική κρίση έχει ανοίξει στο Κογκρέσο των ΗΠΑ αρκετά πριν το 2000.
Και ενώ, στην πραγματικότητα, έχει ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση, οι ιθύνοντες κύκλοι των ΗΠΑ και της παγκόσμιας ολιγαρχίας, με πρώτο τον πρόεδρο της FED, την αποκρύβουν. Η επίσημη αποδοχή της οικονομικής κρίσης γίνεται τον Οκτώβρη του 2008 με την ανοικτή κατάρρευση γιγαντιαίων τραπεζικών και ασφαλιστικών οργανισμών των ΗΠΑ και όχι μόνο στις ΗΠΑ.
Όλο αυτό το χρονικό διάστημα, μέχρι το «επίσημο» ξέσπασμα της κρίσης, στη χώρα μας διεξάγεται μια συζήτηση γύρω από την οικονομική κρίση, που το Κόμμα τη θεωρεί επισήμως προσχηματική!!! Γεγονός που αναδεικνύει και την ιδεολογική και πολιτική ανετοιμότητα του Κόμματος στο πως θα αντιμετωπίσει την παγκόσμια οικονομική κρίση σε ότι αφορά στη χώρα μας.
Χωρίς να προχωρήσουμε σε περαιτέρω σχολιασμούς γύρω από τη στάση του Κόμματος σε σχέση με τη συζήτηση που διεξάγεται, θέμα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον για την οικονομική σκέψη του Κόμματος, επισημαίνουμε ότι το επίκεντρο της συζήτησης για την αντιμετώπιση της κρίσης αφορά σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αν θα αντιμετωπιστεί αυτή στο πλαίσιο της πορείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ύπαρξης του ευρώ και το δεύτερο στο τι μέτρα θα πρέπει να παρθούν τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και σε κάθε χώρα ξεχωριστά.
Η αστική τάξη και τα κόμματά της τοποθετούν το θέμα της οικονομικής κρίσης ορθά – κοφτά: Κάθε συζήτηση αμφισβήτησης του ευρώ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι καταστροφική για τη χώρα. Με δύο λόγια θέτει το ζήτημα της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης στο πλαίσιο των στρατηγικών της επιλογών.
Μοιραία αυτή η τοποθέτηση φέρνει στο επίκεντρο της συζήτησης τη στάση του κάθε κόμματος απέναντι στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή αλλά και στα μέτρα που πρέπει να παρθούν. Οπότε αναδεικνύεται, ως συνακόλουθο ζήτημα, το ποια πρέπει να είναι εκείνη η κυβέρνηση που θα αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση. Περιττό να πούμε ότι η συζήτηση γύρω από την οικονομική κρίση ανέδειξε και όλα τα «κουσούρια» της Ελληνικής οικονομίας, της σχέσης της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα αντίστοιχα πολιτικά καθήκοντα, ιδιαίτερα για το Κόμμα μας.
Στα παραπάνω προσθέτουμε και το γεγονός ότι πρακτικά η οικονομική κρίση στη χώρα μας γίνεται αισθητή στους εργαζόμενους και στα μικροαστικά στρώματα αλλά και στην ίδια την αστική τάξη από το 2009 και μετά. Το γεγονός αυτό εκφράζεται με τις εργατικές αντιδράσεις, τις «πλατείες», ιδιαίτερα με την ανάπτυξη των εργατικών αγώνων, κατά την περίοδο 2010 – 2011, ενώ, σε κυβερνητικό επίπεδο, εκφράζεται με τις αλλεπάλληλες κυβερνήσεις και τα μνημόνια, τις δανειακές, αποικιακού τύπου, συμβάσεις και τα μεσοπρόθεσμα προγράμματα, που καταστρέφουν τα μικροαστικά στρώματα απότομα, που ρίχνουν το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων επίσης απότομα και οδηγούν τεράστιες λαϊκές μάζες στην εξαθλίωση, αλλά καταστρέφουν και ένα τμήμα της αστικής τάξης.
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της κατάστασης καταλήγει στην κινητοποίηση, για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση από την περίοδο της Μεταπολίτευσης, τεράστιων λαϊκών μαζών, που μπαίνουν απότομα στην πολιτική πάλη και ταξική πάλη, γεγονός που επιβάλλει, ειδικά για το Κόμμα μας, να προβάλει συνολική πρόταση διεξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία που απειλεί τη χώρα μας, που, ταυτόχρονα θα ξεκαθαρίζει και τη σχέση της χώρας μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ταυτόχρονα πρέπει να σταθούμε σε ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά που εξελίσσονται αυτήν την περίοδο. Το πρώτο είναι ότι η αστική τάξη και τα κόμματά της προσπαθούν να εξασφαλίσουν μια ενιαία στάση απέναντι στην οικονομική κρίση. Οι όποιες ταλαντεύσεις υπήρξαν αρχικά αμβλύνθηκαν στη συνέχεια (από αντιμνημονιακός ο Αντώνης Σαμαράς μετατράπηκε σε υμνητή των μνημονίων και των αντιλαϊκών μέτρων) με την άμεση παρέμβαση των κυρίαρχων κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δη Γερμανίας – Γαλλίας, Μέρκελ – Σαρκοζί.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι δυναμώνουν τα αντευρωενωσιακά και προπαντός τα αντιμνημονιακά αισθήματα του Ελληνικού λαού, που σε συνδυασμό με τη νέα οικονομική κατάσταση που περιέρχονται, στο πολιτικό επίπεδο αρχίζουν να εγκαταλείπουν μαζικά το δικομματισμό και όσα κόμματα συνέδραμαν στη μνημονιακή πολιτική.
Το τρίτο χαρακτηριστικό είναι ότι η απότομη είσοδος στην πολιτική και ταξική πάλη τμημάτων της εργατικής τάξης που καταστρέφονται και προπαντός των καταστρεμμένων μικροαστικών στρωμάτων, με χαμηλή πολιτική και ταξική συνείδηση, αλλάζει τους όρους διεξαγωγής της ταξικής και πολιτικής πάλης, γεγονός που οδηγεί ένα Κομμουνιστικό Κόμμα αναγκαστικά και μονοσήμαντα στην κατεύθυνση να προσπαθήσει να αποκαταστήσει δεσμούς με τα νεοεισερχόμενα λαϊκά τμήματα στην ταξική και πολιτική πάλη παίρνοντας υπόψη το επίπεδο ταξικής και πολιτικής τους συνείδησης, να τα συσπειρώσει, να τα συνειδητοποιήσει μέσα από τα άμεσα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και να τα οδηγήσει σε ρήξη με την κυβερνητική αντιλαϊκή πολιτική και την ίδια την αστική τάξη.
Την ίδια περίοδο, όμως, που συμβαίνουν όλα αυτά το Κόμμα μας βρίσκεται σε πορεία άρνησης του Προγράμματος, που ψηφίστηκε το 15ο Συνέδριο, το οποίο μπορούσε να εξασφαλίσει τους παραπάνω όρους, με αποτέλεσμα να μην έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει αποτελεσματικά την πορεία της ταξικής και πολιτικής πάλης.
Αυτή η πορεία φαίνεται καθαρά στον καθοδικό κλάδο στο Διάγραμμα 4., το οποίο το επαναφέρουμε, ως Διάγραμμα 5, συμπληρωμένο με τη συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες και τα ποσοστά του Κόμματος. Εφιστούμε την προσοχή ότι έχουμε αλλάξει τη μπλε καμπύλη του Διαγράμματος 4 σε κόκκινη και αποδίδουμε με μπλε χρώμα τα ποσοστά του Κόμματος.
Διάγραμμα 5. Σύνθετη απεικόνιση των εκλογικών αποτελεσμάτων
Όπως διαπιστώνουμε στο Διάγραμμα 5 από το 2007 και μετά αρχίζει ο καθοδική πορεία του Κόμματος. Ταυτόχρονα αρχίζει και η καθοδική πορεία της συμμετοχής του κόσμου στις εκλογικές διαδικασίες, δηλαδή αυξάνει η αποχή. Το ποσοστό του Κόμματος (η μπλε καμπύλη στη βάση του Διαγράμματος) δεν παρουσιάζει αξιοσημείωτες αλλαγές, γιατί εξαρτάται από τη συμμετοχή. Αυτή είναι η γενική εικόνα.
Σ’ αυτήν τη γενική εικόνα πρέπει να σταθούμε σε ορισμένα συγκεκριμένα σημεία. Παρατηρούμε ότι η καθοδική πορεία του Κόμματος αρχίζει από το 2007 και μετά και περιλαμβάνει και τις ευρωεκλογές του 2009. Ταυτόχρονα η συμμετοχή του κόσμου στις εκλογές μειώνεται. Το Κόμμα χάνει το προνόμιο που είχε να παίρνει μεγαλύτερο αριθμό ψήφων και ποσοστών στις ευρωεκλογές. Αυτό γίνεται σε μια εποχή που αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση στη συνείδηση του εργαζόμενου λαού για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το συμπέρασμα είναι ότι η στάση του Κόμματος δεν γίνεται κατανοητή από τις πλατύτερες μάζες των εργαζομένων. Έτσι εξηγείται και η καθοδική πορεία της συμμετοχής.
Το άλλο σημείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε είναι στην περίοδο 2010 – 2012, που αναπτύσσονται οι εργατικοί αγώνες, στους οποίους έχει αποφασιστική συμμετοχή το ΠΑΜΕ και το Κόμμα. Τον Μάη του 2012 η εκλογική δύναμη του Κόμματος επανακάμπτει σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2009, αυξάνει ελάχιστα σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές του ίδιου έτους. Απόδειξη ότι ο εργαζόμενος λαός ελπίζει στο ΚΚΕ. Αλλά…
Αυτή η ελπίδα είναι πλέον ρηγματωμένη, έτοιμη να κατακερματιστεί, γιατί η αύξηση του Κόμματος σε ψήφους είναι μόλις 18.856 ψήφοι, σε μια περίοδο που έχουν μετακινηθεί από το κυβερνητικό δικομματισμό και το ΛΑΟΣ πάνω από 3.5εκατ. ψηφοφόροι! Ο δικομματισμός έχει σχεδόν καταρρεύσει και η πολιτική κρίση, που ήδη είχε αρχίσει, στο έδαφος της οικονομικής κρίσης δεν φέρνει τα αναμενόμενα αποτελέσματα για το Κόμμα μας. Και όχι μόνο αυτό…
Το τελευταίο σημείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε είναι οι εκλογές του Ιούνη του 2012. Στις εκλογές αυτές επανακάμπτει κυρίως η Νέα Δημοκρατία, ο δικομματισμός εξακολουθεί να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, σημειώνεται μια διασπορά ψήφων σε άλλα μικρότερα κόμματα, γεγονός που επιτρέπει το σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης, εμφανίζεται η επικίνδυνα η Χρυσή Αυγή αλλά το Κόμμα υπέστη μια συντριβή χάνοντας το 50% περίπου της εκλογικής του δύναμης.
Κλείνοντας αυτήν την παρουσίαση των εκλογικών αποτελεσμάτων του Κόμματος, χωρίς να θίξουμε άλλες πολύ σημαντικές πλευρές, θέλουμε να σταθούμε σε ένα μόνο ερώτημα, η απάντηση του οποίου μπορεί να αποτελέσει και ένα συμπέρασμα για την πορεία του Κόμματος.
Η καθοδική πορεία του Κόμματος παρουσιάζει δύο πρόσωπα αλληλένδετα. Το ένα αφορά τις επεξεργασίες του Κόμματος που έχουν αρχίσει να σφραγίζουν την εγκατάλειψη του Προγράμματος του 15ου Συνεδρίου και πιο αποφασιστικά αρχίζουν στο 17ο Συνέδριο και ακολουθούν στο 18ο Συνέδριο, που πρακτικά και μη ομολογημένα σημαίνουν την πλήρη άρνηση του υπάρχοντος Προγράμματος. Επομένως το «πήγαμε στις εκλογές με το 15ο Συνέδριο» δεν ισχύει. Πήγαμε στις εκλογές με το 19ο Συνέδριο, το οποίο δεν είχε πραγματοποιηθεί ακόμα.
Το δεύτερο πρόσωπο αφορά στη στάση του Κόμματος απέναντι στην οικονομική και πολιτική κρίση αυτής της περιόδου. Αποδείχτηκε πως σε καιρό κρίσης δεν είναι «Κόμμα παντός καιρού» και ότι μάλλον αυτό το σύνθημα αφορούσε άλλους σκοπούς. Περισσότερο να δικαιολογήσει την καθοδική πορεία του Κόμματος, παρά για να τονίσει τις δυσκολίες της ταξικής και πολιτικής πάλης.
Τελευταία φράση. Από την παρουσίαση που επιχειρήσαμε θέλουμε να επαναλάβουμε ότι δεν υποτιμούμε τη μικρή ανάκαμψη που εμφάνισε το Κόμμα μας σε σχέση με τις εκλογές του Ιούνη του 2012.
Αν, όμως, η ηγεσία του Κόμματος επιμείνει «στα ίδια και τα ίδια» και δεν προχωρήσει σε αποφασιστικές κινήσεις διόρθωσης της πολιτικής και άλλων πολλών πλευρών της κομματικής ζωής και δράσης, της στάσης του Κόμματος στο εργατικό κίνημα, τότε πολύ γρήγορα θα βρεθεί αντιμέτωπη με τα διλήμματα της επόμενης μάχης. Και η ευθύνη θα είναι δική της. Αλλά το τι σημαίνουν πρακτικά αυτές οι αποφασιστικές κινήσεις θα το δούμε στο τελευταίο άρθρο αυτής της σειράς, που αφορούσε τα εκλογικά αποτελέσματα.
COMMENTS