Οι …κόκκινες γραμμές και τα αναπάντητα ερωτήματα

Συνηθίσαμε πια. Το ίδιο σκηνικό στο ίδιο έργο. Από τότε που πάτησε το πόδι της η τρόικα στην Ελλάδα φαίνεται να επαναλαμβάνεται η ίδια παράσταση:

•Συνάντηση των αρχηγών των κομμάτων της συγκυβέρνησης για να καθορίσουν τις κόκκινες γραμμές!

•Στη συνέχεια η τρόικα βάζει στο τραπέζι τις «παράλογες» απαιτήσεις της. Κάθε φορά πολύ περισσότερες απ’ όσες παρασκηνιακά έχουν συμφωνηθεί.

•Ξανασυνεδριάζουν οι αρχηγοί των κομμάτων της συγκυβέρνησης και ξανακαθορίζουν τις κόκκινες γραμμές, με την υπόμνηση ότι δε θέλουν να τα σπάσουν με την τρόικα και δουλεύουν σκληρά για να καταλήξουν σε συμφωνία. Το είδαμε και χθες. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος μετά τη συνάντησή του με τον Αντώνη Σαμαρά δήλωσε ότι: «Έχει διαμορφωθεί ένα ρεαλιστικό πλαίσιο ώστε να επιδιωχθεί συμφωνία μέχρι την Κυριακή».

•Μετά έρχεται η συμφωνία με την τρόικα και η συγκυβέρνηση νομοθετεί τα όσα συμφωνήθηκαν. Ήδη η κυβέρνηση ετοιμάζει πολυνομοσχέδιο σκούπα με τα προαπαιτούμενα της τρόικας.

Στο μεταξύ τα αστικά ΜΜΕ, όσο παίζεται η παράσταση, πριν και μετά την κάθε συμφωνία, αναλαμβάνουν με τη σειρά τους να παίξουν και αυτά το ίδιο έργο. Μιλάνε για σκληρές διαπραγματεύσεις, αναρωτιούνται αν η συγκυβέρνηση θα κάνει πίσω από τις κόκκινες γραμμές, που κάθε φορά καθορίζει, καταγγέλλουν ενίοτε τον «παραλογισμό» των τροϊκανών, συνιστούν στη συγκυβέρνηση ότι όσο και επώδυνα να είναι τα μέτρα της τρόικας πρέπει να γίνουν αποδεκτά, στο πλαίσιο μιας συμβιβαστικής λύσης, γιατί όπου να’ ναι μπαίνουμε σε τροχιά ανάπτυξης και η χώρα μας θα βγει στις διεθνείς αγορές …και ο χορός καλά κρατεί. Το μόνο που φαίνεται ότι έχει αλλάξει σ’ αυτήν την ιστορία είναι ότι στο κονκλάβιο των αρχηγών δε συμμετέχει πια ο Φώτης Κουβέλης!

Είναι έτσι τα πράγματα όπως τα περιγράψαμε; Ναι, έτσι φαίνονται να είναι αν σταθεί κανείς σε ό, τι …φαίνεται. Στην πραγματικότητα, όμως, κάθε φορά, που γίνεται η «σκληρή» διαπραγμάτευση, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Από τότε που η χώρα μας μπήκε στη μνημονιακή δίνη έχουν προωθηθεί οι πιο σημαντικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Σε κάθε επίσκεψη της τρόικας προωθείται και κάτι παραπάνω. Και ακόμη δεν τέλειωσαν τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί. Υπάρχει και το 2015 και βλέπουμε…

Η καπιταλιστική Ελλάδα του σήμερα είναι μια άλλη καπιταλιστική Ελλάδα σε σχέση με το 2010. που υπογράφτηκε το πρώτο μνημόνιο και η πρώτη δανειακή σύμβαση. Ειδικά στον τομέα των εργασιακών σχέσεων, των μισθών και συντάξεων τα πράγματα ήρθαν «τα πάνω κάτω». Με μια στοχευμένη διαδικασία η «εποπτεύουσα αρχή», η τρόικα, σε συνεννόηση με τις κυβερνήσεις που πέρασαν, προώθησαν τη γενική οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσαρμοσμένης στα δεδομένα της Ελλάδας. Το αποτέλεσμα είναι ένα και μοναδικό. Από κάθε άποψη να βγουν χαμένοι οι εργαζόμενοι να καταστραφούν σωρηδόν τα μικροαστικά στρώματα (ακόμη και ένα τμήμα της αστικής τάξης) και, ταυτόχρονα, να ενταθεί η εξάρτηση της χώρας μας.

Την ίδια περίοδο το εργατικό κίνημα δε μπόρεσε να αντιμετωπίσει την αντεργατική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ελληνικών κυβερνήσεων. Από την πλευρά της ηγεσίας του Κόμματος, μάλιστα, γίνεται η εκτίμηση ότι το εργατικό κίνημα βρίσκεται σε ύφεση. Και εδώ αρχίζουν τα παράδοξα.

Η οικονομική κρίση που περνάει η χώρα μας είναι μια «πολεμική» κρίση σε καιρό ειρήνης. Δηλαδή τα αποτελέσματα της κρίσης περίπου ισοδυναμούν με τα καταστροφικά αποτελέσματα μετά από έναν πόλεμο. Αναρωτιόμαστε κάτω από ποιες συνθήκες θα μπορούσε να δράσει το εργατικό κίνημα; Ακόμη χειρότερες;

Την ίδια στιγμή, υποτίθεται, ότι με τις επεξεργασίες του Κόμματος το εργατικό κίνημα εφοδιάστηκε με τα ταξικά όπλα όχι μόνο για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και τις συνέπειές της αλλά και για να διεκδικήσει τη διέξοδο απ’ αυτήν με την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας.

Αλλά αυτό που βλέπουμε είναι, ενώ η τρόικα προωθεί μαζί με την Ελληνική κυβέρνηση τις πιο αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις, να κυλάει ο χρόνος και το εργατικό κίνημα να μην ανακάμπτει. Και οι αναδιαρθρώσεις αυτές έχουν άμεσες και πολύ χειροπιαστές συνέπειες για τους εργαζόμενους, που δε διστάζουν ακόμη και η κυβέρνηση και οι αστοί σχολιαστές να τις αναγνωρίζουν.

Αυτό ακριβώς το θέμα βάζει επί τάπητος την εργατική πολιτική του Κόμματος. Και αντί να δούμε να αναπτύσσεται ένας προβληματισμός για την αποτελεσματικότητα αυτής της πολιτικής, να υπάρξει κάποια αρθρογραφία για το ποιες είναι οι αιτίες που το εργατικό κίνημα βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, η ηγεσία του Κόμματος να σταθεί σ’ αυτό το γεγονός, αντίθετα, εξακολουθεί να προωθεί μια πολιτική που τόσα χρόνια που εφαρμόζεται ενδυναμώνει την ύφεση του εργατικού κινήματος και στέλνει τον κόσμο στο σπίτι του.

Η «Νέα Σπορά» έχει κατ’ επανάληψη τοποθετηθεί σ’ αυτό το θέμα και έχει προσδιορίσει τις βασικές αιτίες που έχουν φέρει το εργατικό κίνημα στη σημερινή του θέση. Και αυτές είναι δύο: Από τη μια είναι η στάση του Κόμματος, που αντικατοπτρίζεται και στη στάση του ΠΑΜΕ, μέσα στο εργατικό κίνημα και από την άλλη είναι η έλλειψη μιας σαφούς προγραμματικής πρότασης με ξεκάθαρους άμεσους στόχους, στην κατεύθυνση της στρατηγικής του Κόμματος, πάνω στην οποία θα στηριχτεί και η πάλη του εργατικού κινήματος για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας της χώρας.

Η ίδια η ζωή απόδειξε την αναγκαιότητα αλλαγής της στάσης του Κόμματος μέσα στο εργατικό κίνημα όσο και την αναγκαιότητα της ύπαρξης μιας τέτοιας προγραμματικής πρότασης. Όσο δεν κατανοούνται αυτές οι δύο αναγκαιότητες τόσο τα πράγματα για το εργατικό κίνημα δεν θα καλυτερεύουν. Η εμμονή σε μια ατελέσφορη πολιτική ισοδυναμεί πλέον με έγκλημα για την ίδια την ύπαρξη του Κόμματος.

COMMENTS