Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, προκειμένου να εξηγήσει κανείς τις εξελίξεις στην Ουκρανία, είναι πάνω σε ποιο υπόβαθρο προέκυψε η Ουκρανική κρίση. Και εδώ δεν υπάρχει, πλέον, καμία αμφιβολία ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία αποτελούν μέρος μιας γενικότερης γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής αντιπαράθεσης την πρωτοβουλία της οποίας την έχουν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η αντιπαράθεση αφορά στη διαμόρφωση μιας νέας ανακατανομής της παγκόσμιας αγοράς.
Και σ’ αυτό το σημείο είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι όταν μιλάμε για ανακατανομή της παγκόσμιας αγοράς, για ένα ξαναμοίρασμα, για να μιλήσουμε με Λενινιστικούς όρους, αυτή η ανακατανομή αφορά στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, γιατί αυτές έχουν τη δύναμη σε όλα τα επίπεδα – πολιτικό, διπλωματικό, οικονομικό και στρατιωτικό, να ανακατανέμουν την παγκόσμια αγορά.
Με την έννοια αυτή δεν απαλλάσσεται ούτε και η Ρωσία από τις ευθύνες που έχει για την ανάπτυξη του δικού της γεωστρατηγικού σχεδίου, το οποίο, βέβαια, όπως είναι φυσικό, συγκρούεται με τον αντίστοιχο σχεδιασμό που έχουν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτή τη στιγμή, ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση, φαίνεται να συμπίπτουν στο μείζον ζήτημα, στην επέκταση της επιρροής τους στην Ανατολική Ευρώπη. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι, ταυτόχρονα, δεν υπάρχουν και αντιθέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και για να κυριολεκτούμε και να είμαστε απόλυτα ακριβείς, ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο προκύπτει η Ουκρανική κρίση.
Το πιο βασικό χαρακτηριστικό αυτής της αντιπαράθεσης είναι ότι επιχειρείται μια επέκταση των Δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων προς την Ανατολική Ευρώπη που τις φέρνουν πρόσωπο με πρόσωπο με τη Ρωσία. Αφαιρούν από τη Ρωσία μια περιοχή, την Ουκρανία, μια χώρα με μεγάλη γεωστρατηγική και οικονομική σημασία για ολόκληρη την Ευρώπη και για τη Ρωσία από κάθε άποψη ειδικότερα. Αυτό ακριβώς το γεγονός προσθέτει μεγάλη ένταση στην αντιπαράθεση και εξηγεί και τη στάση – απάντηση της Ρωσίας.
Αυτή η επέκταση θα έχει άμεσες, οικονομικές και στρατιωτικές, αλλά θα έχει και πολύ σοβαρότερες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για τη Ρωσία, αν λάβει υπόψη του κανείς ότι την ίδια στιγμή εκδηλώνεται μια παράλληλη κίνηση από την πλευρά των ΗΠΑ, που αφορά στις Νότιες χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία στην Ασία (Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν κλπ).
Πρόκειται, δηλαδή για μια κίνηση περικύκλωσης της Ρωσίας με στόχο να επιφέρει αποφασιστικό χτύπημα στην προσπάθεια που κάνει η χώρα αυτή για τη δημιουργία της Ευρωασιατικής ζώνης αλλά και για την ενίσχυση του ρόλου της στην Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από την ενίσχυση των σχέσεών της με τη Γερμανία. Ταυτόχρονα με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αλλά και των άλλων χωρών της Ασίας, που ανήκαν στην πρώην Σοβιετική Ένωση η Ρωσία θα βρεθεί οικονομικά και στρατιωτικά σε οικονομικό και στρατιωτικό κλοιό από τη Δύση και ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ.
Παράλληλα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η επεκτατική κίνηση από την πλευρά των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπακούει σε δύο βασικούς παράγοντες: Από την πλευρά και των δύο ιμπεριαλιστικών κέντρων διαπιστώνεται ότι το οικονομικό βάρος της παγκόσμιας ανάπτυξης μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς την Ανατολή.
Η Κίνα, με τους ρυθμούς ανάπτυξης που σημειώνει, υπολογίζεται ότι στην προσεχή δεκαετία θα έχει αναδειχτεί στην πρώτη παγκόσμια οικονομική δύναμη συνολικά. Η παραγωγική της βάση είναι πολύ ισχυρή, έχει αναδειχτεί στην πρώτη βιομηχανική παγκόσμια δύναμη ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (περίπου το 40% του ΑΕΠ της Κίνας προέρχεται από τη βιομηχανία της έναντι 18% των ΗΠΑ).
Την ίδια στιγμή η οικονομική κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σοβεί και δεν υπάρχουν ορατά σημάδια για την οικονομική της ανάκαμψη, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς των ιθυνόντων κύκλων της. Γενικά η Ευρωπαϊκή Ένωση αυτή τη στιγμή, παρά τον οικονομικό της όγκο αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα.
Προς επίρρωση αυτού του γεγονότος ήρθε αυτήν την περίοδο η δημοσιοποίηση, από την πλευρά της ίδιας της Κομισιόν, της προειδοποίησης για την οικονομία της Γαλλίας και της Ιταλίας, αλλά και της Κροατίας και της Σλοβενίας, που ειδικά αυτές τελευταίες βρίσκονται στο «κόκκινο».
Η προειδοποίηση αυτή στα απλά οικονομικά, κυρίως για τη Γαλλία και την Ιταλία, σημαίνει ότι αυτές οι δύο χώρες χάνουν έδαφος στην παγκόσμια αγορά, ότι επιβαρύνονται τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και τους επισημαίνεται ότι πρέπει να πάρουν επιπρόσθετα οικονομικά μέτρα για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους, να αποκτήσουν εξαγωγικό προσανατολισμό και να αντιμετωπίσουν τα ελλείμματα και το χρέος.
Η Κομισιόν απευθύνθηκε και προς τη Γερμανία με την προειδοποίηση ότι τα πλεονάσματα που σημειώνει δημιουργούν ανισορροπίες μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της επισήμανε ότι πρέπει να πάρει μέτρα αύξησης της ζήτησης, πράγμα, βέβαια, που η ηγεσία της Γερμανίας δεν το κάνει. Δηλαδή, οι πιέσεις που δέχονται οι άλλες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμη και μεγάλων χωρών όπως της Γαλλίας, της Ιταλίας και Ισπανίας, θα ενταθούν λόγω της στάσης της Γερμανίας.
Αν στα παραπάνω οικονομικά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσθέσουμε και τα γνωστά ζητήματα με Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία, και όχι μόνο, έχουμε με συνοπτικό τρόπο τη συνολική οικονομική κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπροστά μας, που επιβάλλει και στη Γερμανία να αναζητήσει νέες αγορές.
Επομένως ο επεκτατισμός των ΗΠΑ και της Γερμανίας υπαγορεύεται και από τη μετατόπιση της οικονομικής ισχύος προς την Ανατολή (εδώ συμπεριλαμβάνεται και η Ρωσία), που δημιουργεί σοβαρά οικονομικά προβλήματα στις ΗΠΑ και από την ίδια την οικονομική κατάσταση, που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το τοπίο αυτό πρέπει να συμπληρωθεί με ακόμη μια επισήμανση, που αφορά στην ενότητα δράσης των ΗΠΑ και της Γερμανίας αλλά και στις αντιθέσεις που σημειώνονται μεταξύ τους.
Διαβλέποντας για τα επόμενα χρόνια, ΗΠΑ και Γερμανία, τη σταδιακή και πιο εντατική αλλαγή στο συσχετισμό δυνάμεων, εν πρώτοις στον οικονομικό τομέα, απαντάνε με δύο ταυτόχρονες κινήσεις. Η πρώτη αφορά στη δημιουργία ενιαίας αγοράς μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης, ζήτημα που βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η δεύτερη αφορά στην αναζήτηση νέου ζωτικού χώρου στο πλαίσιο της Ευρώπης, γεγονός που πρακτικά εκδηλώνεται κατά προτεραιότητα προς τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Η πρώτη κίνηση απελευθερώνει τις ΗΠΑ να μετατοπίσει το γεωστρατηγικό της ενδιαφέρον προς την Ανατολή με επίκεντρο την Κίνα, την ίδια στιγμή που εξασφαλίζει οικονομικά και στρατιωτικά πλεονεκτήματα και στις χώρες την πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η δεύτερη διευκολύνει την επέκταση της Γερμανίας, κυρίως στον οικονομικό τομέα, άμεσα προς την Ουκρανία, η οποία αποτελούσε σταθερό στόχο της Γερμανίας από τη διαμόρφωσή της ως έθνος – κράτος. Δεν πρέπει, στην κατεύθυνση αυτή, να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι η Γερμανία προετοιμάζεται συστηματικά και για έναν επεμβατικό, με στρατιωτικούς όρους, ρόλο σε άλλες περιοχές ζωτικού ενδιαφέροντος γι’ αυτήν.
Οι δύο αυτές κινήσεις την ίδια στιγμή που φέρνουν κοντά τις ΗΠΑ με τη Γερμανία, και έτσι εξηγείται η κοινή τους στάση απέναντι στην Ουκρανική κρίση, παλιότερα στη Γεωργία, δημιουργούν και αντιθέσεις μεταξύ τους, για το λόγο ότι οι ΗΠΑ απαιτούν από τη Γερμανία να έχουν τον πρώτο λόγο και να μην αμφισβητηθεί η παγκόσμια ηγεμονία τους.
Παράλληλα οι ΗΠΑ πιέζουν τη Γερμανία να διαφοροποιήσει την οικονομική της πολιτική, που εφαρμόζεται και γενικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για να πάρουν «ανάσες» άλλες χώρες – μέλη της Ένωσης, όπως Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία ακόμη και η χώρα μας. Αυτή η αλλαγή στην οικονομική πολιτική θα έχει κόστος για τη Γερμανία, γιατί θα πάψει να έχει τα πλεονάσματα που αποκομίζει μέχρι τώρα και ισχυροποιούν την πρωτοκαθεδρία της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η αλλαγή οικονομικής πολιτικής, που προτείνεται από την πλευρά των ΗΠΑ στη Γερμανία έχει φιλολαϊκό χαρακτήρα ώστε να υιοθετηθεί ως αντιμνημονιακή πολιτική, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι ΗΠΑ την προτείνουν, γιατί ενδιαφέρονται να ισχυροποιήσουν τις συμμαχίες τους και με κάθε χώρα – μέλος ξεχωριστά και σε κάθε περίπτωση και αυτή η οικονομική πολιτική, από περιοριστική σε επεκτατική, το κόστος της κρίσης το ρίχνει πάνω στους εργαζόμενους, όπως ακριβώς και στις ΗΠΑ.
Από την άλλη η Γερμανία, στην προσπάθεια που κάνει να ισχυροποιήσει την παγκόσμια θέση της, επιδιώκει να αντιμετωπίσει «στα ίσα» τις ΗΠΑ, πατώντας πάνω στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ δε μπορούν πλέον να εξασφαλίσουν την παγκόσμια ηγεμονία από μόνες τους, χωρίς, δηλαδή, την Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή, τη Γερμανία.
Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η συμμαχία και η κοινή δράση των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ηγετική δύναμη τη Γερμανία, είναι απαραίτητος όρος για την παγκόσμια γεωστρατηγική τους. Αυτήν την ηγετική θέση της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι ΗΠΑ δεν την αρνούνται πλέον – και δημόσια το έχουν εκφράσει αυτό, αλλά τη θέλουν με τους δικούς τους όρους.
Η δημιουργία, όμως, της ενιαίας αγοράς ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τους όρους των ΗΠΑ και με την παράλληλη πίεση που εξασκούν οι ΗΠΑ στη Γερμανία για αλλαγή της οικονομικής της πολιτικής, υπονομεύει τη θέση της Γερμανίας σε δύο επίπεδα: Το ένα αφορά στη θέση της Γερμανίας μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, άρα και ως παγκόσμιας δύναμης, το δεύτερο αφορά στις σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία. Από εδώ προκύπτουν και οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Αντιθέσεις που εμφανίζονται και στα μέτρα που προτίθενται να πάρουν σε βάρος της Ρωσίας.
Οι ΗΠΑ είναι σαφώς πιο επιθετικές και επιδιώκουν να παρεμβάλουν «σφήνες» στις σχέσεις Γερμανίας – Ρωσίας και να αναστείλουν εν τη γενέσει της μια πιθανή και γεωστρατηγικής σημασίας προσέγγιση Γερμανίας – Ρωσίας, που, βέβαια, θα στρεφόταν σε βάρος των ΗΠΑ.
Τέλος πρέπει να αναφερθούμε και σε έναν άλλο παράγοντα, που επιδρά αποφασιστικά στο παγκόσμιο παιχνίδι της γεωστρατηγικής. Η συνολική, παγκόσμια ανάπτυξη του καπιταλισμού, εκτός από την Κίνα που έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και για τα οποία η «Νέα Σπορά» έχει τοποθετηθεί σε προγενέστερα άρθρα, αναδεικνύει νέες δυνάμεις, όπως είναι η Ινδία, η Βραζιλία και η Ρωσία κ.α..
Παράλληλα η δημιουργία οικονομικών ζωνών, όπως στη Νότια Αμερική, Ασία, Ευρασία προκαλεί την υπονόμευση της παγκόσμιας θέσης των ΗΠΑ (που εξακολουθεί, βέβαια, να είναι μακράν η πιο αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα απ’ όλες τις άλλες ξεχωριστά παρμένες) αλλά και της Γερμανίας και συνολικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη αναδεικνύει ακόμη και περιφερειακές δυνάμεις, που θέλουν να δημιουργήσουν τη δική τους, υποδεέστερη μεν αλλά σημαντική δε, ως έδαφος και οικονομική δραστηριότητα, ζώνη επιρροής, όπως η Τουρκία π.χ..
Η ανάδειξη αυτών των δυνάμεων συνολικά, ως τάση, προσθέτει στην παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη από τη μια, από την άλλη, όμως, αντικειμενικά, υπονομεύει τις σημερινές ηγετικές παγκόσμιες καπιταλιστικές δυνάμεις.
Αυτές οι εξελίξεις στο σύνολό τους επιβάλλουν στις ΗΠΑ, πριν απ’ όλες τις καπιταλιστικές δυνάμεις, και στη Γερμανία – Ευρωπαϊκή Ένωση να προβαίνουν σε κινήσεις, όπως αυτή στην Ουκρανία. Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε, τώρα, να εξηγήσουμε τα γεγονότα στη Βενεζουέλα, στη Βραζιλία, στη Ρωσία με τις τρομοκρατικές ενέργειες με την ευκαιρία της χειμερινής Ολυμπιάδας, στην Τουρκία, στο Ιράν, στο Ιράκ κλπ.
Μπροστά σε ένα τέτοιο παγκόσμιο τοπίο και ειδικότερα με την περίπτωση της Ουκρανίας ποια πρέπει να είναι η θέση και η στάση του Κομμουνιστικού Κινήματος; Αυτό θα είναι και το θέμα του επόμενου άρθρου μας.
*Είχαμε αναγγείλει ότι αυτή η συνέχεια θα ήταν η τρίτη και τελευταία για τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Για λόγους και μόνο αναγνωσιμότητας, λόγω της έκτασης, θα δοθεί σε δύο αυτοτελή άρθρα.
COMMENTS