Αναμφίβολα οι εξελίξεις στην Ουκρανία είναι εξαιρετικά σημαντικές και ραγδαίες, ενώ ο μεγάλος χαμένος αυτήν τη στιγμή είναι ο Ουκρανικός λαός, ο οποίος και θα υποστεί όλες τις συνέπειες από την οικονομική και πολιτική κρίση που ξέσπασε στην Ουκρανία και η οποία θα συνεχιστεί, χωρίς να αποκλείεται ακόμη και η διχοτόμηση της χώρας.
Ήδη από τις Ανατολικές και Νότιες περιοχές της Ουκρανίας και ιδιαίτερα από την περιοχή της Κριμαίας δεν αναγνωρίζεται η σημερινή κυβέρνηση, που σχηματίστηκε μετά τις γνωστές εξελίξεις των τελευταίων ημερών και την πραξικοπηματική καταπάτηση της συμφωνίας, που υπογράφτηκε μεταξύ του Βίκτορ Γιανουκόβιτς και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, παρουσία των υπουργών εξωτερικών της Γερμανίας, Γαλλίας και Πολωνίας. Παρών και απεσταλμένος αντιπρόσωπος της Ρωσίας.
Η ουσία της πολιτικής αντιπαράθεσης στην Ουκρανία είναι η διεκδίκηση της Ουκρανίας ως ζωτικού χώρου επιρροής. Πίσω από αυτήν την αντιπαράθεση βρίσκονταν και εξακολουθούν να βρίσκονται και να πρωταγωνιστούν οι μεγάλες δυνάμεις – Γερμανία, ΗΠΑ, Ρωσία, αλλά και Γαλλία, Πολωνία και Μ. Βρετανία, ενώ, επίσης, σημαντικό ρόλο λέγεται ότι έπαιξαν χώρες όπως η Λεττονία και η Λιθουανία, στις οποίες εκπαιδεύτηκαν στρατιωτικά τα τάγματα εφόδου του ναζιστικού κόμματος Svoboda (τέτοια στρατιωτική εκπαίδευση αυτών των ταγμάτων λέγεται ότι έγινε και στην Πολωνία).
Είναι γνωστό πλέον ότι η συμφωνία σύνδεσης, που ήταν να υπογραφεί ανάμεσα στην Ουκρανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιελάμβανε δυσβάστακτους και απαράδεκτους οικονομικούς και στρατιωτικούς όρους για την Ουκρανία, που θα είχε τραγικές συνέπειες για την ίδια την Ουκρανία αλλά θα επηρέαζε και τη Ρωσία.
Αυτή η συμφωνία, με παρέμβαση της Ρωσίας, δεν υπεγράφη την τελευταία στιγμή. Αυτό, όμως, που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι οι όροι της συμφωνίας, με την οποία η Ουκρανία θα συνδεόταν και θα προσδενόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, διάβαζε καλύτερα στη Γερμανία και στο ΝΑΤΟ.
Μεταξύ των όρων της συμφωνίας σύνδεσης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που πριμοδοτούνταν και από τις ΗΠΑ, προβλεπόταν η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προκειμένου να εξασφαλιστεί δάνειο. Το ύψος του ποσού, που έχει άμεσα ανάγκη η Ουκρανία για να αποφύγει την οικονομική χρεοκοπία είναι 35δισ. δολάρια. Μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε υποσχεθεί οικονομική βοήθεια προς την Ουκρανία 500εκατ. ευρώ.
Παράλληλα απαιτούνταν από την Ουκρανία να πάψει να βάζει δασμούς στα εμπορεύματα, που εισάγονταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να γίνουν ανταγωνιστικά σε σχέση με τα αντίστοιχα Ουκρανικά εμπορεύματα. Το αποτέλεσμα θα ήταν να εκτοπιστούν τα Ουκρανικά εμπορεύματα από την αγορά της Ουκρανίας (κάτι που στη χώρα μας το γνωρίζουμε ήδη ότι συνέβη με την απελευθέρωση κίνησης των εμπορευμάτων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης), ενώ, ταυτόχρονα θα εκτοξεύονταν οι εισαγωγές, που, σε σχέση με τις εξαγωγές, θα επιδείνωναν δραματικά το εμπορικό ισοζύγιο σε βάρος της Ουκρανίας.
Εκτός, όμως, από την απάλειψη των δασμών, απαιτήθηκε να σταματήσει η επιδοματική πολιτική της Ουκρανικής κυβέρνησης στο πετρέλαιο θέρμανσης και στο ηλεκτρικό ρεύμα. Να γίνουν μειώσεις μισθών από τον κρατικό προϋπολογισμό σε όλους τους δημόσιους υπάλληλους, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών και των σωμάτων ασφαλείας. Να γίνουν μειώσεις μισθών στους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Να μειωθούν ή να καταργηθούν τα επιδόματα στους μισθούς.
Το κυριότερο βέβαια που ζητήθηκε ήταν η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, που αφορούσαν μεγάλα τμήματα της βαριάς βιομηχανίας και αντίστοιχα της πολεμικής βιομηχανίας και άλλων κρατικών επιχειρήσεων. Στη χώρα μας ήδη γνωρίζουμε τι σήμαινε και από οικονομική άποψη αλλά και από την πλευρά της απασχόλησης μια τέτοια εξέλιξη (ναυπηγεία, ΕΑΣ, ΟΤΕ, ΔΕΗ, εργοστάσια ζάχαρης, κλπ).
Αυτά τα οικονομικά μέτρα, που θα υπογράφονταν με τη συμφωνία σύνδεσης, ήταν το προοίμιο της προετοιμασίας για την αποδοχή από την πλευρά του ΔΝΤ της προσφυγής για το δανεισμό αλλά και για τη μελλοντική ένταξη της χώρας στις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι, όμως, γνωστό, ότι η ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ήταν στις άμεσες προτεραιότητές της, και ιδιαίτερα της Γερμανίας. Αυτό που ενδιέφερε, κυρίως, σε πρώτο βαθμό, και κυρίως τη Γερμανία, ήταν η οικονομική επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ουκρανία. Οικονομική επέκταση που αποδιάρθρωνε και συρρίκνωνε την παραγωγική διαδικασία της Ουκρανίας.
Αυτή η οικονομική επέκταση συνοδευόταν ταυτόχρονα και από την αντίστοιχη στρατιωτική επέκταση. Γι’ αυτό το λόγο απαιτήθηκε από την Ουκρανία να διαθέσει τις ένοπλες δυνάμεις της και το έδαφος της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, να μειώσει το στρατιωτικό της προϋπολογισμό και το στρατιωτικό της εξοπλισμό, που σε συνδυασμό με την ιδιωτικοποίηση της πολεμικής βιομηχανίας – σε πρώτο στάδιο (στη χώρα μας απαιτήθηκε το κλείσιμο των αντίστοιχων εργοστασιακών μονάδων) και το κλείσιμο των αντίστοιχων βιομηχανιών – σε ένα δεύτερο στάδιο, θα μετέτρεπαν την Ουκρανία από χώρα που εξήγε πολεμικό εξοπλισμό σε χώρα που θα εισήγε πολεμικό εξοπλισμό από τη Δύση.
Ταυτόχρονα στο στρατιωτικό τομέα επανήλθε το ζήτημα να φιλοξενήσει η Ουκρανία στρατιωτικούς πυραύλους των ΗΠΑ. Γνωρίζουμε από παλιά, πριν εκλεγεί ο Γιανουκόβιτς, ότι οι ΗΠΑ συζητούσαν με την προηγούμενη ηγεσία της Ουκρανίας για την εγκατάσταση πυραυλικών συστημάτων, που θα στόχευαν, βέβαια, τη Ρωσία.
Στον πολιτικό τομέα ζητήθηκε να γίνουν αλλαγές που θα εναρμονίζονταν με την αντίστοιχη νομολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα που το διαπιστώσαμε με την άμεση επαναφορά στο παλιό σύνταγμα της Ουκρανίας, ενώ δεν είναι άσχετες αυτές οι αλλαγές και με τις δημοκρατικές και πολιτικές ελευθερίες του Ουκρανικού λαού, πράγμα που το είδαμε με την κατάθεση νόμου για την απαγόρευση της δράσης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας και το κάψιμο των γραφείων του, με την κατάθεση άλλου νόμου για την απαγόρευση της διάδοσης της κομμουνιστικής ιδεολογίας και της χρήσης των συμβόλων της, με την καταστροφή των μνημείων του Β.Ι. Λένιν και των μνημείων των πεσόντων στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο.
Η μη υπογραφή αυτής της συμφωνίας πυροδότησε τις κινητοποιήσεις της αντιπολίτευσης, με κύριο κορμό τα ναζιστικά κόμματα, όπου τα εκπαιδευμένα, τόσο σε περιοχές μέσα στην Ουκρανία όσο και σε χώρες γείτονες προς την Ουκρανία, τάγματα εφόδου πρωτοστατούσαν σε καταστροφές, καταλήψεις κτιρίων, καψίματα κτιρίων και σε ένοπλες συρράξεις, μια και είχε γίνει και εισαγωγή οπλισμού ενώ είχαν λεηλατηθεί και στρατιωτικές αποθήκες φύλαξης οπλισμού. Επίκεντρο των κινητοποιήσεων το Κίεβο και η Δυτική Ουκρανία.
Όλα τα παραπάνω διεξάγονται σε ένα πολιτικό κλίμα έντασης, λαϊκής δυσαρέσκειας για την αντιλαϊκή πολιτική Γιανουκόβιτς και οικονομικής κατάρρευσης της Ουκρανίας.
Αλλά για τις εξελίξεις στην Ουκρανία θα συνεχίσουμε και στο επόμενο σχόλιό μας.
COMMENTS