Στην εκπομπή του Γιάννη Πρετεντέρη της περασμένης Δευτέρας παρουσιάστηκε το τελευταίο γκάλοπ της εταιρείας δημοσκοπήσεων GPO. Αν και οι δημοσκοπήσεις αποτελούν μια αποτύπωση της κοινής γνώμης στις συγκεκριμένες χρονικές στιγμές που διεξάγονται, οι συστηματικές, όμως, και κατά τακτά χρονικά διαστήματα δημοσκοπήσεις με τα ίδια, κατά βάση, ερωτήματα αποτυπώνουν τάσεις που διαμορφώνονται μέσα στην κοινωνία και από την άποψη αυτή δε μπορεί να τις αγνοήσει κανείς ούτε, όμως, να τις θεωρήσει και ως τελεσίδικες.
Φυσικά, πρέπει αυτό να το πούμε, στις δημοσκοπήσεις, που αφορούν στην εκλογική στάση των ψηφοφόρων για μια ορισμένη πολιτική περίοδο, μπορεί να παρουσιαστούν και μετρήσεις, που δεν είναι απολύτως ακριβείς (ή και απολύτως ανακριβείς). Πρόκειται για τις περίφημες απομειώσεις ή τα λεγόμενα τσιμπήματα στις μετρήσεις, που συντηρούν πολιτικές δυνάμεις μέσα στο πολιτικό παιχνίδι ή και όχι .
Από την άποψη αυτή εμείς δεν πρόκειται να σταθούμε με την απόλυτη έννοια στην ακρίβεια των αντίστοιχων μετρήσεων, εάν π.χ. τα αντίστοιχα νούμερα για το ΣΥΡΙΖΑ ή τη ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ είναι αυτά ακριβώς ή κάποια άλλα, λίγο πιο πάνω ή λίγο πιο κάτω. Άλλωστε γι’ αυτό το λόγο υπάρχουν οι μυστικές δημοσκοπήσεις που δε δημοσιεύονται ποτέ.
Εμείς θα σταθούμε σε ορισμένες παρατηρήσεις, που, κατά τη γνώμη μας, έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία και που ένας πολιτικός φορέας, που δεν ενδιαφέρεται μόνο να «μπαλώσει» λίγο τα οικονομικά και πολιτικά πράγματα της χώρας μας, αντίθετα, μάχεται για την πλήρη ανατροπή του υπάρχοντος κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, πρέπει να τις πάρει υπόψη του.
Με την έννοια αυτή θα προχωρήσουμε στην κατάθεση και το σχολιασμό λίγων παρατηρήσεων, που αφορούν κυρίως γενικές τάσεις:
Πρώτη: Το ποσοστό των ερωτηθέντων που προβλέπουν πως η οικονομική τους κατάσταση θα χειροτερέψει εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλό. Το συμπέρασμα είναι ότι ο Ελληνικός λαός εξακολουθεί, κατά μεγάλο ποσοστό και παρά την προπαγάνδα της κυβέρνησης για το πρωτογενές πλεόνασμα και τους ισχυρισμούς της ότι η χώρα μας βγαίνει από τον κύκλο της ύφεσης, να δυσπιστεί απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, γεγονός, που έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η κυβέρνηση αδυνατεί να τον πείσει για τις «επιτυχίες» της.
Δεύτερη: Έχει διαμορφωθεί ένας σημαντικός λαϊκός πυρήνας, που ανέρχεται στο 1/3 του Ελληνικού λαού, που σαφώς κρατάει εχθρική στάση απέναντι στο ευρώ και που διαπερνά όλα τα κόμματα. Ειδικά για το ΣΥΡΙΖΑ τον διχάζει, και αυτό το χαρακτηριστικό, από την πλευρά μας, το θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικό.
Και γιατί;
Γιατί η αντιπαράθεση που διεξάγεται από την πλευρά της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει την κατηγορία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με τη στάση του οδηγεί τη χώρα έξω από το ευρώ ή υπονομεύει την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ και, κατά τη ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, έξοδος από το ευρώ σημαίνει, ταυτόχρονα, και έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο λαϊκός αυτός πυρήνας δεν αγνοεί αυτήν την αντιπαράθεση, πολύ περισσότερο δεν αγνοεί τις συνεχείς εκτοξευόμενες κατηγορίες της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ όχι μόνο ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και ενάντια σε όποιον αμφισβητήσει στο ελάχιστο το ευρώ και το ρόλο που έπαιξε στην Ελληνική κρίση.
Η κυβέρνηση τους αποδίδει συνολικά ρόλο «Δούρειου Ίππου», ότι, στην πραγματικότητα, εργάζονται για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επομένως, στη δημοσκόπηση, όσοι τάσσονται ενάντια στο ευρώ «διακινδυνεύουν» με τη στάση τους να συμπεριληφθούν σε αυτούς που οδηγούν τη χώρα όχι μόνο εκτός ευρώ αλλά και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κατά την άποψή μας, οι ερωτηθέντες, αν όχι στο σύνολο αλλά σίγουρα κατά ένα ποσοστό, το οποίο, βέβαια, δε μπορεί να προσδιοριστεί, «παραπλανούν» τη δημοσκόπηση. Όταν εκφράζουν την εχθρική τους στάση απέναντι στο ευρώ είναι αδύνατο να μην αισθάνονται και εχθρικά απέναντι στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επομένως αυτός ο λαϊκός πυρήνας είναι ιδιαίτερα σημαντικός, πάνω απ’ όλα για το Κόμμα μας, που είναι το μόνο, που υποστηρίζει την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και που, τελικά, έχει δικαιωθεί για τη στάση του απέναντι στην ΕΟΚ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι το ζήτημα της παραμονής ή της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση απασχολεί σοβαρά τον Ελληνικό λαό και είναι στην ημερήσια διάταξη. Με την έννοια αυτή, νομίζουμε, ότι από τα ίδια τα πράγματα, από το πώς αντιμετωπίζει ο ίδιος ο Ελληνικός λαός το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, η παραμονή σ’ αυτήν ή αποδέσμευση απ’ αυτήν, αναδεικνύεται στον πιο βασικό πολιτικό κρίκο γύρω από τον οποίο θα κριθούν οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μας. Η διαπίστωση αυτή είναι, πλέον, πάρα πολύ φανερή.
Κατά συνέπεια η πολιτική του Κόμματος δε μπορεί να αγνοεί αυτήν τη διάσταση των πολιτικών εξελίξεων, που θα του επιτρέψει να συγκεντρώσει δυνάμεις για να δώσει μια αποφασιστική μάχη που θα κρίνει, έτσι ή αλλιώς, και την πορεία της χώρας μας προς το σοσιαλισμό.
Από την άποψη αυτή η τοποθέτηση του Κόμματος για αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση με λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία δε δίνει τη δυνατότητα να πλησιαστούν δυνάμεις, που βρίσκονται σε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς, που, όμως, προβληματίζονται σοβαρά για το εάν πρέπει ή δεν πρέπει να παραμείνει η χώρα μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και που, αυτές οι δυνάμεις, δείχνουν τη σαφή τάση να απαγκιστρωθούν από αυτούς τους πολιτικούς σχηματισμούς, χωρίς, όμως, να έχουν φτάσει να αποδέχονται μια αποδέσμευση με σοσιαλιστική επανάσταση.
Άλλωστε, πρέπει να σημειώσουμε, ότι μέσα σε ένα κλίμα οικονομικής κρίσης, έντονης αμφισβήτησης του ευρώ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεργίας και ανέχειας, η αμφισβήτηση αυτή αποτελεί σοβαρό στοιχείο της πολιτικής κρίσης που σοβεί, που πρέπει να εξελιχτεί, δηλαδή, της έλλειψης εμπιστοσύνης των «από κάτω» προς τους « από πάνω». Τέλος, έτσι κι αλλιώς, αποτελεί ένα πλεονέκτημα για το Κόμμα μας.
Τρίτη: Και στη δημοσκόπηση της GPO εμφανίζεται μια ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ και ΣΥΡΙΖΑ, όπως και στις άλλες δημοσκοπήσεις, με ένα μικρό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είμαστε σε θέση να πούμε εάν το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστεί κάποια «απομείωση», προφανώς για συγκεκριμένους λόγους, που έχουν να κάνουν, υποθέτουμε, με την πορεία ενσωμάτωσης της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, μια, και ταυτόχρονα, ανοιχτά ορισμένοι πολιτικοί σχολιαστές επικαλούνται μυστικές δημοσκοπήσεις, που ανεβάζουν πολύ πιο πάνω το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ.
Έρχεται, όμως, το μεγάλο ποσοστό του Ελληνικού λαού να αποφανθεί ότι για τα επόμενα χρόνια δε θα καλυτερέψει η ζωή του, γεγονός που δεν το συναρτά από την κυβέρνηση, που θα προκύψει από τις εθνικές εκλογές. Είναι μια γενική εκτίμηση. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν αγνοεί το ενδεχόμενο η επόμενη κυβέρνηση να είναι κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ερμηνεία, που πρέπει να δοθεί, κατά τη γνώμη μας, είναι ότι υπάρχει σαφής έλλειψη εμπιστοσύνης προς το ΣΥΡΙΖΑ, που δεν του επιτρέπει να αισθάνεται σίγουρος ότι θα κατακτήσει τη διακυβέρνηση της χώρας, εκτίμηση που ενισχύεται από τη θέση που παίρνει ο ΣΥΡΙΖΑ ως προς τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει. Μιλάει για κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ.
Τέταρτη: Η απάντηση ως προς το ευρώ διχάζει, όπως ήδη αναφέραμε το ΣΥΡΙΖΑ και διαπερνά όλα τα κόμματα. Αυτό απαιτεί μια συγκεκριμένη τακτική από το Κόμμα μας, που θα του επιτρέπει να προσεγγίσει αυτές τις δυνάμεις.
Από εδώ προκύπτει η ανάγκη να βαθύνει αυτή η αντίθεση, γεγονός που επιβάλλει την κατάθεση μιας προγραμματικής πρότασης, με συγκεκριμένα προγραμματικά μέτρα, με άξονα την αποδέσμευση, την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους (μονομερής διαγραφή), την αντιμετώπιση των καυτών προβλημάτων των εργαζομένων και των μικρομεσαίων, την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας της χώρας μας, την υπεράσπιση της εθνικής της ανεξαρτησίας και ασφάλειας, την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και την επαναφορά των κατακτήσεών τους.
Αυτή η πρόταση με τα συγκεκριμένα μέτρα θα επιτρέψει και θα φέρει τα «συγκεκριμένα βήματα» τόσο ως προς την ωρίμανση της πολιτικής συνείδησης των λαϊκών μαζών όσο και ως προς τη διεκδίκηση λύσεων στα καυτά προβλήματα, που απασχολούν τον εργαζόμενο λαό και τα μικροαστικά στρώματα, μέσα από την ανάπτυξη της δράσης του εργατικού κινήματος, της δράσης των μικροαστικών στρωμάτων, που, τελικά, θα οδηγεί στη σφυρηλάτηση της συμμαχίας τους και στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την πλευρά τους.
Πέμπτη: Το ποσοστό που αποδίδεται στο Κόμμα μας, από τις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις και που θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις να θεωρηθεί ως τάση, κυμαίνεται από το 5% έως το 7%. Πράγμα που σημαίνει ότι δε μπορεί να αισθάνεται σίγουρο ότι βρίσκεται σε βέβαιη ανοδική πορεία. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι σαφώς μικρότερο σε σχέση με τα ποσοστά των προηγούμενων ευρωεκλογών.
Παίρνοντας υπόψη την οικονομική κρίση, την πιο ώριμη στάση του Ελληνικού λαού απέναντι στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, την απαξίωση των κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων, την έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ θα λέγαμε ότι σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί αυτό το εύρος του ποσοστού ικανοποιητικό ούτε και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επικύρωση της πολιτικής που ασκείται από την πλευρά της ηγεσίας του Κόμματος.
COMMENTS