«Άρωμα» τρομοκρατίας, σκανδαλολογίας και εκλογολογίας

Σχόλιο Συνεργάτη μας

 

 

Επανήλθε στην πολιτική επικαιρότητα της  χώρα μας το ζήτημα της τρομοκρατίας,  μετά τη μη επιστροφή του Χριστόδουλου Ξηρού από την άδεια που είχε πάρει. Το τηλεοπτικό του μήνυμα, που βγήκε στη δημοσιότητα στις αμέσως επόμενες μέρες, οι παρεμβάσεις των Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, Δημήτρη Κουφοντίνα και Σάββα Ξηρού έδωσαν νέα τροφή για να ανοίξει και πάλι ο φάκελος  «17 Νοέμβρη», να εμφανιστούν σενάρια για τρομοκρατική δράση της τρίτης γενιάς της «17 Νοέμβρη», υπό τον Χριστόδουλο Ξηρό, και  σε συνεργασία με τους «Πυρήνες της φωτιάς».

Η πολιτική  επικαιρότητα επισκιάστηκε  από οκτάστηλους τίτλους για νέα τρομοκρατικά χτυπήματα, τα οποία ήταν άμεσα συνδεδεμένα με τις πολιτικές εξελίξεις και τα οποία εντυπωσίαζαν από την πληθωρική βεβαιότητά τους ότι θα πραγματοποιηθούν και μάλιστα μέχρι τις εκλογές του Μάη.  Μια βεβαιότητα που δημιουργούσε άμεσους συνειρμούς ότι εάν δεν είχε παραβιάσει την άδειά του από μόνος του ο Χριστόδουλος Ξηρός θα είχε εφευρεθεί η απόδρασή του, γιατί θα αποτελούσε το απαραίτητο ντεκόρ για τις πολιτικές εξελίξεις.

Ήδη από την αρχή της χρονιάς εκτιμούσαμε ότι επίκεινται σημαντικές εξελίξεις στο φόντο δύο σπουδαίων παραγόντων: Της καταστροφικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα μας, από τη μια, και της ανάγκης, από την άλλη,  η αστική τάξη να τη διαχειριστεί πολιτικά για λογαριασμό της με τέτοιο τρόπο, ώστε να βγει αν όχι ωφελημένη, τουλάχιστον, να μην αφήσει περιθώρια να αποσταθεροποιηθεί σε πολιτικό επίπεδο η εξουσία της.

Με αυτήν την έννοια, το διάστημα από το Γενάρη και μέχρι την άνοιξη, έχει ξεχωριστή σημασία, μιας και τα σημάδια δείχνουν ότι μάλλον οδεύουμε σε τριπλές εκλογές, κάτι που σχολιάζεται και από πολιτικούς αναλυτές, το αποτέλεσμα των οποίων δεν είναι καθόλου δεδομένο για τη Νέα Δημοκρατία και τον κυβερνητικό συνασπισμό.

Για να εξηγούμαστε: Το ότι το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι δεδομένο, δε σημαίνει ότι κινδυνεύει η αστική εξουσία, μιας και λείπει ο λαϊκός παράγοντας σήμερα, πάνω απ’ όλα το εργατικό κίνημα, το οποίο θα την αμφισβητήσει. Εντούτοις, δε βαίνουν και όλα καλά για την αστική τάξη, μιας και οι κλυδωνισμοί που αναγκαστικά προκύπτουν και στην πολιτική, ως αντανάκλαση της οικονομίας, είναι αναπόφευκτοι.

Και για να γίνουμε περισσότερο ακριβείς, το «πρόβλημα» για την αστική τάξη, αυτή τη στιγμή, δεν είναι το ΚΚΕ. Μιας και το Κόμμα μας, δεν μπορεί επί του παρόντος να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην πολιτική σκηνή, ακριβώς και εξαιτίας των πολιτικών του προσανατολισμών των τελευταίων χρόνων, των οποίων τα αποτελέσματα γίνονται ολοένα και περισσότερο ορατά και δημιουργούν πολλά ερωτηματικά στον κόσμο του και γενικότερα στους εργαζόμενους.

Αυτή η παραδοχή δεν έρχεται σε αντίθεση με την εκτίμηση της «Νέας Σποράς» ότι οι πολιτικές εξελίξεις θα κριθούν από τη στάση του Κόμματος, αποτελεί ουσιαστικό μέρος αυτής  της εκτίμησης.

Το μεγάλο πρόβλημα για την αστική τάξη τη δοσμένη στιγμή είναι το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης. Και απ’ ότι λένε οι εκτιμήσεις και για το 2014 η οικονομία της χώρας μας θα κινηθεί με ύφεση, εκτός και εάν προκύψει λογιστικά η ανάκαμψη, όπως ακριβώς προέκυψε και το πρωτογενές πλεόνασμα. Έρχεται, όπως όλα δείχνουν, και το νέο μνημόνιο και το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο.

Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, έχει σηκωθεί ένας κουρνιαχτός με την τρομοκρατία και τη σκανδαλολογία, που η δεύτερη, βέβαια, αφορά σε υπαρκτά και μεγάλα σκάνδαλα και αποκαλύπτει, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τους εξοπλισμούς, το πώς διογκώθηκε το δημόσιο χρέος, αφού η αγορά, δηλαδή, οι πολεμικές βιομηχανίες  των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων επέβαλαν τα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας μας. Δίπλα στα σενάρια για την τρομοκρατία και τη σκανδαλολογία, ως απαραίτητο συμπλήρωμα, και η εκλογολογία.

Την αστική τάξη την ενδιαφέρει, πριν απ’ όλα, να μην καταρρεύσει ο κυβερνητικός συνασπισμός. Αυτόν εμπιστεύεται. Από την άλλη την ενδιαφέρει να ενσωματώσει το ΣΥΡΙΖΑ όσο το δυνατόν περισσότερο για να είναι ελέγξιμος σε μια ενδεχόμενη κυβερνητική αλλαγή.

Η πολιτική επικαιρότητα, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί, αποτελεί ένα πολύ καλό σκηνικό που διευκολύνει και τον κυβερνητικό συνασπισμό και το ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια ο κυβερνητικός σχηματισμός δίνει τη μάχη να κρατηθεί στη διακυβέρνηση, από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ διευκολύνεται στους συμβιβασμούς του, υπό τη σκέπη της σεναριολογίας για την τρομοκρατία και της σκανδαλολογίας. Μακριά από τα πραγματικά προβλήματα.

Ταυτόχρονα, η αστική τάξη δίνει το περιθώριο στο ΣΥΡΙΖΑ να ξεμπερδέψει με τις εσωτερικές του αντιθέσεις ή, τουλάχιστον, να απομονώσει τις υπαρκτές ενστάσεις, που εγείρονται από την «Αριστερή Πλατφόρμα», για τους συνεχείς και αλλεπάλληλους συμβιβασμούς της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Ενστάσεις, που πολιτικά είναι αλυσιτελείς αλλά δεν παύουν να είναι ένα πραγματικό πρόβλημα για το ΣΥΡΙΖΑ, με δοσμένους τους συσχετισμούς στο κόμμα αυτό.

Το πρόβλημα αυτό προκύπτει από την ίδια την αντιφατική φύση του Σύριζα ως αντανάκλαση των κοινωνικών δυνάμεων που αντιπροσωπεύει και, εν δυνάμει, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ και κατ’ επέκταση στη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

 Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα μικροαστικό κόμμα, που έχει κάνει πάμπολλες «δηλώσεις μετανοίας» τους μήνες που μεσολάβησαν από τις προηγούμενες εκλογές, προκειμένου να «πείσει» την αστική τάξη αλλά και το διεθνή ιμπεριαλισμό ότι είναι ένα ακίνδυνο κόμμα -και όντως είναι ακίνδυνο πολιτικά για την αστική τάξη.

Από την άλλη όμως, συσπειρώνει ή αγκαλιάζεται από καταστρεμμένα μεσαία στρώματα και σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης, που εξακολουθούν να ελπίζουν σε αυτόν «χωρίς να ελπίζουν». Και εκεί είναι ο πυρήνας του προβλήματος για την αστική τάξη. Το ότι είναι δυνατόν και υπό προϋποθέσεις, ενδεχόμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να λειτουργήσει όχι κατασταλτικά για τις πολιτικές διεκδικήσεις των εργαζομένων αλλά να αποτελέσει το έναυσμα για τη ριζοσπαστικοποίησή τους, μιας πορείας που ανακόπηκε τον Ιούνη του 2012, αφού θα είναι υποχρεωμένος να εφαρμόσει μια πολιτική που θα είναι σε αντίθεση με τις παραπάνω κοινωνικές δυνάμεις που εκπροσωπεί. Η εξέλιξη αυτή, βέβαια, δεν είναι μονοσήμαντη και δε θα εξαρτηθεί αποκλειστικά και μόνο από τη στάση της κυβέρνησης  του ΣΥΡΙΖΑ.

Με βάση τα παραπάνω δε μας προξενεί καμία εντύπωση ούτε η σκανδαλολογία ούτε η απόδραση Ξηρού ούτε το πολιτικό του μήνυμα, όπως αυτό το μετέδωσαν και το αναπαρήγαγαν τα ΜΜΕ, μιας και έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να επιτεθεί στο ΣΥΡΙΖΑ, ανασύροντας τις φαιδρές κατηγορίες για –ούτε λίγο ούτε πολύ- διασυνδέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με την τρομοκρατία, πράγμα που προκάλεσε την εύλογη απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ. Και ο χορός καλά κρατεί.

Μέσα σ’ αυτήν τη σεναριολογία για την τρομοκρατία και τη σκανδαλολογία και με την απουσία του εργατικού κινήματος η εκλογολογία παίρνει χαρακτήρα «ντέρμπι», που πιέζει αποφασιστικά το Κόμμα μας. Δυστυχώς η Διακήρυξη για τις Ευρωεκλογές κινείται στα καθιερωμένα και δεν δίνει τη δυνατότητα για μια ουσιαστική παρέμβαση του Κόμματος.

Κλείνουμε αυτό το σχόλιο με μια επισήμανση, που αφορά την εμφάνιση του Χριστόδουλου Ξηρού και που σχετίζεται με το Κόμμα μας. Ασφαλώς το «διάγγελμα» Ξηρού ήταν μια καρικατούρα πολιτικού λόγου. Όμως το σκηνικό που χρησιμοποίησε ο Χριστόδουλος Ξηρός με τον Τσε, τον Άρη, τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη παραπέμπει σε μια προσπάθεια να σπείρει σύγχυση, να ρίξει ρίζες στη νεολαία και να εκμεταλλευτεί την αγανάχτηση του κόσμου, να υποκαταστήσει τον κομμουνιστικό πολιτικό λόγο, να θυμίσει την απραξία του εργατικού κινήματος. Και αυτό το γεγονός έχει τη σημασία του για το Κόμμα μας.     

COMMENTS