Κρίσιμο το ερχόμενο εξάμηνο

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι το ερχόμενο εξάμηνο θα είναι πολύ σημαντικό για τα οικονομικά και πολιτικά πράγματα της χώρας μας. Την εκτίμηση αυτήν την επιβεβαιώνουν όλοι οι οικονομικοί και πολιτικοί αναλυτές τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς.

Κατ’ αρχάς θα κριθεί το εάν η κυβέρνηση θα υπογράψει ένα νέο μνημόνιο. Όλες οι εξελίξεις δείχνουν, και η μέχρι τώρα στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικά της Γερμανίας, ότι τελικά δεν πρόκειται να το αποφύγει. Η κυβέρνηση προσπαθεί να ξεπεράσει αυτόν το σκόπελο στηριγμένη, κυρίως, στην απόφαση του Eurogroup του Νοέμβρη του 2012.

Η παραπάνω απόφαση προβλέπει τη δέσμευση των κρατών – μελών της Ευρωζώνης να καταθέσουν στον περίφημο ειδικό λογαριασμό, που δημιουργήθηκε για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους της χώρας μας, ποσό που θα είναι ίσο με τα κέρδη των εθνικών τους τραπεζών από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ποσό αυτό θα επιστρεφόταν στην Ελλάδα. Αυτό το ποσό με βάση τους υπολογισμούς της κυβέρνησης θα ανερχόταν, περίπου, στο ποσό των 11δισ. Ευρώ, όσο, δηλαδή, υπολογίζεται και το χρηματοδοτικό κενό για τα επόμενα χρόνια.

Αυτό το ποσό, όμως, δεν έχει κατατεθεί από τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης και έτσι εξανεμίζονται οι ελπίδες της κυβέρνησης να αποφύγει ένα νέο δανεισμό. Αλλά για να υπάρξει ένας νέος δανεισμός για την αντιμετώπιση του χρηματοδοτικού κενού η κυβέρνηση πρέπει να υπογράψει ένα νέο μνημόνιο, έτσι όπως απαιτούν οι εταίροι.  

Η κυβέρνηση, βέβαια, από τη μια, φέρεται να επιδιώκει “κούρεμα” του δημόσιου χρέους, από την άλλη ο Γιάννης Στουρνάρας δηλώνει ότι: «Ούτε εμείς ζητάμε “κούρεμα” του χρέους. Ζητάμε να χρησιμοποιηθεί η νομική βάση των αποφάσεων του Νοεμβρίου του 2012, έτσι ώστε να εξετάσουμε επιλογές επιμήκυνσης του χρέους και μείωσης των επιτοκίων».

Η εκδοχή για ένα νέο “κούρεμα” δεν φαίνεται ότι μπορεί να υπάρξει, γιατί την αφαίρεσαν οι εταίροι δια στόματος  Κλάους Ρέγκλινγκ, που είναι ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ο οποίος δήλωσε απερίφραστα ότι «δεν θα υπάρξει “κούρεμα” χρέους για την Ελλάδα» και ο οποίος μίλησε, προφανώς, εκ μέρους των εταίρων και ιδιαίτερα της Γερμανίας, για να θυμίσει με άλλα λόγια το ρηθέν από την πλευρά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: «ξέχασέ το Γιάννη»!

Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση φέρεται να έχει αποφασίσει, η ίδια διοχετεύει μια τέτοια πληροφόρηση στα ΜΜΕ, ότι δεν πρόκειται «να μπει στη διαδικασία υπογραφής τρίτου μνημονίου για τη νέα χρηματοδότηση», ενώ τα ΜΜΕ προβάλλουν τη στάση των εταίρων και της τρόικα ως εκβιαστική.

Μάλιστα ο Αντώνης Σαμαράς, λέγεται, ότι στην παρουσίαση των θέσεων της Ελληνικής Προεδρίας στο Ευρωκοινοβούλιο θα μιλήσει και για την οικονομία της χώρας μας και θα προβάλει τη θέση για «ελάφρυνση του δημόσιου χρέους» και ότι «η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από άλλο δανεισμό».  

Επομένως η κυβέρνηση πέρα από το γεγονός ότι έχει πλήρη συνείδηση του τι σημαίνει για τον εργαζόμενο λαό η υπογραφή ενός νέου μνημονίου, αφού προσπαθεί να το αποφύγει για να μην προσθέσει άλλη αγανάχτηση ενάντια στην κυβέρνηση από την πλευρά των εργαζομένων, φαίνεται ότι έχει και πλήρη συνείδηση ότι μια τέτοια κατάληξη θα έχει άμεσες πολιτικές επιπτώσεις για την ίδια. 

Θα κριθεί, επίσης, με βάση τις οικονομικές εξελίξεις, τις εξελίξεις γύρω από το χρέος και την υπογραφή του νέου μνημονίου, το εάν η χώρα μας θα κατορθώσει να βγει στις περίφημες αγορές για νέο δανεισμό. Και η κυβέρνηση δίνει πολύ μεγάλη σημασία σ’ αυτούς τους πρώτους μήνες στις οικονομικές εξελίξεις, γιατί προσπαθεί να περάσει τη θέση ότι θα υπάρξει ανάπτυξη.

Η έξοδος, βέβαια, δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την υπογραφή του μνημονίου, αλλά συναρτάται και με την τελική και επίσημη επιβεβαίωση εκ μέρους της Eurostat του πρωτογενούς πλεονάσματος αλλά και την, έστω, ελάχιστη ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία κατά την κυβέρνηση είναι βέβαιη αλλά κατά τους οικονομικούς αναλυτές είναι από πολύ αμφίβολη έως αδύνατη.

Η κυβέρνηση την έξοδο της χώρας μας στις αγορές δανεισμού θέλει να την παρουσιάσει σαν απόδειξη ότι η οικονομία πάει καλά και επομένως να επενδύσει πολιτικά πάνω σ’ αυτό το γεγονός, παρ’ όλο ότι θα πρόκειται για καινούργιο δανεισμό, τον οποίο η κυβέρνηση προτίθεται, κατά έναν τρόπο, να τον εκβιάσει κιόλας, να τον κάνει ακόμη και με «αλμυρά» επιτόκια.

Την ίδια στιγμή οι εταίροι μας φροντίζουν να θυμίσουν στην κυβέρνηση ότι πρέπει να τελειώνει με τις εκκρεμότητες που υπάρχουν με την τρόικα, η οποία, απ’ ότι λέγεται, επιστρέφοντας, μάλλον προς το τέλος του τρέχοντος μηνός, θα απαιτήσει πρόσθετα μέτρα της τάξης των 2δισ. ευρώ για να αντιμετωπιστεί το δημοσιονομικό κενό. Αυτά τα μέτρα, εκτός από το δημοσιονομικό κενό, αφορούν και σε διαρθρωτικές αλλαγές, π.χ. στις εργασιακές σχέσεις με την απελευθέρωση των απολύσεων κλπ.

Με δυο λόγια οι εργαζόμενοι θα αισθανθούν, έτσι κι αλλιώς, να σφίγγει ακόμη περισσότερο η μέγγενη της οικονομικής ανέχειας αλλά και της αύξησης της ανεργίας, παρά τα προπαγανδιστικά φληναφήματα που εξαπολύει η κυβέρνηση για τη μείωση της ανεργίας.

Ήδη, γι’ αυτό το θέμα της ανεργίας, υπολογίζεται ότι για να εξευρεθούν 350.000 θέσεις εργασίας θα απαιτηθούν τουλάχιστον 20 χρόνια. Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η ανεργία θα είναι ένα ιδιαίτερα μακροχρόνιο φαινόμενο για την Ελληνική κοινωνία και ότι η κυβέρνηση μοιράζει φρούδες ελπίδες.

Παράλληλα έχει μείνει ανοιχτό το θέμα της τροποποίησης του προϋπολογισμού για πρόσθετα μέτρα στα όσα ήδη προβλέπει, ο οποίος ψηφίστηκε με την ανοχή της τρόικα, ενώ η κυβέρνηση καταφεύγει και σε ευτελείς απατεωνιές. Αλλάζει, για παράδειγμα, τον τρόπο υπολογισμού των κρατήσεων στους μισθούς και τις συντάξεις, γεγονός που θα επιφέρει νέα μείωση, την ίδια στιγμή που διατείνεται ότι η συνολική φορολογία για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους δεν πρόκειται να αυξηθεί και ότι δεν πρόκειται να πάρει άλλα μέτρα.

Επίσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι με τα τελευταία στοιχεία του εντεκάμηνου του 2013 η βιομηχανική παραγωγή υπέστη νέα πτώση, όπως πτώση σημειώθηκε και στις εξαγωγές.

Με λίγα λόγια, από τη μια, η κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει την αίσθηση ότι η χώρα μας βρίσκεται σε φάση ξεπεράσματος της κρίσης, από την άλλη, τα οικονομικά δεδομένα δεν συνηγορούν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αυτό ακριβώς το γεγονός είναι που κάνουν τα αστικά ΜΜΕ να μιλάνε για το ενδεχόμενο επικείμενης πολιτικής κρίσης ή να καταφεύγουν στη θέση ότι «το πολιτικό σύστημα πρέπει να ομοφωνήσει σε μια ενιαία θέση, ώστε να μην υπάρξει ένα νέο μνημόνιο».

Δίπλα στα όσα οικονομικά δεδομένα αναφερθήκαμε υπάρχουν και τα πολιτικά δεδομένα, τα οποία δεν πρέπει να τα αγνοήσει κανείς. Το πρώτο εξάμηνο του 2014 θα πραγματοποιηθούν διπλές εκλογές, που ανάλογα με τις οικονομικές εξελίξεις μπορεί να γίνουν ίσως και τριπλές.

Δεν έχουν περάσει παρά λίγες ημέρες από την επίθεση, που εξαπόλυσε το Σπίγκελ ενάντια στη χώρα μας, την οποία ορισμένοι πολιτικοί σχολιαστές θέλησαν να την παρουσιάσουν ως επίθεση ενάντια στον Αντώνη Σαμαρά, που θεωρείται «καμένο χαρτί» πια, και άλλοι ως κίνηση από την πλευρά της Γερμανίας που θέλει να προλάβει τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, μπροστά στο ενδεχόμενο μιας ανόδου στη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και επομένως να «δέσει» τη νέα κυβέρνηση με το νέο μνημόνιο.

Στην κατεύθυνση αυτή θεωρείται ότι συνηγορούν και οι απόψεις της Γερμανίας, περί ψευδαισθήσεων της Ελλάδας, που εκφράστηκαν και από το νέο σοσιαλδημοκράτη υπουργό εξωτερικών, για την έξοδο της χώρας μας στις διεθνείς αγορές μέσα στο 2014.

Δεν πρέπει να υποτιμηθεί, επίσης, η επίδραση στις πολιτικές εξελίξεις, που εξασκεί η «εκστρατεία κάθαρσης» από τη Δικαιοσύνη με βάση τα εξοπλιστικά σκάνδαλα και τα σκάνδαλα στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Έτσι κι αλλιώς τα όσα συμβαίνουν γύρω από τα σκάνδαλα θα επιδράσουν στη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής διάταξης. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι το πολιτικό σύστημα ξεφορτώνεται τα άχρηστα χαρτιά του, ενώ μερικοί βλέπουν και το μακρύ χέρι της Γερμανίας.

Από την άλλη δεν πρέπει να θεωρείται χωρίς σημασία η επαναφορά της συζήτησης γύρω από την τρομοκρατία, με αφορμή την εξαφάνιση του Χριστόδουλου Ξηρού, γεγονός το οποίο τροφοδοτεί διάφορα σενάρια περί νέων τρομοκρατικών επεισοδίων.

Ορισμένα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα δημοσιεύουν ειδήσεις για την «εξαιρετική ανησυχία που διακατέχει την κυβέρνηση και τις αρχές ασφαλείας», μετά την εξαφάνιση Ξηρού, «για μεγάλα τρομοκρατικά γεγονότα στο επόμενο διάστημα». Παράλληλα χρησιμοποιούν οκτάστηλους τίτλους, που αναφέρονται στο ότι «το ενοποιημένο αντάρτικο πόλεων ετοιμάζει μεγάλο χτύπημα»!

Είναι φανερό ότι ένας τέτοιος τίτλος εκφράζει βεβαιότητα και επομένως πολλά έχει να σκεφτεί κανείς για το πώς θα χρησιμοποιηθεί ένα ενδεχόμενο τρομοκρατικό χτύπημα και με ποια σκοπιμότητα. Δεν μιλάμε για την όποια απορία προκαλεί αυτή η βεβαιότητα του τίτλου.

Όλα τα παραπάνω ενισχύουν τη διαπίστωση ότι πράγματι το πρώτο εξάμηνο του 2014 θα είναι κρίσιμο για τη χώρα μας τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Και από την άποψη αυτή δεν μπορεί παρά να μας ενδιαφέρει, ως «Νέα Σπορά» η στάση του Κόμματός μας, του ΚΚΕ, απέναντι στις επερχόμενες εξελίξεις.

Οι προσεχείς εκλογές, διπλές ή τριπλές, αλλά και το σύνολο των οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων, που έχουμε μπροστά μας, δίνουν τη δυνατότητα στο Κόμμα μας για μια ουσιαστική πολιτική παρέμβαση, για την ανάπτυξη της δράσης του, αλλά, παράλληλα, έχει τη δυνατότητα να συμβάλει και στην ανάπτυξη της δράσης του εργατικού κινήματος.

Και όλα αυτά σε μια εποχή, που ο εργαζόμενος λαός όχι απλώς αποστρέφει το βλέμμα του προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά της γυρίζει την πλάτη, γεγονός που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις πολύ καθαρά. Και αυτή η εναντίωση δεν αφορά μόνο στη χώρα μας. Αφορά και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Την ίδια στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ, παρόλο που φέρεται να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, δεν μπορεί να αποσπάσει την εμπιστοσύνη των εργαζομένων ότι αποτελεί μια αξιόπιστη πολιτική λύση. Περισσότερο, φαίνεται, ότι οι εργαζόμενοι καταλήγουν σ’ αυτόν δια της μεθόδου της «εις άτοπον απαγωγής». Και αυτό το γεγονός δεν μπορεί να μην προβληματίσει το Κόμμα μας, την ηγεσία του και τα μέλη του.

Ταυτόχρονα δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι η «Χρυσή Αυγή» διατηρεί τις δυνάμεις της. Και από πολιτική άποψη όλο το ακροδεξιό και φασιστικό φάσμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όχι μόνο φαίνεται να ενισχύει τη δύναμή του αλλά βάζει ανοιχτά το ζήτημα της διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα που σημαίνει ότι επιχειρεί να απορροφήσει όλη τη δυσαρέσκεια που αναπτύσσεται στους εργαζόμενους από την αντιλαϊκή πολιτική που εφαρμόζεται, γεγονός που έχει πολύ μεγάλη σημασία για το Κομμουνιστικό Κίνημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αν κρίνουμε, όμως, από τον τρόπο που χειρίστηκε η ηγεσία του Κόμματος την πρόσφατη απαγόρευση των κινητοποιήσεων από την πλευρά της κυβέρνησης, με αφορμή την άφιξη των ευρωενωσιακών παραγόντων, όπου δεν τόλμησε να οργανώσει την οποιαδήποτε μορφή δράσης ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν κρίνουμε, παραπέρα, από τις καθυστερήσεις που σημειώνονται στην ανάπτυξη της δράσης του εργατικού κινήματος, αλλά, τέλος, και από την ίδια την κατάσταση του Κόμματος και της έλλειψης αισιοδοξίας των οπαδών του, των ψηφοφόρων του και των φίλων του, τότε, θα πρέπει να πούμε ότι δεν συγκεντρώνονται οι καλύτεροι όροι για τις προσεχείς μάχες που πρέπει να δοθούν.

Και αυτό το ζήτημα είναι ένα άκρως πολιτικό ζήτημα, που αφορά στην ίδια την ηγεσία του Κόμματος, στην πολιτική του, αλλά και στην ικανότητα της ηγεσίας  να εμπνεύσει για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες που υπάρχουν μπροστά του, προκειμένου να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που εκ των πραγμάτων υφίστανται. Εμείς από την πλευρά μας αυτό που θα προσθέσουμε είναι ότι η σημασία των επερχόμενων εξελίξεων είναι τέτοια που δεν θα επιτρέψουν, σε κάθε περίπτωση, να επαναληφθούν αστήριχτες δικαιολογίες.

COMMENTS