Δεν πρόλαβε να «στεγνώσει το μελάνι»…

Πριν καλά – καλά «στεγνώσει το μελάνι», όπως λέγεται στη γλώσσα των τυπογράφων, ήρθε η επαλήθευση των πολιτικών εκτιμήσεων της «Νέας Σποράς» για το πώς διαμορφώνεται το πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας αλλά και για τους λόγους τους οποίους κατέθεσε την πρόταση μομφής ο ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα τα πράγματα πήραν και μια νέα τροπή. Με αφορμή μια τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα στην «Κυριακάτικη Αυγή» το κυβερνητικό στρατόπεδο, Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, τον κατηγόρησε ότι παροτρύνει τους βουλευτές της πλειοψηφίας και ειδικά του ΠΑΣΟΚ σε αποστασία.

Ο αστικός τύπος, που στηρίζει την κυβέρνηση και θεωρεί ότι αυτήν την κρίσιμη στιγμή η Ελλάδα δεν πρέπει να «χύσει την καρδάρα», μετά τις οικονομικές της επιτυχίες, εννοεί το πρωτογενές πλεόνασμα, υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει, ιδιαίτερα από τη στιγμή που κατατέθηκε η πρόταση Μπακογιάννη για είσοδο της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση, ότι «οι πιέσεις των Ευρωπαίων δρομολογούν εξελίξεις …με σεφ την τρόικα»!

Αφού τονίζεται με έμφαση ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι θα ασκήσουν ισχυρή πίεση για να πετύχουν αυτά που θέλουν, η λεπτομέρεια που δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας είναι ότι η πίεση αυτή δημιουργεί συνθήκες αστάθειας στην κυβέρνηση, και όχι  μόνο στην κυβέρνηση. Δημιουργούνται γενικότερες συνθήκες αποσταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος.

Μερικοί σχολιαστές πάνε ακόμη πιο πέρα. Μιλάνε για αποσταθεροποίηση της ίδιας της χώρας μας βλέποντας ότι η κρίση δεν ξεπερνιέται, ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει στις αγορές ούτε και το 2014. Οι σημαντικότερες επισημάνσεις που γίνονται είναι δύο: ότι η ανάπτυξη για τη χώρα μας είναι μια πολύ – πολύ δύσκολη υπόθεση (ακόμη και με πρωτογενές πλεόνασμα) για μεγάλο χρονικό διάστημα και ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο (για αυτό το ζήτημα δεν υπάρχει πλέον δεύτερη γνώμη).

Το δικό μας όραμα, βέβαια, δεν είναι η χώρα μας να βγει στις διεθνείς αγορές και να αρχίσει ένα νέο δανεισμό, αλλά πρέπει να πούμε ότι όλες αυτές οι προβλέψεις είναι κόντρα στις προβλέψεις της κυβέρνησης και στην προσπάθεια που κάνει να καλλιεργήσει ένα κλίμα αισιοδοξίας. Από εδώ και οι ανησυχίες για την αντοχή της ίδιας της κυβέρνησης και του πολιτικού συστήματος.  

Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε την πρόταση μομφής. Όχι βέβαια για να την «κάψει», όπως γράφτηκε από ορισμένες ιστοσελίδες, που θέλουν να κάνουν και …μαρξιστικές αναλύσεις, αλλά για να την εντάξει σε ένα γενικότερο σχέδιο κινήσεων με στόχο την πτώση της κυβέρνησης και με παράλληλο στόχο την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην διακυβέρνηση της χώρας, την ίδια στιγμή, που και στο κυβερνητικό στρατόπεδο αναπτύσσονται προβληματισμοί για το πώς θα ξεπεράσουν τις πολύ δύσκολες καταστάσεις, που δημιουργούνται για το αστικό πολιτικό σύστημα. Εξ ου και η πρόταση Μπακογιάννη.

Φυσικά η κατάθεση μομφής έκφραζε και μια προσπάθεια από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει και από το δικό του πολιτικό εγκλωβισμό, ως προς την αντιπολιτευτική του τακτική, το έχουμε σημειώσει, μια και είχε επενδύσει στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων, που δεν αναπτύχθηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε να φέρουν την πτώση της κυβέρνησης, αλλά και στην προσπάθειά του να καρπωθεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια, παραπέρα, να αξιοποιήσει τα όποια ρήγματα παρουσιάζει το κυβερνητικό σχήμα. 

Αυτό το γεγονός το ομολογούν πλέον πρωτοκλασάτα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο Νίκος Βούτσης, που σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ραδιοφωνικό σταθμό «Κόκκινο 105.5, κατέθεσε την παρακάτω άποψη: «Εμείς το ξέραμε πως υπήρχε θέμα και ο λόγος που κάναμε την πρόταση μομφής ήταν και αυτό, ότι οι εξελίξεις γονιμοποιούν πολυ…. πολιτικές διεργασίες.. στα όρια των ρήξεων στη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών χώρων που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη Βουλή. Υπήρξαν δύο καθοριστικά γεγονότα. Το ένα είναι ότι η τρόικα, δηλαδή επί της ουσίας η Γερμανία μετά τις εκλογές δεν έδωσε τίποτε απ΄ αυτά που πίστευε εδώ το μπλοκ ότι θα δώσει, δηλαδή μια πολιτική συνεννόηση γύρω από τα ζητήματα βιωσιμότητας του χρέους –έστω κι αν δεν ήταν αυτό που θα θέλαμε εμείς- άρα λοιπόν τους έριξε οκτώ μήνες μετά και έχουν βρεθεί  σε πλήρες αδιέξοδο. Και από την άλλη είναι ότι κάποιες ενέργειες, όπως το μαύρο στην ΕΡΤ, οι συλλήψεις στη Χρυσή Αυγή με τον τρόπο που έγιναν, δηλαδή μια περιστροφή πολιτικής 180 μοιρών, χωρίς αυτό να μπαίνει και στην ουσία, και άλλα ζητήματα έχουν προκαλέσει πολύ σοβαρές ρωγμές σε όλα τα μπλοκ των δυνάμεων και είναι ζήτημα ξέρετε μέχρι τον Δεκέμβριο, διότι ύστερα αναλαμβάνουμε την Προεδρία, 1/1/2014, δηλαδή ό,τι είναι να γίνει στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό –κρατήστε αυτό που σας λέω- θα γίνει μέσα στον επόμενο μήνα και γι αυτό όλοι επισπεύδουν, δηλαδή σπεύδει επισπεύδουσα η κα Μπακογιάννη, επισπεύδουσες ημερίδες μέσα στη ΔΗΜΑΡ εν όψει και του συνεδρίου τους, επισπεύδοντες οι βουλευτές μέσα στους Ανεξάρτητους Έλληνες, επισπεύδοντες η πεντάδα αυτή των βουλευτών μέσα στο ΠΑΣΟΚ που είναι πέραν των ονομάτων που έχουν …. σήμερα για την Μπατζελή κ.λπ.  Όλοι έχουμε πλήρη επίγνωση ότι τις επόμενες τρεις βδομάδες θα ανοίξουν πάρα πολύ σοβαρά ζητήματα και θα υπάρξουν διεργασίες» (υπογραμμίσεις δικές μας).

Πέρα από τις διασαφηνίσεις που έδωσε ο Νίκος Βούτσης έρχεται στη συνέχεια και ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, σε συνέντευξη στην «Ελευθεροτυπία» να επιβεβαιώσει ότι: «Κατ’ αρχάς, όταν καταθέσαμε την πρόταση μομφής, δεν είχαμε καμιά ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσε να γίνει εύκολα δεκτή. Άλλωστε οι προτάσεις μομφής δεν κατατίθενται αποκλειστικά και μόνο για να ρίξουν τις κυβερνήσεις». Παράλληλα βρήκε εντελώς δικαιολογημένη την ενέργεια από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει την πρόταση μομφής.

Όπως διαπιστώνουμε ο ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει εξελίξεις και στην κατεύθυνση αυτή καταθέτει την πρόταση μομφής. Η μομφή, όπως ήταν φυσικό, δεν περνάει. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι αναβαπτίστηκε. Την επόμενη ημέρα κατατίθεται η πρόταση Μπακογιάννη, που επί της ουσίας ανατρέπει την ευφορία της κυβέρνησης, αφού βάζει θέμα για νέα κυβέρνηση, έστω και από την παρούσα Βουλή. Από Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ εμφανίζονται σενάρια «αποστασίας» υποκινούμενα από το ΣΥΡΙΖΑ. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος βρίσκει την ευκαιρία να συγκαλέσει την κοινοβουλευτική του ομάδα ζητώντας «ψήφο εμπιστοσύνης», στην πραγματικότητα για να συγκρατήσει τις διαλυτικές τάσεις που επικρατούν στο ΠΑΣΟΚ. Η κυβέρνηση αφήνει να αιωρείται ότι επίκειται συμφωνία με την τρόικα, αλλά αυτή …αναχωρεί από τη χώρα μας, ενώ, ταυτόχρονα, αναγγέλλει την κατάθεση του προϋπολογισμού στη Βουλή, ανεξάρτητα από το εάν συμφωνεί η τρόικα και παρά το γεγονός ότι είναι γνωστό ότι η κατάθεση του προϋπολογισμού προϋποθέτει τη συμφωνία της. Αφήνει, όμως, η κυβέρνηση, την πόρτα ανοιχτή σε μια συμπληρωματική κατάθεση τον Φεβρουάριο του 2014, που σημαίνει ότι αφήνει ανοιχτή την πόρτα και στην αναθεώρησή του (επομένως να περιλαμβάνει και τα μέτρα που θα απαιτήσουν οι της τρόικα). Ο Αντώνης Σαμαράς πρόκειται να συναντηθεί με την Άγκελα Μέρκελ, αλλά η γερμανική κυβέρνηση προειδοποιεί ότι δεν πρόκειται να συζητηθούν θέματα διμερούς ενδιαφέροντος, ενώ διευκρινίζεται για άλλη μια φορά από ιθύνοντες κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι το Ελληνικό πρόγραμμα θα κριθεί στα μέσα του 2014. Ο «Ριζοσπάστης» αποτιμά την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με τα παρακάτω λόγια: «Κινούμενη άμμο θυμίζει το αστικό πολιτικό σύστημα, με τα επιτελεία της άρχουσας τάξης και τους εκπροσώπους των κομμάτων της αστικής διαχείρισης να προβληματίζονται, να καταθέτουν προτάσεις και να επεξεργάζονται σχέδια, με στόχο να προχωρήσει η συνολική αναμόρφωσή του»

Μπροστά σ’ αυτό το πολιτικό τοπίο δύο πράγματα δεν πρέπει να διαφύγουν της προσοχής των εργαζομένων.

• Η κυβέρνηση, που διαπραγματεύεται με την τρόικα, προσπαθώντας να εμφανιστεί ως δύναμη πολιτικής σταθερότητας, κάνει ανοιχτά λόγο στην τρόικα ότι εάν πέσει θα ακολουθήσει περίοδος πολιτικής αποσταθεροποίησης, που, όμως, η τρόικα δεν φαίνεται να το παίρνει υπόψη, γιατί «τραβάει» την κυβέρνηση σε μια διαπραγμάτευση, που πολιτικά εκθέτει την κυβέρνηση.

• Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί, μέσα από την κατάθεση της μομφής, να παρουσιαστεί ως πολιτικός φορέας σταθεροποίησης, δίνοντας εξετάσεις στην αστική τάξη της χώρας σε ότι αφορά το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, έστω και εάν εντείνει την αντιμνημονιακή ρητορεία του.

Να θεωρήσει κανείς ότι η τρόικα αποσταθεροποιεί την κυβέρνηση την ίδια στιγμή που την κατηγορεί ότι δεν δείχνει πολιτική αποφασιστικότητα στο να πάρει μέτρα, που είναι βέβαιο ότι θα τη φθείρουν, δεν φαίνεται και τόσο λογικό. Αυτό που φαίνεται ότι συμβαίνει είναι ότι η στάση της τρόικα σχετίζεται με τις επικρατούσες αντιθέσεις μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο πως θα επιλυθεί το Ελληνικό πρόβλημα, σε σχέση και με την ίδια την προοπτική και τη σύνθεση μιας σταθερής ευρωζώνης. Και με την έννοια αυτή δοκιμάζονται και οι αντοχές της κυβέρνησης.

Η στάση αυτή, όμως, της τρόικα δεν δημιουργεί προβλήματα μόνο στην κυβέρνηση αλλά και στο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί αντανακλά πραγματικές καταστάσεις, που επικρατούν μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το βαθμό δυσκολίας επίλυσης του Ελληνικού προβλήματος. Επομένως παρά την αντιμνημονιακή ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ από τη μια, την ίδια στιγμή, από την άλλη τινάζει στον αέρα τη ρητορεία του για μια διαπραγμάτευση, που θα στοχεύει σε ευρύτερες αλλαγές μέσα στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή, τινάζει στον αέρα τη στρατηγική του.

Η σημασία των παραπάνω παρατηρήσεων συγκεντρώνεται στο γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πραγματική πολιτική κρίση, που παρά την εκφρασμένη πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να κουβαλήσει την «προίκα» των μεσαίων στρωμάτων και των τμημάτων της εργατικής τάξης που επηρεάζει για να στηρίξει την αστική τάξη, αυτή η πολιτική κρίση δε μπορεί να οδηγήσει στο ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας της χώρας, ενώ, την ίδια στιγμή, είναι αντανάκλαση των πραγματικών δυσκολιών και αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η χώρα μας.

Από την άποψη αυτή το να θεωρεί κανείς ότι τα πολιτικά πράγματα της χώρας μας «έχουν κλείσει» και περιορίζονται στην αναζήτηση αστικής διαχειριστικής λύσης με την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, προσπάθεια που γίνεται φυσικά, δεν είναι σωστό.

Αντίθετα εάν προκύπτει μια ανάγκη αυτή τη στιγμή είναι η ανάγκη κατάθεσης μιας πρότασης διεξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, που στις βασικές της κατευθύνσεις η «Νέα Σπορά» την έχει περιγράψει, που, ταυτόχρονα, θα δείξει στους εργαζόμενους και την πολιτική λύση που πρέπει να ακολουθήσουν. Και εδώ αυτό το καθήκον πέφτει στις πλάτες του ΚΚΕ.

COMMENTS