Μια συνέντευξη χωρίς απαντήσεις (συνέχεια)

Θελήσαμε να δώσουμε συνέχεια στο σχολιασμό της συνέντευξης του Γραμματέα του Κόμματος σε εκπομπή του Αντένα, γιατί σημειώναμε ότι: «η συνέντευξη της ηγεσίας του Κόμματος έκανε ιδιαίτερα εμφανές ότι από την πολιτική του Κόμματος λείπει εκείνη η συγκεκριμένη ανάλυση, που θα το εφοδιάζει με την ικανότητα να ¨στέκεται¨ και να αντιμετωπίζει τις ιδιαίτερα σοβαρές σύγχρονες πολιτικές εξελίξεις». Δηλαδή να καταθέτει τη δική του πρόταση.

Αυτό ακριβώς το ζήτημα θα θέλαμε να αναδείξουμε ακόμη περισσότερο, γιατί νομίζουμε ότι όσοι παρακολούθησαν τη συνέντευξη θα έμειναν με την απορία: «τελικά τι προτείνει το ΚΚΕ;». Και αυτή η απορία δεν φαίνεται ότι γίνεται κατανοητή από την ηγεσία του Κόμματος, όπως δεν γίνονται κατανοητές από τους εργαζόμενους οι προτάσεις του για την έξοδο από την κρίση.

Βρισκόμαστε σε μια πολιτική και οικονομική συγκυρία όπου το κύριο ζήτημα που απασχολεί τους εργαζόμενους είναι η έξοδος από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία της χώρας και η πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η πολιτική που ακολουθεί θα μας βγάλει από την κρίση και καταβάλλει αγωνιώδεις προσπάθειες να πείσει τους εργαζόμενους ότι «υπάρχει φως στο τούνελ».

Οι εργαζόμενοι, όμως, δεν πείθονται και όχι μόνο δεν πείθονται αλλά αυτό ακριβώς το γεγονός οδηγεί πολιτικούς σχολιαστές να βάζουν ερωτήματα για το «εάν θα αντέξει η κυβέρνηση», πολύ περισσότερο με τα νέα μέτρα που έρχονται και τα νέα μνημόνια, μια και η παρέμβαση που κάνει η κυβέρνηση προς τους εταίρους μας, σε πολιτικό επίπεδο, δεν φαίνεται να τους πείθει για το «δεν αντέχουμε άλλη πίεση».

Σε αυτό ακριβώς το σημείο «έρχεται» μια πολιτική δολοφονία, που θα μπορούσε να έχει συμβεί και στο Πέραμα, και πραγματοποιείται μετά από κινητοποίηση των γνωστών ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής. Είναι σαφής η κλιμάκωση από τη Χρυσή Αυγή, όπως είναι σαφές ότι το ειδεχθές έγκλημα θα τροφοδοτήσει, έτσι κι αλλιώς, πολιτικές εξελίξεις.

Το ποιος διέπραξε την πολιτική δολοφονία το γνωρίζουμε οι πάντες. Αυτό που πρέπει να συγκεκριμενοποιήσουμε είναι το πώς η πολιτική δολοφονία, με ότι σημαίνει αυτό, εντάσσεται στο συνολικότερο πλαίσιο των πολιτικών εξελίξεων και τι πολιτικά ζητήματα αναδεικνύει.

Αυτό που εντυπωσιάζει από την πρώτη στιγμή είναι ότι η πολιτική δολοφονία πραγματοποιείται σε μια περίοδο, που ο Πρωθυπουργός και βασικοί του συνεργάτες έχουν πάρει πάνω τους τη θεωρία των δύο άκρων.

Όσο και εάν, από πρώτη άποψη, φαίνεται παράλογο, το έδαφος, που καλλιέργησε η κυβέρνηση με τη θεωρία των δύο άκρων, ήταν πρόσφορο για μια επίδειξη δύναμης από την πλευρά της Χρυσής Αυγής. Έτσι έχουμε τη δολοφονική επίθεση στο Πέραμα.

Η κυβέρνηση συνεχίζει και μετά τη δολοφονική επίθεση στο Πέραμα στο ίδιο μοτίβο. Και όχι μόνο συνεχίζει, αλλά οξύνει ακόμη περισσότερο την πολιτική της παρέμβαση με τη θεωρία των δύο άκρων στοχοποιώντας για τα καλά το ΣΥΡΙΖΑ. Οπότε έρχεται η πολιτική δολοφονία στην Αμφιάλη.

Και ενώ το αίμα του αδικοχαμένου Παύλου Φύσσα είναι νωπό ακόμα, στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και της κυβέρνησης κινούνται στην ίδια κατεύθυνση. Συνεχίζουν να προβάλουν τη θεωρία των δύο άκρων.

Μετά την πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα ακολουθεί ένας καταιγισμός από δημοσιεύματα, τα οποία αποκαλύπτουν με λεπτομέρειες τις εγκληματικές δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής, στις οποίες εμπλέκονται μέχρι και ενεργά στελέχη των ενόπλων δυνάμεων και της αστυνομίας.

Είναι αδύνατον τα όσα αποκάλυψαν οι δημοσιογράφοι να μην τα γνώριζε και η κυβέρνηση. Οι ευθύνες της κυβέρνησης για το κλίμα που καλλιέργησε και τα αποτελέσματα που προέκυψαν είναι αδιαμφισβήτητες. Το διάγγελμα του Πρωθυπουργού δεν ήταν καθόλου αρκετό για να «σώσει» την κυβέρνηση και τον ίδιο.

Μετά από όλες αυτές τις εξελίξεις οι βασικοί παράγοντες που συνθέτουν το πολιτικό τοπίο στη χώρα μας είναι οι παρακάτω:

• Η κυβέρνηση καλλιέργησε ένα πολιτικό κλίμα έντασης προκειμένου να δικαιολογήσει την πολιτική που ακολουθεί για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και τα νέα μέτρα που έρχονται, να αντιμετωπίσει τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων, να μην κλιμακωθούν οι αντιδράσεις τους.

• Με τη δολοφονική επίθεση στο Πέραμα και την πολιτική δολοφονία στην Αμφιάλη βρίσκει πρακτική εφαρμογή η θεωρία των δύο άκρων. Η Χρυσή Αυγή  με τη δική της «βούλα» είναι το ένα άκρο.

• Η κυβέρνηση, πιασμένη στη μέγγενη της πολιτικής που επιβάλλεται από τους εταίρους, που αγνοούν τις εκκλήσεις της ότι δεν θα αντέξει άλλη πίεση, δεν διστάζει να υπονομεύσει ακόμη και αυτούς τους αστικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς. Ενοχοποιεί το ΣΥΡΙΖΑ, την αξιωματική αντιπολίτευση, ως το άλλο άκρο. Θα μπορούσε να ήταν και το ΚΚΕ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, εάν το αποτέλεσμα της δολοφονικής επίθεσης στο Πέραμα ήταν διαφορετικό, οπότε το πολιτικό σκηνικό, που θα διαμορφωνόταν, θα εξυπηρετούσε ακόμη καλύτερα την πολιτική συγκυρία.

• Μετά την κατακραυγή που ξεσηκώθηκε, ακόμη και από τις αντιδράσεις πολιτικών στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, που διαφωνούν με την τακτική του Αντώνη Σαμαρά και «βλέπουν» πιο πέρα το τι εξυπηρετεί τις ανάγκες λειτουργίας του αστικού πολιτικού συστήματος, ξεπερνώντας ακόμη και τις άμεσες ανάγκες και τους σχεδιασμούς του ίδιου τους του αρχηγού, ο Πρωθυπουργός αναδιπλώνεται, ενώ άλλα στελέχη του συνεχίζουν στην ίδια τακτική.

• Η κυβέρνηση ανακοινώνει ότι θα πάρει πρόσθετα νομικά μέτρα που θα τα εντάξει στο υπάρχον νομικό θεσμικό πλαίσιο για να αντιμετωπίσει την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής.

Είναι πασιφανής η ανάγκη, που ξεπηδάει από την ίδια την πολιτική πραγματικότητα, για μια  άμεση κατάθεση μιας πολιτικής πρότασης που θα περιελάμβανε ενδεικτικά τις παρακάτω κατευθύνσεις:

• Απόλυτης προτεραιότητας πολιτικό ζήτημα καθίσταται η καταδίκη και η αντιμετώπιση της δράσης της Χρυσής Αυγής, με την ανάπτυξη των λαϊκών αγώνων, με την ανάπτυξη των αγώνων του εργατικού κινήματος και της κοινής δράσης των εργαζομένων – συνδικάτων, συλλόγων, επιτροπών αγώνα, λαϊκών επιτροπών, κομμάτων – σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε συνοικία, σε όλη τη χώρα. Στην κατεύθυνση αυτή χρειάζεται να αντιμετωπιστεί και το ζήτημα των  νομικών μέτρων, που, έτσι κι αλλιώς, θα στραφούν ενάντια στο εργατικό κίνημα με πρόσχημα τη δράση της Χρυσής Αυγής.

• Η οικονομική κρίση και η πολιτική της κυβέρνησης, που έχουν εξαθλιώσει τους εργαζόμενους, που καταδικάζουν τη χώρα μας σε μακροχρόνια οικονομική στασιμότητα, καθιστούν πολιτικό και οικονομικό ζήτημα άμεσης εφαρμογής τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ.

• Στην κατεύθυνση αυτή χρειάζεται η υιοθέτηση μιας νέας νομισματικής πολιτικής με καθιέρωση εθνικού νομίσματος, επανάκτησης των οικονομικών εργαλείων για την εφαρμογή της, γενικότερα για την εφαρμογή μιας νέας οικονομικής πολιτικής.

• Η νέα οικονομική πολιτική θα επικεντρώνεται στην κατάθεση οικονομικού προγράμματος με συγκεκριμένα και ριζικά μέτρα, που θα αφορά την έξοδο της χώρας μας από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, την οικονομική της ανόρθωση και την παραγωγική της ανασυγκρότηση.

• Θα περιλαμβάνει, επίσης, άμεσα μέτρα ενίσχυσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, αντιμετώπισης των προβλημάτων των μικρομεσαίων στρωμάτων και των συνταξιούχων, άμεσα μέτρα που θα αφορούν στην παιδεία, στην υγεία και στην αντιμετώπιση της ανεργίας.

Βασικές κατευθύνσεις αυτής της πρότασης θα είναι επίσης:

• Η υπεράσπιση και η κατοχύρωση των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων του ελληνικού λαού, των συνδικαλιστικών ελευθεριών και των κοινωνικών κατακτήσεων των εργαζομένων.

• Η εξασφάλιση της εθνικής ανεξαρτησίας, της ακεραιότητας και ασφάλειας της χώρας μας, η έξοδος από το ΝΑΤΟ.

• Η πολιτική φιλίας, συνεργασίας και καλής γειτονίας με τους λαούς της περιοχής μας.

• Η πολιτική ισότιμης οικονομικής συνεργασίας με όλα τα κράτη και τις κυβερνήσεις.

Η κατάθεση μιας ανάλογης πρότασης από την πλευρά του Κόμματος θα έδινε τη δυνατότητα της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της Χρυσής Αυγής, τη δυνατότητα της δρομολόγησης της εξόδου της χώρας μας από την οικονομική κρίση, της αντιμετώπισης των άμεσων και οξυμένων προβλημάτων των εργαζομένων, της συσπείρωσης, της ενότητας και της κοινής τους δράσης, της κοινής δράσης με τα μικροαστικά στρώματα, τη νεολαία και τη διανόηση.

Θα έδινε στο Κόμμα μας την πολιτική πρωτοβουλία των κινήσεων, θα απελευθέρωνε δυνάμεις στο λαϊκό και εργατικό κίνημα, που είναι εγκλωβισμένες στην αστική πολιτική, θα αντιμετώπιζε τη δημαγωγική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, θα ωθούσε την ανασυγκρότηση και ανάπτυξη του εργατικού κινήματος.

Ακριβώς αυτή η πρόταση λείπει από την πολιτική του Κόμματος για να είναι σε θέση να αποκαταστήσει και να αναπτύξει τους δεσμούς του με τους εργαζόμενους, να μπει επικεφαλής των αγώνων τους, να μπορεί να δίνει απάντηση στα καίρια πολιτικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο εργαζόμενος λαός.

COMMENTS